Τα διαγνωστικά τεστ τα οποία έχουν αναπτυχθεί για την COVID-19 βασίστηκαν στη γνώση της γενετικής αλληλουχίας του ιού και της τρισδιάστατης δομής της πρωτεΐνης-ακίδας στην επιφάνειά του. Το πλέον έγκυρο διαγνωστικό τεστ για την COVID-19 είναι αυτό που ονομάζουμε τεστ μοριακής ανίχνευσης του ιού. Στόχος του τεστ αυτού είναι να ελεγχθεί η παρουσία γενετικού υλικού του ιού σε στοματοφαρυγγικά δείγματα των εξεταζομένων. Καθώς στα δείγματα υπερτερεί το ανθρώπινο γενετικό υλικό, η εξέταση συνίσταται στον επιλεκτικό πολλαπλασιασμό του ιικού γενετικού υλικού, το οποίο, εφόσον υπάρχει στο δείγμα, με αυτόν τον τρόπο καθίσταται ανιχνεύσιμο. Τεχνικά, είναι δυνατόν τα τεστ αυτά να έχουν ολοκληρωθεί μέσα σε 6 ώρες, ωστόσο πρακτικά απαιτείται περισσότερος χρόνος καθώς τα δείγματα πρέπει να μεταφερθούν στο εργαστήριο. Εξέταση στο σημείο που βρίσκεται ο εξεταζόμενος μπορεί να γίνει και μάλιστα να υπάρξει απάντηση πολύ άμεση. Η εξέταση αυτή, η οποία βασίζεται στην αναγνώριση της πρωτεΐνης-ακίδας του ιού από ένα συμπληρωματικό προς αυτή αντίσωμα, θυμίζει πρακτικά τα τεστ εγκυμοσύνης. Δεν διαθέτει ωστόσο την ευαισθησία των τεστ μοριακής ανίχνευσης και συχνά αυτά τα τεστ δίνουν ψευδή αποτελέσματα. Γι’ αυτό και για κλινικούς σκοπούς απαιτείται επαλήθευση με τεστ μοριακής ανίχνευσης.
Τεστ ακριβείας και τεστ ταχύτητας
Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.