Ο τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίζετε τις προκλήσεις της καθημερινότητας όσο μεγαλώνετε, δεν επηρεάζει απλά τον τρόπο ζωής σας αλλά καθορίζει και το πόσα χρόνια θα ζήσετε. Εάν, παραδείγματος χάριν, αντεπεξέρχεστε με ψυχραιμία, σύνεση και θάρρος στις όποιες αντιξοότητες παρουσιάζονται στο διάβα σας (αν έχετε, δηλαδή, αυξημένη ψυχική ανθεκτικότητα), μειώνετε τον κίνδυνο θανάτου σας κατά 53%.
Στο παραπάνω συμπέρασμα κατέληξε μελέτη ερευνητών από το Πανεπιστήμιο Σουν Γιατ-σεν της Κίνας και το Ινστιτούτο Καρολίνσκα της Σουηδίας. Οι ερευνητές παρακολούθησαν 10.569 ενηλίκους ηλικίας 50 ετών και άνω από τις Ηνωμένες Πολιτείες για 12 χρόνια. Στόχος της μελέτης, τα αποτελέσματα της οποίας δημοσιεύθηκαν στο ιατρικό περιοδικό «BMJ Mental Health», ήταν η κατανόηση των παραγόντων που οδηγούν σε μακροζωία και υγιή γήρανση στη συγκεκριμένη ηλικιακή ομάδα προκειμένου εν συνεχεία να σχεδιαστούν στοχευμένες πολιτικές και παρεμβάσεις δημόσιας υγείας.
«Οι ΗΠΑ αλλά και άλλες χώρες, συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδας, βιώνουν τα τελευταία χρόνια μια δημογραφική αλλαγή με αυξανόμενο ποσοστό ηλικιωμένων ατόμων. Θέλαμε λοιπόν να διαπιστώσουμε στην πράξη αν η ψυχική ανθεκτικότητα που ολοένα και περισσότερο αναγνωρίζεται ως κρίσιμος παράγοντας για την υγιή γήρανση, παίζει κάποιο ρόλο στο προσδόκιμο ζωής τους» μας λέει ο αναπληρωτής καθηγητής Επιδημιολογίας στη Σχολή Δημόσιας Υγείας του κινεζικού Πανεπιστημίου Σουν Γιατ-σεν και επικεφαλής της μελέτης, Γιτσιάνγκ Ζαν.
Μεθοδολογία
Οι ερευνητές χρησιμοποίησαν δημογραφικά, κοινωνικο-οικονομικά και επιδημιολογικά δεδομένα από την Αμερικανική Μελέτη Υγείας και Συνταξιοδότησης (Health and Retirement Study) προκειμένου να εξετάσουν τη σχέση μεταξύ της ψυχολογικής ανθεκτικότητας και του κινδύνου θανάτου σε ηλικιωμένα άτομα.
Για τη μέτρηση της ανθεκτικότητάς τους οι συμμετέχοντες απάντησαν σε ερωτήσεις σχετικά με τον τρόπο που διαχειρίζονται το στρες που προκαλείται από δυσάρεστες καταστάσεις, όπως το τραύμα, ο φόβος για το άγνωστο, οι ξαφνικές αλλαγές στις συνθήκες της ζωής ή η απώλεια αγαπημένων προσώπων.
Με βάση τις απαντήσεις σε αυτές τις ερωτήσεις, αποδόθηκε σε κάθε συμμετέχοντα ένα σκορ ανθεκτικότητας, με κλίμακα από 0 έως 12. Οι ερευνητές χώρισαν τους συμμετέχοντες σε τέσσερις ομάδες ανάλογα με το πόσο ψυχικά ανθεκτικοί ήταν. Σε σύγκριση με την ομάδα με τη μικρότερη ανθεκτικότητα, οι πιο ανθεκτικοί ηλικιωμένοι είχαν 53% λιγότερες πιθανότητες να πεθάνουν τα επόμενα 10 χρόνια.
«Διαπιστώσαμε ότι υπάρχει ξεκάθαρη σχέση μεταξύ υψηλότερου βαθμού ψυχικής ανθεκτικότητας και ελαττωμένου κινδύνου θανάτου από οποιοδήποτε αίτιο. Με κάθε αύξηση του σκορ ανθεκτικότητας βρέθηκε μια σημαντική ελάττωση του κινδύνου θανάτου. Η σχέση μεταξύ των δύο αυτών παραμέτρων ήταν γραμμική, που σημαίνει πως όσο μεγάλωνε η ανθεκτικότητα, αναλογικά ελαττωνόταν ο κίνδυνος θνησιμότητας.
Είναι σημαντικό να σημειώσουμε πως η ευεργετική επίδραση της ανθεκτικότητας στη θνησιμότητα παρέμεινε σταθερή ακόμη και σε συμμετέχοντες που κάπνιζαν ή που έπασχαν από ασθένειες όπως εγκεφαλικό, καρκίνος, υπέρταση, καρδιαγγειακά και διαβήτης. Αυτό σημαίνει πως η προστατευτική επίδραση της ανθεκτικότητας είναι ανεξάρτητη από τις βλαβερές συνήθειες ή τη φύση των παθήσεων από τις οποίες πάσχει ένα άτομο» επισημαίνει ο κινέζος επιστήμονας.
Χάραξη πολιτικών
Ο καθηγητής Ζαν και η ερευνητική του ομάδα ευελπιστούν τα αποτελέσματα της έρευνάς τους να αξιοποιηθούν από τα κράτη προκειμένου να χρηματοδοτηθούν επαρκώς προγράμματα ανάπτυξης ανθεκτικότητας, ιδιαίτερα για τους πιο ευάλωτους πληθυσμούς, όπως οι ηλικιωμένοι και κυρίως όσοι από αυτούς ζουν σε συνθήκες φτώχειας. Σύμφωνα με τον ίδιο, οι κοινωνικοοικονομικοί παράγοντες παίζουν συχνά κρίσιμο ρόλο στη διαμόρφωση της ανθεκτικότητας, καθώς επηρεάζουν την πρόσβαση σε πόρους, την κοινωνική υποστήριξη και τις ευκαιρίες για διαχείριση του άγχους.
Η υλοποίηση εκστρατειών ευαισθητοποίησης, η καθιέρωση προγραμμάτων ψυχικής ανθεκτικότητας στην κοινότητα και η ενσωμάτωση προγραμμάτων εκπαίδευσης του προσωπικού των υπηρεσιών υγείας είναι, κατά τον ίδιο, σημαντικά βήματα προς αυτή την κατεύθυνση.
«Προτεραιότητα πρέπει να δοθεί επίσης στην πρόσβαση σε υπηρεσίες ψυχικής υγείας και σε πολιτικές μείωσης της φτώχειας και ενίσχυσης του επιπέδου εγγραμματοσύνης υγείας του πληθυσμού. Ακόμη, η δημιουργία σχετικών προγραμμάτων σε χώρους εργασίας θα βοηθήσει στην ενσωμάτωση μιας κουλτούρας ανθεκτικότητας σε περιβάλλοντα όπου οι άνθρωποι καλούνται να αντιμετωπίζουν προκλήσεις καθημερινά.
Δεν πρέπει ακόμη να ξεχνάμε πως η ψηφιακή τεχνολογία μπορεί να προσφέρει τεράστιες δυνατότητες ενίσχυσης της ανθεκτικότητας με εφαρμογές που ενισχύουν την κοινωνική δικτύωση και την πρόσβαση σε πληροφορίες. Ολες αυτές οι στρατηγικές μπορούν να συμβάλουν στη δημιουργία υγιέστερων πληθυσμών που θα έχουν την ικανότητα να ελίσσονται με άνεση και να διαχειρίζονται καλύτερα τις δυσκολίες που θα τους παρουσιάζονται, μειώνοντας παράλληλα τα ποσοστά θνησιμότητας και βελτιώνοντας την ποιότητα ζωής τους».
Πώς συνδέονται φτώχεια και θνησιμότητα
Επόμενος στόχος του καθηγητή Ζαν είναι η λεπτομερής μελέτη των διαφορών ψυχικής ανθεκτικότητας μεταξύ ατόμων υψηλού και χαμηλού κοινωνικο-οικονομικού επιπέδου. Αυτό, όπως εξηγεί, αναμένεται να δώσει τεκμηριωμένες απαντήσεις σχετικά με το πώς ο κοινωνικός αποκλεισμός και η φτώχεια σχετίζονται με τη θνησιμότητα του πληθυσμού.
«Θα θέλαμε ακόμη να μελετήσουμε την αιτιότητα μεταξύ της ψυχικής ανθεκτικότητας και διαφορετικών καταστάσεων υγείας σε μακρές χρονικές περιόδους και λαμβάνοντας υπόψη δημογραφικούς, πολιτισμικούς, κοινωνικούς, συμπεριφορικούς και περιβαλλοντικούς παράγοντες.
Εχει μεγάλη σημασία να γίνουν παρόμοιες μελέτες σε πληθυσμούς με διαφορετικά πολιτισμικά και γενετικά χαρακτηριστικά που ζουν κάτω από διαφορετικές κοινωνικές συνθήκες προκειμένου να αυξήσουμε την αξιοπιστία και την εφαρμογή των ευρημάτων της μελέτης μας σε παγκόσμια κλίμακα. Η έρευνα άλλωστε για την ψυχική ανθεκτικότητα απαιτεί τη σύμπραξη πολλών ειδικοτήτων, όπως ψυχολόγων, ειδικών δημόσιας υγείας, γεροντολόγων και κοινωνιολόγων» καταλήγει.