Ως υπέρταση ορίζεται η κατάσταση στην οποία η αρτηριακή πίεση είναι αυξημένη – αρτηριακή είναι η πίεση που ασκεί το αίμα στο τοίχωμα των αρτηριών οι οποίες το μεταφέρουν από την καρδιά σε ολόκληρο το σώμα. Η αρτηριακή πίεση καταγράφεται με δύο αριθμούς – ο μεγαλύτερος αριθμός αφορά τη «συστολική πίεση» (την επονομαζόμενη «μεγάλη»), την πίεση δηλαδή που ασκείται στις αρτηρίες όταν η καρδιά συσπάται για να διοχετεύσει το αίμα μέσω των αρτηριών στα υπόλοιπα όργανα. Ο μικρότερος αριθμός αφορά τη «διαστολική» («μικρή») πίεση, την πίεση που ασκείται στο τοίχωμα των αρτηριών όταν η καρδιά χαλαρώνει για να δεχθεί νέο αίμα.
Ως ιδανική πίεση θεωρείται η συστολική κάτω από 120 και η διαστολική κάτω από 80. Ως φυσιολογική, η συστολική μεταξύ 120 και 129 και η διαστολική μεταξύ 80 και 84. Ως οριακή η συστολική 130-139 και η διαστολική 85-89. Ενα άτομο θεωρείται υπερτασικό όταν η συστολική πίεσή του είναι πάνω από 140 και η διαστολική του πάνω από 90. Υπάρχει και η μεμονωμένη συστολική υπέρταση στην οποία η συστολική πίεση είναι πάνω από 140 και η διαστολική είναι κάτω του 90 – εμφανίζεται συνήθως στα ηλικιωμένα άτομα, στα οποία παρουσιάζεται μεγαλύτερη σκλήρυνση του τοιχώματος των αρτηριών.
Περιεχόμενο για συνδρομητές
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tovima.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.