Η κληρονομιά του Κοπέρνικου
Εκδόσεις Ροπή
σελ. 273, τιμή 14,84 ευρώ
Πόσο μοναδική είναι η θέση μας στο Σύμπαν; Το ερώτημα αυτό έχει αποπειραθεί να απαντηθεί από τη γένεση του πολιτισμού και έχουν δοθεί διάφορες απαντήσεις. Μια παράδοση που έχει να κάνει με τους προσωκρατικούς φιλοσόφους και ειδικότερα με την «ατομική σχολή» υποστήριζε ότι τίποτε ιδιαίτερο δεν έχει η θέση του ανθρώπου και της Γης στο Σύμπαν, το οποίο βρίθει κόσμων. Αργότερα, ο Αριστοτέλης έδωσε κεντρική σημασία στη Γη, η οποία αποτελεί, κατ’ αυτόν, το κέντρο του Σύμπαντος, γύρω από το οποίο χορεύουν άστρα και πλανήτες τοποθετημένα σε κρυστάλλινες σφαίρες. Η χριστιανική κοσμολογία, όπως αναπτύσσεται στον Μεσαίωνα, προχωρεί ένα βήμα παραπέρα κρατώντας τα βασικά χαρακτηριστικά της αριστοτέλειας θεώρησης, αλλά ταυτόχρονα ανυψώνει τον άνθρωπο σε κεντρικό ρόλο, σε κορωνίδα της δημιουργίας, για τον οποίο ο κόσμος φτιάχτηκε.
Από το πέρας του Μεσαίωνα και παράλληλα με την ανάπτυξη της επιστήμης άρχισε η επανεξέταση του ερωτήματος αυτού σε μια περισσότερο εμπειρική βάση. Η προσπάθεια αυτή συνεχίζεται μέχρι τις μέρες μας και αποτελεί το κύριο θέμα του βιβλίου του Caleb Scharf «Η κληρονομιά του Κοπέρνικου» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ροπή. Ο συγγραφέας, διευθυντής του Ινστιτούτου Αστροβιολογίας στο Πανεπιστήμιο Columbia της Νέας Υόρκης, τονίζει τη διεπιστημονικότητα της προσπάθειας αυτής και επιτυγχάνει να δώσει στον αναγνώστη μια μεστή εικόνα για το τι έχουμε καταφέρει να κατανοήσουμε, ποια είναι τα προβλήματα καθώς και πού φαίνεται να οδεύουν οι εξελίξεις μελλοντικά.
Αναζητώντας
απαντήσεις
Ο σημαντικότερος σταθμός στην κατανόηση της θέσης μας στον κόσμο τη νεότερη εποχή είναι η διατύπωση του πρώτου ηλιοκεντρικού μοντέλου από τον Κοπέρνικο. Παρότι από την εποχή της αρχαίας Ελλάδας υπήρξαν στοχαστές που είχαν πιθανολογήσει ότι η Γη περιφέρεται γύρω από τον Ηλιο, κανένας δεν φαίνεται να πρότεινε ποτέ κάποιο μαθηματικό μοντέλο που να δούλευε το ίδιο καλά με το γεωκεντρικό. Ο Κοπέρνικος ήταν ο πρώτος που έγραψε ένα τέτοιο μοντέλο, γεγονός που πυροδότησε εν καιρώ την επιστημονική επανάσταση. Τα γεγονότα περιγράφονται κάπως απλοϊκά από τον Scharf, τουλάχιστον υπό τα αυστηρά κριτήρια ενός ιστορικού της επιστήμης, ωστόσο στόχος του βιβλίου δεν είναι η ιστορία. Το γεγονός παραμένει ότι η επανάσταση που ξεκίνησε ο Κοπέρνικος μείωσε με τρόπο δραστικό και αμετάκλητο τη σημασία της θέσης μας στον κόσμο. Η Γη δεν ήταν πια το κέντρο του Σύμπαντος. Ο Ηλιος, όπως αργότερα διαπιστώθηκε, δεν ήταν καν το κέντρο του κόσμου, αλλά αποτελούσε ένα άστρο μέσα στον Γαλαξία, ο οποίος με τη σειρά του δεν είναι παρά ένας από τους ασύλληπτα πολλούς γαλαξίες που υπάρχουν στο Σύμπαν. Η λεγόμενη «Κοπερνίκεια αρχή» υποδηλώνει ακριβώς αυτό, ότι δηλαδή ουδεμία ιδιαιτερότητα έχει η θέση μας στο Σύμπαν.
Είναι όμως ακριβώς έτσι; Ο σχηματισμός του Ηλιου και του ηλιακού συστήματος, οι συνθήκες που επικρατούν στη Γη και η ανάπτυξη ζωής με τη συγκεκριμένη χημεία πόσο συνηθισμένα μπορεί είναι στο Σύμπαν; Για να απαντηθεί αυτό οι διαδικασίες που οδηγούν στη σημερινή κατάσταση θα πρέπει να κατανοηθούν επαρκώς. Γνωρίζουμε πλέον με βεβαιότητα ότι το Σύμπαν εξελίχθηκε από μια κατάσταση πυκνή και θερμή, από την οποία δημιουργήθηκαν τα θεμελιώδη στοιχεία που απαντώνται στα αστέρια. Αυτό είναι που οι επιστήμονες ονομάζουν «Μεγάλη Εκρηξη». Στη συνέχεια το Σύμπαν άρχισε να κρυώνει και να διαστέλλεται, μια διαδικασία που συνεχίζεται μέχρι τις μέρες μας. Αστέρια δημιουργήθηκαν, έζησαν και στη συνέχεια τελείωσαν τη ζωή τους με μεγάλες εκρήξεις, γνωστές ως «υπερκαινοφανείς». Οι υπερκαινοφανείς είναι αποτέλεσμα των ίδιων πυρηνικών αντιδράσεων που έφτιαξαν τα βαριά στοιχεία τα οποία απαρτίζουν τα σώματά μας και τα εκτίναξαν στο Σύμπαν. Τα βαριά στοιχεία αυτά τα βρίσκουμε στους βραχώδεις πλανήτες, παράδειγμα από τους οποίους αποτελεί η Γη. Η ζωή στη Γη φαίνεται να εμφανίστηκε σχετικά γρήγορα στην κοσμική κλίμακα, μόλις μερικές εκατοντάδες εκατομμύρια χρόνια μετά τον σχηματισμό του πλανήτη. Στη συνέχεια χρειάστηκαν να περάσουν τέσσερα περίπου δισεκατομμύρια χρόνια ώστε με τη διαδικασία της εξέλιξης να φτάσουμε στον άνθρωπο.
Η μεγάλη διαδρομή
Στη σταδιακή ανακάλυψη της πορείας αυτής σημειώθηκαν μεγάλες διακυμάνσεις στη δημοτικότητα της «Κοπερνίκειας αρχής», όπως πολύ πετυχημένα παρουσιάζονται από το Scharf στο βιβλίο. Η διαδικασία που οδηγεί από τη «Μεγάλη Εκρηξη» στον άνθρωπο απαιτεί τη σύγκλιση διαφορετικών και ανεξάρτητων μονοπατιών φυσικής, χημείας, αστρονομίας και βιολογίας. Μια τέτοια σύγκλιση δεν είναι καθόλου προφανές ότι μπορεί να συμβεί εύκολα. Προβλήματα όπως το μη δεδομένο της σταθερότητας των πλανητικών τροχιών στα διαστήματα που χρειάζεται για να εμφανιστεί ζωή, ο ίδιος ο σχηματισμός της ζωής στην αρχέγονη γη, ακόμη και η φύση των νόμων της Φυσικής που φαίνεται να έχουν τις σωστές αναλογίες για την εμφάνιση της ζωής δημιουργούν δικαιολογημένα αμφιβολίες για το αν πράγματι η «Κοπερνίκεια αρχή» μπορεί να διατηρηθεί. Τέτοια ζητήματα έχουν οδηγήσει ορισμένους στο να επικαλεστούν διάφορες πιο ριζοσπαστικές ιδέες, όπως τη λεγόμενη «Ανθρωπική αρχή», υποθέσεις για πολλαπλούς (ή και παράλληλους) κόσμους, ή ακόμη την επίκληση ενός ευφυούς Δημιουργού.
Παρ’ όλα αυτά, ίσως είναι ακόμη πολύ πρώιμο να μιλάμε για τέτοιες λύσεις. Η πρόοδος της αστροφυσικής μάς έχει αποκαλύψει ότι υπάρχουν πολλοί βραχώδεις πλανήτες στο Σύμπαν, περισσότεροι από όσο αρχικά νομίζαμε, και τα οργανικά συστατικά από τα οποία αποτελούνται οι ζωντανοί οργανισμοί δεν φαίνεται να είναι και τόσο σπάνια. Η κατανόηση της ζωής σε ακραίες συνθήκες, αλλά και οι ιδιότητες των αυτο-οργανούμενων (self-organized) συστημάτων δείχνουν ότι θα μας επιτρέψουν να κατανοήσουμε αργά ή γρήγορα πώς συνέβη η αβιογένεση. Οι αδιανόητα μεγάλες αποστάσεις στο Σύμπαν επιβραδύνουν τη διαδικασία να εξερευνήσουμε τον εντοπισμό ζωής αλλού, αλλά παρ’ όλα αυτά σταθερά βήματα λαμβάνουν χώρα. Η λεπτομερής συζήτηση των θεμάτων αυτών σε γλώσσα προσιτή στο ευρύ κοινό από έναν διεθνώς καταξιωμένο ειδικό στο αντικείμενο αποτελεί βασικό προσόν του βιβλίου, το οποίο επιτρέπει στον αναγνώστη να δει τι γνωρίζουμε τώρα, αλλά και να πάρει μια κάποια γεύση για το τι περιμένουμε στο μέλλον.
Σε τελική ανάλυση, οφείλουμε να μην ξεχνάμε τη θέση μας στην Ιστορία, ούτε να υπερεκτιμάμε το πού βρίσκεται ο σύγχρονος πολιτισμός. Η γέννηση της δυτικής σκέψης, του μόνου εργαλείου που κατάφερε να οδηγήσει στην ανάπτυξη της επιστήμης, συντελέστηκε δυόμισι χιλιάδες χρόνια πριν, όταν ο Θαλής ο Μιλήσιος διαχώρισε τον «λόγο» από τον «μύθο». Χρειάστηκαν να περάσουν πάνω από δύο χιλιάδες χρόνια για να καταφέρουμε με την επιστημονική επανάσταση να μιλάμε για φυσικό νόμο και ποσοτική περιγραφή φαινομένων. Η διαδικασία αυτή είναι κτήμα μας για μόλις λίγες εκατοντάδες χρόνια. Είμαστε ακόμα στην αρχή και έχουμε πολλά να μάθουμε. Και το μόνο σίγουρο είναι ότι οι πιο ενδιαφέρουσες πτυχές του Σύμπαντος δεν έχουν ακόμα αποκαλυφθεί.