Ενα από τα πιο σημαντικά ερευνητικά πεδία της εντομολογίας στη χώρα μας αφορά τα «εισβλητικά» είδη εντόμων, δηλαδή έντομα τα οποία εισάγονται σε νέες περιοχές ως αποτέλεσμα ανθρώπινων δραστηριοτήτων. «Τα είδη αυτά μπαίνουν ξαφνικά σε ένα καινούργιο περιβάλλον. Εάν αυτά έχουν την τάση να εξαπλώνονται γρήγορα και προσβάλλουν κάποιο είδος φυτού το οποίο για εμάς είναι σημαντικό, τότε δημιουργείται πρόβλημα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα στην Ελλάδα ήταν η σφήκα της καστανιάς,  η οποία προήλθε από την Κίνα. Στην Αθήνα υπήρχε μεγάλο πρόβλημα στις μουριές, ένα σκαθάρι προσέβαλλε τα συγκεκριμένα δέντρα και τα νέκρωνε» αναφέρει ο δρ Δημήτρης Αβτζής. Τα ξενικά αυτά είδη μεταφέρονται κατά κύριο λόγο μέσω των εμπορευμάτων και ιδιαίτερα μέσω των ξύλινων συσκευασιών.

Οπως σημειώνει ο ερευνητής, οι επιστήμονες δεν μπορούν να γνωρίζουν εάν τα εισβλητικά είδη συμβάλλουν θετικά ή αρνητικά στη βιοποικιλότητα των εντόμων, όμως είναι σίγουρο ότι διαταράσσουν την ισορροπία του πληθυσμού των ενδημικών εντόμων. Για τον λόγο αυτόν, οι ερευνητές αναπτύσσουν στρατηγικές ώστε να εμποδίσουν την εξάπλωσή τους. «Οποτε κρίνεται απαραίτητο, μεταβαίνουμε στην περιοχή από την οποία προέρχεται το εισβλητικό είδος και μελετάμε τους φυσικούς του εχθρούς. Επειτα, σε μερικές περιπτώσεις, φέρνουμε τον φυσικό εχθρό στη χώρα μας, προκειμένου το εισβλητικό έντομο να έχει έναν αντίπαλο κι εδώ. Αυτή τη μέθοδο εφαρμόζουμε, παραδείγματος χάριν, με τη σφήκα της καστανιάς και τα αποτελέσματα δείχνουν ότι λειτουργεί» αναφέρει ο επιστήμονας. Ωστόσο, όπως σημειώνει ο ίδιος, είναι απαραίτητη η εδραίωση ενός προληπτικού συστήματος το οποίο θα προειδοποιεί έγκαιρα για την ύπαρξη νέων εισβλητικών ειδών στη χώρα μας.

Από το 2021 έχει τεθεί σε λειτουργία μία πλατφόρμα η οποία βασίζεται στη λεγόμενη «επιστήμη των πολιτών» και δίνει την δυνατότητα στους πολίτες να μοιραστούν φωτογραφίες εντόμων τα οποία βρίσκονται στην περιοχή τους. Οι επιστήμονες παρατηρούν αυτές τις φωτογραφίες και επιχειρούν να εντοπίσουν εισβλητικά είδη εντόμων. «Τα περισσότερα είδη τα οποία φωτογραφίζονται και «ανεβαίνουν» στην πλατφόρμα είναι ενδημικά είδη» αναφέρει στο ΒΗΜΑ-Science ο δρ Αβτζής, συμπληρώνοντας ότι «ωστόσο, ακόμη και ένα στα πενήντα να είναι εισβλητικό, μπορούμε να έχουμε μια πρώτη ένδειξη καταγραφής. Πάντως, καμία τέτοια πρωτοβουλία δεν μπορεί να υποκαταστήσει την ανάγκη για ολοκληρωμένους ελέγχους και καταγραφές». Η πλατφόρμα αυτή, οι λεπτομέρειες της οποίας έχουν δημοσιευθεί στην επιστημονική επιθεώρηση «Insects», υλοποιήθηκε από μία ομάδα μεταπτυχιακών φοιτητών από το Τμήμα Μοριακής Γενετικής και Βιοτεχνολογίας του Πανεπιστημίου του Leiden στην Ολλανδία και το Τμήμα Βιολογίας του ΕΚΠΑ, σε συνεργασία με τον δρα Δημήτρη Αβτζή και τον δρα Χρήστο Γεωργιάδη.