Από την αρχαιότητα τα κοράκια κατείχαν ξεχωριστή θέση σε μύθους, λαϊκές δοξασίες αλλά και στη λογοτεχνία. Πρόσφατη έρευνα έρχεται να καταδείξει ότι τα κοράκια… κέρδισαν δίκαια τη θέση τους στο φαντασιακό του ανθρώπου: επιστήμονες βρήκαν ότι τα πουλιά αυτά έχουν κάποια χαρακτηριστικά που τα διαφοροποιούν σημαντικά από τα υπόλοιπα πτηνά και τα οποία έδωσαν τη δυνατότητα στα κοράκια να επεκταθούν σε όλον τον κόσμο.
Η ικανότητά τους να ταξιδεύουν σε διαφορετικά περιβάλλοντα, οδήγησε στην εμφάνιση νέων ειδών τα οποία ήταν προσαρμοσμένα στο εκάστοτε ενδιαίτημα. Τα αποτελέσματα αυτά, τα οποία δημοσιεύτηκαν στην επιστημονική επιθεώρηση «Nature Communications», φωτίζουν μία σημαντική πτυχή των μηχανισμών οι οποίοι συμβάλλουν στην εξέλιξη των ειδών και εξηγούν τον πλούτο της βιοποικιλότητας.
Απεικονίζοντας τις σχέσεις των ειδών
Τα κοράκια έχουν αποτελέσει ένα ιδιαίτερο σύμβολο για πολλούς πολιτισμούς – από ιερό ζώο που προστατεύει τις καλλιέργειες μέχρι αγγελιαφόρος κακών μαντάτων, οι άνθρωποι έχουν προσδώσει στο πτηνό αυτό μία ξεχωριστή σημασία. Ισως όχι τυχαία, τα κοράκια είναι ιδιαίτερα έξυπνα πουλιά. Χρησιμοποιούν διάφορες ευφυείς τεχνικές για να παγιδεύσουν τη λεία τους, αναγνωρίζουν χαρακτηριστικά του ανθρώπου ενώ μπορούν να λύνουν μέχρι και απλούς… γρίφους που σχεδιάζονται από τους ερευνητές. Ενα από τα άλυτα αινίγματα που αφορούν τα κοράκια, τα οποία ανήκουν στην οικογένεια Corvidae, είναι ότι εμφανίζουν μεγάλη ποικιλομορφία, ενώ παράλληλα συναντώνται σε ένα πλήθος ενδιαιτημάτων.
Στην πρόσφατη μελέτη τους, μία διεθνής ομάδα επιστημόνων αποφάσισε να διερευνήσει περαιτέρω αυτή την ανεξερεύνητη πτυχή των κορακιών. Για τον σκοπό αυτόν, οι ερευνητές πραγματοποίησαν δύο τύπους μελετών. Αρχικά, αξιοποίησαν γενετικά δεδομένα για να δημιουργήσουν ένα αναλυτικό φυλογενετικό δέντρο των πτηνών που ανήκουν στην ευρύτερη οικογένεια Corvidae, δηλαδή ένα σχεδιάγραμμα το οποίο απεικονίζει τις εξελικτικές σχέσεις μεταξύ των διαφορετικών ειδών που ανήκουν στη συγκεκριμένη οικογένεια. Τα αποτελέσματα της συγκεκριμένης ανάλυσης έδειξαν ότι τα μέλη της οικογένειας Corvidae ξεκίνησαν να διαφοροποιούνται πριν από περίπου 20 εκατομμύρια χρόνια, ενώ το γένος Corvus, στο οποίο ανήκουν τα κοράκια, εμφανίστηκε πριν από περίπου 10 εκατομμύρια χρόνια.
Επειτα, χρησιμοποιώντας υπολογιστικά μοντέλα, οι ερευνητές διερεύνησαν τον ρυθμό με τον οποίο εμφανίζονταν νέα είδη στο πέρασμα του χρόνου. Τα μοντέλα αυτά έδειξαν ότι τα διάφορα είδη κορακιών εμφανίστηκαν με μεγαλύτερο ρυθμό σε σχέση με τα είδη της ίδιας οικογένειας τα οποία δεν ανήκουν στο γένος Corvus.
Τα μορφολογικά χαρακτηριστικά
Σε μία δεύτερη σειρά πειραμάτων, οι ερευνητές πραγματοποίησαν μετρήσεις σε διάφορα φυσικά χαρακτηριστικά των πτηνών, όπως το μέγεθος του κρανίου, το μήκος του ράμφους και άλλων σημαντικών οστών τα οποία θεωρούνται σημαντικά για την πτήση. Τα χαρακτηριστικά αυτά μελετήθηκαν αξιοποιώντας σκελετούς σύγχρονων ειδών αλλά και σκελετούς ειδών που έχουν εξαφανιστεί, οι οποίοι φυλάσσονται σε μουσεία. Με τον τρόπο αυτόν, δημιούργησαν μία βάση δεδομένων με σημαντικά μορφολογικά χαρακτηριστικά των πτηνών. Αναλύοντας αυτά τα δεδομένα οι ερευνητές κατάφεραν να αναγνωρίσουν τα χαρακτηριστικά τα οποία διαφοροποιούν τα κοράκια από τα υπόλοιπα πτηνά της οικογένειας Corvidae. «Οι πρόγονοι των κορακιών έχουν τρία «ειδικά» χαρακτηριστικά τα οποία τους επέτρεψαν να κατακτήσουν όλον τον κόσμο και να διαφοροποιηθούν σε πολλά είδη: ήταν μεγάλα, είχαν σχετικά μακριά φτερά και ιδιαίτερα μεγάλο εγκέφαλο» αναφέρει στο ΒΗΜΑ-Science ο δρ Κάρλος Μποτέρο, επίκουρος καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Ουάσιγκτον στο Σεντ Λούις και υπεύθυνος της εν λόγω έρευνας. Τα χαρακτηριστικά αυτά έδωσαν στα κοράκια τη δυνατότητα όχι μόνο να ταξιδέψουν σε μεγάλες αποστάσεις, αλλά και να προσαρμοστούν σε διαφορετικά περιβάλλοντα. «Τα μακριά φτερά τούς επέτρεψαν να διανύσουν μεγάλες αποστάσεις και να φτάσουν απομακρυσμένες περιοχές. Το μεγάλο σώμα τούς έδωσε πιθανότατα το πλεονέκτημα να ανταγωνιστούν άλλα είδη πουλιών τα οποία προϋπήρχαν στις καινούργιες περιοχές όπου έφταναν τα κοράκια. Τέλος, το μεγάλο μέγεθος του εγκεφάλου συνέβαλε στο να βρουν καινούργιους τρόπους να επιβιώσουν και να εξασφαλίσουν την τροφή τους, σε μέρη όπου δεν είχαν ξαναβρεθεί προηγουμένως. Αυτό το τρίπτυχο είναι ένας συνδυασμός ο οποίος έδωσε στα κοράκια ένα σαφές πλεονέκτημα στην εξάπλωσή τους» σημειώνει ο καθηγητής.
Κλειδί το μέγεθος του εγκεφάλου
Τρία σημαντικά χαρακτηριστικά λοιπόν έδωσαν τη δυνατότητα στα κοράκια να προσαρμόζονται σε πολύ διαφορετικά ενδιαιτήματα, όπως στο θερμό κλίμα της ερήμου αλλά και στις παγωμένες περιοχές της Αρκτικής. Το πιο κρίσιμο από αυτά είναι το μεγάλο μέγεθος του εγκεφάλου, το οποίο, όπως εξηγεί ο ερευνητής, πιθανότατα συμβαδίζει με την υψηλή νοημοσύνη. «Ολα τα ευρήματα υποδεικνύουν ότι το μεγάλο μέγεθος του εγκεφάλου συνδέεται με την ενισχυμένη νοημοσύνη» αναφέρει οι καθηγητής. «Στα πουλιά, τα είδη τα οποία έχουν μεγαλύτερο εγκέφαλο τείνουν να είναι πιο ευέλικτα στη συμπεριφορά τους και να έχουν εκτεταμένες περιοχές του εγκεφάλου οι οποίες εμπλέκονται σε σύνθετες γνωστικές διαδικασίες όπως ο σχεδιασμός και η επίλυση προβλημάτων» σημειώνει ο ίδιος, συμπληρώνοντας ότι «τα κοράκια είναι θεαματικά ευέλικτα ως προς τη συμπεριφορά τους, ενώ το μέγεθος του εγκεφάλου τους είναι από τα μεγαλύτερα που συναντώνται στα πουλιά».
Οι μυθικές διαστάσεις λοιπόν που έχουν δώσει οι άνθρωποι εδώ και αιώνες στα κοράκια φαίνεται ότι εν μέρει… συμβαδίζουν με τα ευρήματα των επιστημόνων, τα οποία καταδεικνύουν ότι τα εν λόγω πουλιά διαθέτουν χαρακτηριστικά που τα διαφοροποιούν έντονα από τα υπόλοιπα πτηνά.
Οι διαφορές στο ράμφος
Το σχήμα του ράμφους εμφανίζει μεγάλη παραλ-λακτικότητα ανάμεσα στα διαφορετικά είδη κορακιών. Αυτό είναι αποτέλεσμα της προσαρμογής των διαφορετικών ειδών σε καινούργια ενδιαιτήματα.
Ερευνα πολύτιμη για την εξελικτική οικολογία
Η συγκεκριμένη έρευνα είναι πολύ σημαντική για την κατανόηση των μηχανισμών που καθοδηγούν την ειδογένεση, δηλαδή την εμφάνιση διαφορετικών ειδών στο πέρασμα του χρόνου. «Η κατανόηση των διεργασιών μέσω των οποίων προκύπτει και διατηρείται η ποικιλότητα των μορφών ζωής που υπάρχει στη Γη είναι ένα από τα βασικά ερωτήματα που απασχολούν τους επιστήμονες της εξελικτικής βιολογίας» αναφέρει ο αναπληρωτής καθηγητής Κάρλος Μποτέρο, συμπληρώνοντας ότι «σκοπεύουμε τώρα να διερευνήσουμε τις δυνάμεις που καθοδηγούν την εξέλιξη της νοημοσύνης και της αντίληψης. Εκτός από τις μελέτες στην οικολογία και την εξέλιξη του μεγέθους του εγκεφάλου των πτηνών, συνεργαζόμαστε με νευροεπιστήμονες για να συλλέξουμε περισσότερα δεδομένα σχετικά με τη λειτουργία του εγκεφάλου των πτηνών, έτσι ώστε να δώσουμε μία πιο μηχανιστική κατεύθυνση στις μελέτες μας».