Οι ερευνητές λένε πως την πρώτη φορά που κατέγραψαν το φαινόμενο νόμιζαν ότι τα όργανά τους ήταν ελαττωματικά: με βάση όσα γνωρίζουμε, τίποτα δεν θα μπορούσε να παράγει οξυγόνο στον σκοτεινό βυθό του ωκεανού, εκεί όπου η φωτοσύνθεση είναι απλά αδύνατη.
Κι όμως, τα επίπεδα οξυγόνου στον βυθό του Ειρηνικού ήταν υψηλότερα από ό,τι στα επιφανειακά νερά όπου ζει το φυτοπλαγκτόν. Το αέριο φαίνεται ότι παράγεται από μεταλλικούς σβόλους που περιέργως διασπούν το θαλασσινό νερό με ηλεκτρόλυση.
Είναι η πρώτη φορά που καταγράφεται οπουδήποτε στον πλανήτη αβιοτική παραγωγή οξυγόνου χωρίς φωτοσύνθεση, αναφέρουν στο περιοδικό «Nature Geoscience» οι ωκεανογράφοι που ανακάλυψαν το φαινόμενο.
Προειδοποιούν δε ότι τα σχέδια εξόρυξης αυτών των περίεργων σβόλων, οι οποίοι είναι γνωστοί ως «πολυμεταλλικοί κόνδυλοι» ή «όζοι», απειλούν τα άγνωστα οικοσυστήματα που μπορεί να τροφοδοτούνται από αυτό το «σκοτεινό οξυγόνο».
Η ομάδα του Αντριου Σουίτμαν, καθηγητή της Σκοτικής Ενωσης Θαλάσσιας Επιστήμης, παρατήρησε κάτι περίεργο στη διάρκεια ερευνητικής αποστολής το 2013, όταν εξερευνούσε τον βυθό στη «Ζώνη Κλάριον-Κλίπερτον», μια περιοχή του βυθού μεγαλύτερη από την Ινδία, ανάμεσα στο Μεξικό και στη Χαβάη, όπου εστιάζονται τα σχέδια εξορύξεων ανοιχτής θάλασσας.
Οι ερευνητές χρησιμοποίησαν έναν κλωβό που βυθίζεται στα ιζήματα και απομονώνει ένα τμήμα του βυθού μαζί με μια ποσότητα θαλασσινού νερού. Σε αυτό το κλειστό σύστημα, η συγκέντρωση διαλυμένου οξυγόνου θα έπρεπε αργά αλλά σταθερά να πέφτει. Κι όμως, αντί να μειώνεται, αυξανόταν σε επίπεδα που δεν συναντώνται ακόμα και στην επιφάνεια της θάλασσας.
Ο Σουίτμαν θεώρησε τότε ότι κάτι δεν πήγαινε καλά με τους αισθητήρες. Το ίδιο πίστεψε όταν το φαινόμενο καταγράφηκε σε άλλο σημείο του βυθού. Πέρασαν χρόνια, μέχρι το 2021, πριν ο ερευνητής πειστεί χάρη σε μια διαφορετική τεχνική μέτρησης του οξυγόνου. «Οταν το αποτέλεσμα βγήκε ίδιο και με τη δεύτερη μέθοδο, γνωρίζαμε ότι είχαμε ανακαλύψει κάτι αναπάντεχο και ανήκουστο» δήλωσε ο ερευνητής.
Ο μηχανισμός παραγωγής οξυγόνου παραμένει εν πολλοίς μυστηριώδης, φαίνεται όμως ότι συνδέεται άμεσα με τους πολυμεταλλικούς κονδύλους, αναφέρει η ομάδα. Οταν ανασύρθηκαν από τον βυθό και μεταφέρθηκαν σε δεξαμενές στο εργαστήριο, οι κόνδυλοι διαπιστώθηκε ότι παράγουν με κάποιον τρόπο ηλεκτρική τάση στην επιφάνειά τους.
Η τάση ήταν μικρή, 0,95 Volt, αυξανόταν όμως σημαντικά όταν αρκετοί κόνδυλοι άγγιζαν ο ένας τον άλλον, σαν μπαταρίες που συνδέονται στη σειρά. Θεωρητικά, η τάση θα μπορούσε έτσι να αυξηθεί στα 1,5 V, αρκετά μεγάλη για να ηλεκτρολύει το νερό σε οξυγόνο και υδρογόνο. «Φαίνεται ότι ανακαλύψαμε μια φυσική «γεωμπαταρία»» δήλωσε ο Φραντς Γκάιγκερ του Πανεπιστημίου Northwestern στις ΗΠΑ, ο έτερος συνεπικεφαλής της μελέτης.
Παραμένει ωστόσο ασαφές ποια μπορεί να είναι η πηγή ενέργειας που δημιουργεί την ηλεκτρική τάση στην επιφάνεια των κονδύλων, όπως φαίνεται επ’ αόριστον. Η εξήγηση που προτείνουν οι ερευνητές είναι μια χημική αντίδραση οξειδίων του σιδήρου με το θαλασσινό νερό, μια αντίδραση που σύμφωνα με προηγούμενες έρευνες του Γκάιγκερ παράγει ηλεκτρικό ρεύμα,.
Η Ζώνη Κλάριον-Κλίπερτον προσελκύει τις μεταλλευτικές εταιρείες επειδή οι πολυμεταλλικοί κόνδυλοι που την καλύπτουν εκτιμάται ότι περιέχουν περισσότερο κοβάλτιο, νικέλιο, μαγγάνιο και λίθιο από ό,τι όλα τα χερσαία ορυχεία μαζί.
Η μελέτη έρχεται την ώρα που η Διεθνής Αρχή Θαλάσσιου Βυθού καταρτίζει κανόνες για τις εξορύξεις ανοιχτής θάλασσας, οι οποίοι αναμένεται να ανοίξουν τον δρόμο για την εκμετάλλευση της Ζώνης.
Οι αντιδράσεις είναι πάντως σημαντικές, με την Ελλάδα και ακόμα περίπου 30 χώρες να ζητούν την επιβολή μορατόριουμ στα ωκεάνια ορυχεία.