Μπορεί τα παιδιά προσχολικής ηλικίας να μιλούν με προτάσεις ελάχιστων λέξεων, αυτό όμως δεν σημαίνει πως δεν μπορούν να ξεχωρίσουν έννοιες για τις οποίες οι ενήλικοι χρησιμοποιούν τον λόγο για να περιγράψουν.

Παραδείγματος χάριν, λέξεις όπως πιθανό, απίθανο και αδύνατο δεν υπάρχουν στο λεξιλόγιο των νηπίων, όμως αυτά είναι σε θέση να αντιληφθούν τη σημασία τους. Αυτό διαπίστωσαν ερευνητές του Πανεπιστημίου Τζον Χόπκινς των ΗΠΑ έπειτα από μελέτη τους, τα αποτελέσματα της οποίας δημοσιεύθηκαν στο επιστημονικό περιοδικό «PNAS» πριν από λίγες ημέρες.

Οπως μας λέει η επικεφαλής της μελέτης Εϊμι Σταλ, η οποία κατά τη διεξαγωγή της ήταν διδακτορική ερευνήτρια στο Τζον Χόπκινς, ενώ πλέον έχει θέση αναπληρώτριας καθηγήτριας στη Σχολή Ψυχολογίας του Κολεγίου του Νιου Τζέρσεϊ, στόχος της ομάδας της ήταν να εξετάσει εάν παιδιά ηλικίας δύο και τριών ετών μπορούν να διακρίνουν τα αδύνατα από τα απίθανα γεγονότα, δηλαδή αυτά που αποκλείεται να συμβούν από εκείνα που υπάρχει μια πολύ μικρή πιθανότητα να συμβούν.

«Στη μελέτη μας μετρήσαμε την ευαισθησία νηπίων σε γεγονότα που είχαν διαφορετικές πιθανότητες να συμβούν, μέσω ενός απλού και διασκεδαστικού πειράματος. Τα αποτελέσματα ήταν εντυπωσιακά, καθώς είδαμε ότι ακόμη και παιδιά τόσο μικρής ηλικίας μπορούν και αντιλαμβάνονται τον κόσμο γύρω τους με όρους πιθανοτήτων, κάτι που οι ενήλικοι κάνουν συνέχεια» εξηγεί.

Το πείραμα

Προκειμένου οι ερευνητές να διαπιστώσουν εάν τα παιδιά μπορούν ή όχι να ξεχωρίσουν τα απίθανα από τα αδύνατα γεγονότα, χρησιμοποίησαν μηχανήματα αυτόματης πώλησης παιχνιδιών στα οποία είχαν τοποθετήσει κούκλες.

Τα συνολικά 335 παιδιά που συμμετείχαν στο πείραμα χωρίστηκαν σε τρεις ομάδες και  η κάθε ομάδα χρησιμοποιούσε διαφορετικό μηχάνημα σε κάθε κύκλο του πειράματος. Στη γυάλινη προθήκη του πρώτου μηχανήματος τα παιδιά έβλεπαν μοβ και ροζ κούκλες (ίση ποσότητα για κάθε χρώμα, περίπτωση πιθανού αποτελέσματος). Σε εκείνο του δεύτερου μηχανήματος έβλεπαν μοβ κούκλες και μία ροζ (περίπτωση απίθανου αποτελέσματος) και στη βιτρίνα του τρίτου όλες οι κούκλες ήταν μοβ (περίπτωση αδύνατου αποτελέσματος).

Οι ερευνητές είχαν ρυθμίσει εκ των προτέρων τα τρία μηχανήματα ώστε να βγάζουν μόνο ροζ κούκλες όταν κάποιος θα τοποθετούσε νόμισμα στον κερματοδέκτη, παρουσιάζοντας στα παιδιά ένα πιθανό, ένα απίθανο και ένα αδύνατο αποτέλεσμα ανάλογα με το μηχάνημα που χρησιμοποίησαν. Τα παιδιά έδειξαν έκπληξη όταν συνέβη το απίθανο γεγονός και ακόμη μεγαλύτερη όταν συνέβη το αδύνατο, όταν δηλαδή από το μηχάνημα του οποίου στη γυάλινη προθήκη φαίνονταν μόνο μοβ κούκλες, βγήκαν ροζ.

Τα ευρήματα

Στη συνέχεια οι επιστήμονες αξιολόγησαν την ικανότητά τους να αφομοιώνουν πληροφορίες σχετικά με τις ροζ κούκλες και να αξιολογούν τις πιθανότητες να βγει αυτό το χρώμα παιχνιδιού από το μηχάνημα.

«Είπαμε σε όλα τα παιδιά το όνομα που δώσαμε στις ροζ κούκλες και στη συνέχεια εξετάσαμε αν μπορούσαν να θυμηθούν αυτή την πληροφορία. Τα νήπια που εκτέθηκαν πρώτα στην περίπτωση της μηχανής που φαινόταν ότι είχε μόνο μοβ κούκλες (αδύνατη περίπτωση), θυμούνταν σε πολύ μεγαλύτερο ποσοστό το όνομα του παιχνιδιού συγκριτικά με τα υπόλοιπα παιδιά.

Παλιότερες μελέτες έχουν δείξει ότι τα παιδιά προσχολικής ηλικίας συχνά δεν κάνουν διάκριση μεταξύ απίθανων και αδύνατων γεγονότων. Η μελέτη μας δείχνει ότι τα νήπια κάνουν αυτή τη διάκριση και αντιμετωπίζουν τα αδύνατα γεγονότα ως διακριτή κατηγορία καθώς όταν δεν έχουν τρόπο να εξηγήσουν ένα τέτοιο γεγονός, αναζητούν εξηγήσεις προκειμένου να μάθουν περισσότερα γύρω από αυτό» σημειώνει η Σταλ.

Επόμενος στόχος της καθηγήτριας και της ερευνητικής της ομάδας είναι να εμπλουτίσουν τις γνώσεις τους γύρω από τους τρόπους με τους οποίους λειτουργεί ο ανθρώπινος εγκέφαλος, μελετώντας τους μηχανισμούς της μάθησης και ιδιαίτερα τον ρόλο της τρέχουσας γνώσης των παιδιών στη μελλοντική γνωσιακή τους ανάπτυξη. Ακόμη, σκοπεύουν να εστιάσουν στους τρόπους με τους οποίους γονείς και δάσκαλοι θα μπορούν να δημιουργούν στο σπίτι ή στη σχολική αίθουσα στιγμές αυξημένου μαθησιακού δυναμικού για τα παιδιά.

Ισχυρά ερεθίσματα για τον εγκέφαλό τους

Γιατί, όμως, είναι σημαντικό να αντιλαμβάνεται ένα παιδί δύο ή τριών ετών τις πιθανές, απίθανες ή αδύνατες καταστάσεις; Οπως εξηγεί η αμερικανή επιστήμονας, η ικανότητα αυτή βοηθά σε μεγάλο βαθμό στη γνωστική τους ανάπτυξη και πιο συγκεκριμένα στην κατάκτηση λογικής σκέψης, στη λήψη αποφάσεων και στην επίλυση προβλημάτων.

«Θα πρέπει να σημειωθεί πως τα παιδιά μαθαίνουν με πολλούς διαφορετικούς τρόπους. Η μελέτη μας έδειξε πως ένας αποτελεσματικός τρόπος είναι το να δίνεται ειδική έμφαση σε γεγονότα που ανατρέπουν τις προσδοκίες τους. Αδύνατες, δηλαδή, καταστάσεις και γεγονότα που προκαλούν έκπληξη στα παιδιά γιατί αντιβαίνουν στην αντίληψη που έχουν για τα πράγματα γύρω τους, αποτελούν ισχυρά ερεθίσματα για τον εγκέφαλό τους και τα βοηθούν στη μάθηση.

Από επιστημονικής άποψης είναι συναρπαστικό το γεγονός πως οι άνθρωποι έχουν την ικανότητα από το ξεκίνημα της ζωής τους να σκέφτονται αν τα γεγονότα γύρω τους είναι πιθανά, απίθανα ή αδύνατα να συμβούν. Εχει, λοιπόν, ιδιαίτερη σημασία γονείς και δάσκαλοι να δημιουργούν καταστάσεις που εμπεριέχουν το στοιχείο τού μη αναμενόμενου για το παιδί» καταλήγει η καθηγήτρια.

Σε αριθμούς

80% του εγκεφάλου ενός παιδιού έχει σχηματιστεί μέχρι την ηλικία των 3 ετών. Θεωρείται η πιο κρίσιμη περίοδος για την ανάπτυξη των γνωστικών και συναισθηματικών του δεξιοτήτων.

1.000 δισεκατομμύρια συνάψεις (συνδέσεις μεταξύ νευρώνων) έχει αναπτύξει ο εγκέφαλος του παιδιού στην ηλικία των 3 ετών. Οι συνάψεις έχουν θεμελιώδη σημασία για τη γνωστική ανάπτυξη του παιδιού. Ενα πλούσιο περιβάλλον με ερεθίσματα ενισχύει την ανάπτυξη αυτών των δεξιοτήτων, ειδικά στα πρώτα χρόνια της ζωής.

10 φορές πιο έντονη από ό,τι στην ενήλικη ζωή είναι η ικανότητα του εγκεφάλου να απορροφά και να επεξεργάζεται γλωσσικές πληροφορίες από τη γέννηση ως την ηλικία των 6 ετών.