Η γερμανική κατσαρίδα είναι το κατοικίδιο που κανείς δεν θέλει αλλά όλοι έχουν. Η πιο κοινή κατσαρίδα του κόσμου ζει σε όλες τις ηπείρους εκτός της Ανταρκτικής και μαγαρίζει εκατομμύρια κουζίνες και αποθήκες σε όλον τον πλανήτη. Για την ακρίβεια, ζει σχεδόν αποκλειστικά μεταξύ των ανθρώπων, οι οποίοι όπως φαίνεται βοήθησαν το πολυμήχανο έντομο στην ιμπεριαλιστική εκστρατεία του.
Παρά το όνομά της, αποκαλύπτει μελέτη που δημοσιεύεται στο «PNAS», η γερμανική κατσαρίδα στην πραγματικότητα δεν κατάγεται από τη Γερμανία αλλά από τη Νότια Ασία, πιθανώς την Ινδία ή τη Μιανμάρ.
Το συγκεκριμένο είδος, Blattella germanica, περιγράφηκε για πρώτη φορά από τον σουηδό φυσιοδίφη Κάρολο Λινναίο βάσει ενός δείγματος που συλλέχθηκε στη Γερμανία. Εδώ και δεκαετίες όμως οι εντομολόγοι υποψιάζονταν ότι το έντομο δεν είχε ευρωπαϊκή καταγωγή.
Ερευνητές του Χάρβαρντ εξέτασαν τα γονιδιώματα 282 γερμανικών κατσαρίδων που συλλέχθηκαν σε 17 χώρες. Οι ομοιότητες και οι διαφορές των γονιδίων τους επέτρεψαν στους ερευνητές να ιχνηλατήσουν την εξελικτική πορεία του εντόμου πίσω στο παρελθόν.
Η ανάλυση υποδεικνύει ότι η γερμανική κατσαρίδα διαχωρίστηκε πριν από 2.100 χρόνια από το ασιατικό είδος Blattella asahinai, σχεδόν πανομοιότυπο στην εμφάνιση, το οποίο υπάρχει μέχρι και σήμερα στην Ασία αλλά έχει πλέον επεκταθεί και στις ΗΠΑ. Αργότερα, πριν από περίπου 1.200 χρόνια, η Β.germanica ταξίδεψε στη Μέση Ανατολή ως λαθρεπιβάτης σε εμπορικές και στρατιωτικές αποστολές των ισλαμικών χαλιφάτων των Ομεϋαδών και των Αββασιδών. Πιθανώς ταξίδευε κρυμμένη σε καλάθια με ψωμί, λένε οι ερευνητές.
Στην τελική φάση της επεκτατικής εκστρατείας της, πριν από περίπου 390 χρόνια, το έντομο άρχισε να εξαπλώνεται ανατολικά σε άλλες χώρες της Ασίας χάρη στην ευρωπαϊκή αποικιοκρατία και στις επιχειρήσεις της Ολλανδικής και της Βρετανικής Εταιρείας Ανατολικών Ινδιών. Περίπου έναν αιώνα μετά, η κατσαρίδα έφτασε στην Ευρώπη και από εκεί κατέκτησε τον υπόλοιπο κόσμο.
Η γερμανική κατσαρίδα προστίθεται έτσι στη λίστα των ζώων που εξαπλώθηκαν σε νέες περιοχές χάρη στον άνθρωπο. Σύμφωνα με έκθεση του ΟΗΕ το 2023, περισσότερα από 37.000 είδη έχουν μεταφερθεί εσκεμμένα ή από ατύχημα σε άλλες χώρες.