Είναι ίσως η πιο υποδιαγνωσμένη νόσος των τελευταίων ετών. Αποτελεί «τέκνο» της πανδημίας του SARS-CoV-2, το οποίο δεν θα «γεννιόταν» αν δεν ενέσκηπτε στον πλανήτη η COVID-19. Είναι μια νόσος με πολλά πρόσωπα (όσα και τα εκατομμύρια των ασθενών που ταλαιπωρεί) αλλά σχεδόν τέσσερα χρόνια μετά το ξέσπασμα της κορωνο-πανδημίας, παραμένει εν πολλοίς «απρόσωπη» ακόμη και για ειδικούς. Η long COVID, η οποία «πλήττει» περί το 10% των ατόμων που μολύνονται με τον SARS-CoV-2 (και αυτό με τις πιο συντηρητικές εκτιμήσεις), είναι από τις πιο παρεξηγημένες νόσους – υπάρχουν ακόμη και ισχυρισμοί περί μη ύπαρξής της.
Νέους δρόμους ανοίγουν τα ευρήματα
Τώρα όμως μια νέα μελέτη ερευνητών της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Γέιλ και της Ιατρικής Σχολής Icahn στο Ιατρικό Κέντρο «Ορος Σινά» (Mount Sinai), που δημοσιεύθηκε στο έγκριτο επιστημονικό περιοδικό «Nature», έρχεται να ξεκαθαρίσει το τοπίο αποδεικνύοντας ότι η long COVID είναι μια άκρως υπαρκτή βιολογική νόσος και ότι οι ασθενείς που πάσχουν από αυτή εμφανίζουν σαφείς ανοσολογικές και ορμονικές διαφορές σε σύγκριση με τους μη πάσχοντες. Διαφορές που αποτυπώνονται στο αίμα τους μέσω συγκεκριμένων βιοδεικτών οι οποίοι μπορούν να αποτελέσουν τη βάση ανάπτυξης ενός διαγνωστικού αιματολογικού τεστ για τη νόσο.
«Το Βήμα» μίλησε με την κύρια ερευνήτρια πίσω από τη μελέτη δρα Ακίκο Ιγουασάκι, καθηγήτρια Ανοσοβιολογίας και Μοριακής, Κυτταρικής και Αναπτυξιακής Βιολογίας στο Γέιλ (έτερος κύριος ερευνητής ήταν ο καθηγητής της Ιατρικής Σχολής Icahn Ντέιβιντ Πουτρίνο), σχετικά με τους δρόμους που ανοίγουν τα νέα ευρήματα για τα τουλάχιστον 70 εκατομμύρια άτομα που εκτιμάται ότι ταλαιπωρούνται επί μακρόν από τα «απόνερα» της COVID-19.
Ως μακρά COVID, η οποία αναγνωρίστηκε επισήμως ως νέο σύνδρομο από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας το 2021, ορίζεται η ύπαρξη συμπτωμάτων 12 εβδομάδες μετά την αρχική λοίμωξη. Συμπτώματα που περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων γνωστικά προβλήματα – η αποκαλούμενη «ομίχλη εγκεφάλου» – ακραία κόπωση, δύσπνοια, καρδιολογικές επιπλοκές, χρόνιο πόνο. Εξ ου και η long COVID «δεν αποτελεί μια οντότητα αλλά πολλές οντότητες κάτω από την ίδια ομπρέλα και για αυτό απαιτεί ενδελεχή διάγνωση και εξατομικευμένη αντιμετώπιση» σημείωσε η δρ Ιγουασάκι. Ο εντοπισμός συγκεκριμένων βιοδεικτών στο αίμα των ασθενών αποτελεί ένα μεγάλο βήμα προς αυτή την κατεύθυνση.
Η ταυτότητα της έρευνας
Για να εντοπίσουν τους βιοδείκτες οι ερευνητές μελέτησαν 271 ασθενείς του «Ορους Σινά» και της Ιατρικής Σχολής του Γέιλ μεταξύ Ιανουαρίου 2021 και Ιουνίου 2022. Τους χώρισαν σε τρεις ομάδες: άτομα που δεν είχαν μολυνθεί ποτέ με τον SARS-CoV-2, άτομα που είχαν αναρρώσει πλήρως από επιβεβαιωμένη λοίμωξη με τον ιό και άτομα με ενεργά συμπτώματα long COVID επί τουλάχιστον τέσσερις μήνες ή και περισσότερο μετά από επιβεβαιωμένη λοίμωξη. Ελαβαν δείγμα αίματος από όλους τους εθελοντές, εντόπισαν ομοιότητες και διαφορές στους βιοδείκτες μεταξύ των ομάδων και στη συνέχεια χρησιμοποίησαν μηχανική μάθηση προκειμένου να κατανοήσουν ποιοι βιοδείκτες ήταν οι καλύτεροι ώστε ο αλγόριθμος να μπορεί να «αναγνωρίζει» τους ασθενείς με long COVID.
Συνολικά ο αλγόριθμος ήταν σε θέση να διαχωρίζει τα άτομα με long COVID από εκείνα που δεν εμφάνιζαν μακρά COVID με ακρίβεια της τάξεως του 96% μέσω των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών στο αίμα των ασθενών με long COVID.
Τα χαρακτηριστικά των ασθενών με covid
Ποια ήταν όμως αυτά τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά; Οπως μας εξήγησε η δρ Ιγουασάκι, η οποία μελετά την COVID-19 από την αρχή της πανδημίας και θεωρείται από τους πλέον ειδικούς παγκοσμίως, «η πιο χαρακτηριστική διαφορά που εντοπίσαμε στους ασθενείς με μακρά COVID αφορούσε τα επίπεδα κορτιζόλης – ήταν πολύ χαμηλότερα σε σύγκριση με εκείνα των ατόμων που είχαν αναρρώσει πλήρως καθώς και όσων δεν είχαν νοσήσει ποτέ. Πιθανώς αυτός ο δείκτης εξηγεί την τρομερή κόπωση που έχουν οι μακροχρόνια ασθενείς.
Ενα δεύτερο χαρακτηριστικό ήταν το «ξύπνημα» του ιού Epstein-Barr και άλλων ερπητοϊών στους long COVID ασθενείς. Ο ιός Epstein-Barr και άλλοι συγγενείς του ιοί βρίσκονται σε κατάσταση «ύπνωσης» στον οργανισμό του 95% των ενηλίκων. Ωστόσο στα άτομα με long COVID επανενεργοποιούνται και συμβάλλουν στα συμπτώματα της μακράς COVID.
Εντοπίστηκαν επίσης διαφορές στα Τ και Β κύτταρα του ανοσοποιητικού συστήματος μεταξύ ασθενών και μη – συγκεκριμένα είδαμε υπερενεργοποιημένα Β κύτταρα και «εξαντλημένα» Τ κύτταρα στους ασθενείς με long COVID, γεγονός που μαρτυρεί ότι το ανοσοποιητικό τους σύστημα δυσλειτουργεί με αποτέλεσμα η νόσος να συντηρείται».
Τώρα που «συνελήφθησαν» πλέον στο αίμα συγκεκριμένα βιολογικά χαρακτηριστικά τα οποία δείχνουν την ύπαρξη της long COVID ανοίγει (επιτέλους) ο δρόμος για τεστ αίματος που θα διαγιγνώσκει τη νόσο. Πόσο κοντά είμαστε στην ανάπτυξη και ευρεία εφαρμογή του;
«Ελπίζουμε ότι στο όχι και τόσο μακρινό μέλλον ένα διαγνωστικό τεστ αίματος για τη long COVID θα αποτελέσει γεγονός. Δεδομένου όμως ότι η μακρά COVID είναι «πολυπρόσωπη», εκτιμώ ότι θα χρειαστεί να βρούμε συγκεκριμένους βιοδείκτες για τον κάθε τύπο της ώστε να γνωρίζουμε από ποιον τύπο πάσχει ο κάθε ασθενής. Ιδανικά θα πρέπει να αναπτυχθεί ένα πάνελ βιοδεικτών και να εξετάζουμε τους ασθενείς με βάση αυτό το πάνελ ώστε να βλέπουμε από ποιον τύπο long COVID πάσχουν και τελικά να εξατομικεύουμε τις θεραπείες που θα τους χορηγούμε».
Για να αποκτηθεί σαφέστερη εικόνα σχετικά με την «πολυπρόσωπη» long COVID οι ερευνητές συλλέγουν ήδη περισσότερους εθελοντές και δείγματα αίματος για ανάλυση, μας πληροφόρησε η καθηγήτρια. «Ευελπιστούμε ότι σύντομα θα έχουμε αποτελέσματα καθώς και ότι άλλες ομάδες θα χρησιμοποιήσουν στις μελέτες τους τους βιοδείκτες που εντοπίσαμε προκειμένου να δούμε αν επιβεβαιώνονται τα ευρήματά μας».
Κλείνοντας η καθηγήτρια τόνισε ότι η μελέτη αυτή αποτελεί, εκτός των άλλων, μια «δικαίωση» για τα εκατομμύρια ασθενών που παλεύουν καθημερινά με τα «παρελκόμενα» της COVID-19. «Ελπίζω ότι τα ευρήματά μας θα πείσουν τους πάντες ότι η long COVID είναι μια πραγματική νόσος η οποία αποτυπώνεται μέσω συγκεκριμένων βιολογικών χαρακτηριστικών και όχι μια «κατά φαντασίαν» ασθένεια»…
Δοκιμή φαρμάκου ενάντια στη νόσο
Στη μάχη για να εμπλουτιστεί το αντι-long COVID φαρμακευτικό οπλοστάσιο καθώς μετά τη σωστή διάγνωση της long COVID το κύριο ζητούμενο είναι η σωστή θεραπεία της, η δρ Ιγουασάκι και οι συνεργάτες της βρίσκονται σε διαδικασία διεξαγωγής κλινικής δοκιμής σε ανθρώπους του αντι-ιικού φαρμάκου Paxlovid το οποίο επίσης αποτελεί «πανδημικό τέκνο».
«Συλλέγουμε εθελοντές με μακρά COVID στους οποίους θα χορηγήσουμε το φάρμακο επί 15 ημέρες. Θα ελέγξουμε τους βιοδείκτες που ανακαλύψαμε πριν και μετά τη θεραπεία προκειμένου να δούμε αν αυτή θα επηρεάσει κάποιους. Η λογική πίσω από τη δοκιμή του Ρaxlovid ενάντια στη long COVID βασίζεται στο πλήθος ερευνητικών στοιχείων που δείχνουν ότι ο SARS-CoV-2 παραμένει επί μακρόν σε συστήματα του οργανισμού των ασθενών. Ετσι πιθανώς η λήψη του αντι-ιικού φαρμάκου θα οδηγήσει σε βελτίωση της κατάστασής τους. Οψόμεθα…».