Ακόμη και αν ένα μέρος του πληθυσμού δεν γνώριζε προ πανδημίας του SARS-CoV-2 το Ευρωπαϊκό Κέντρο Πρόληψης και Ελέγχου Νοσημάτων (ECDC), o κορωνοϊός με τον οποίο μετράμε πλέον ήδη τρία χρόνια (επικίνδυνης) σχέσης φρόντισε να το μάθουμε όλοι.
Είναι το Κέντρο που πρωταγωνιστεί τα τελευταία χρόνια σε ό,τι αφορά τη διαχείριση της πανδημίας εκδίδοντας εκτιμήσεις κινδύνου αλλά και κατευθυντήριες γραμμές οι οποίες, αν και δεν είναι δεσμευτικές για τα κράτη-μέλη της ΕΕ, αποτελούν συνήθως «πυξίδα» για τις ενέργειές τους σε καταστάσεις κρίσεων δημόσιας υγείας.
Η διευθύντρια του ECDC δρ Αντρέα Αμον, ειδική στην Επιδημιολογία των Μεταδιδόμενων Νοσημάτων, μίλησε αποκλειστικά στο Βήμα-Science τώρα που – για άλλη μια φορά – ζούμε στον αστερισμό της αναζωπύρωσης της απειλής του SARS-CoV-2 ο οποίος αποδεικνύεται… πολύ σκληρός για να πεθάνει και μάλιστα μιας δίδυμης αυτήν την περίοδο κορωνο-απειλής που έχει τόσο κινεζική όσο και αμερικανική «ταυτότητα».
Ανησυχείτε για την κατάσταση που διαμορφώνεται αυτή τη στιγμή με την COVID-19 στην Κίνα; Φοβάστε ότι νέα, πιο επικίνδυνα στελέχη του ιού μπορούν να αναδυθούν εξαιτίας της τεράστιας διασποράς του σε μια τόσο μεγάλη χώρα, από την οποία μάλιστα ξεκίνησε η πανδημία πριν από τρία έτη;
«Με βάση τα διαθέσιμα στοιχεία από την Κίνα, οι παραλλαγές που κυκλοφορούν αυτή τη στιγμή στη χώρα έχουν ήδη κυκλοφορήσει στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Επιπροσθέτως οι πολίτες της Ευρώπης έχουν σχετικώς υψηλά επίπεδα ανοσίας λόγω προηγούμενης νόσησης με τον SARS-CoV-2 και εμβολιασμού εναντίον του. Με δεδομένα τα υψηλότερα επίπεδα ανοσίας του ευρωπαϊκού πληθυσμού καθώς και των παραλλαγών που κυκλοφορούν στην Κίνα και με βάση τα μέχρι στιγμής δημοσιευμένα στοιχεία, η αύξηση των κρουσμάτων εξαιτίας αυτών των παραλλαγών στην Κίνα δεν αναμένεται να έχει κάποια σημαντική επίδραση στην επιδημιολογική εικόνα της COVID-19 στην Ευρώπη. Η εκτίμηση κινδύνου παραμένει προς το παρόν αμετάβλητη».
Εκφράζονται φόβοι ότι τα στοιχεία που δημοσιοποιεί η Κίνα δεν είναι ακριβή, με αποτέλεσμα να μην μπορούμε να έχουμε ολοκληρωμένη εικόνα της κατάστασης.
«Το ΕCDC δεν συλλέγει στοιχεία από τρίτες χώρες αλλά βασίζεται στα στοιχεία του ΠΟΥ. Συμπληρωματικά το ECDC λαμβάνει δεδομένα απευθείας από το κινεζικό CDC καθώς και από γειτονικές χώρες στη συγκεκριμένη περιοχή. Εχουμε παρατηρήσει ότι έχουν αυξηθεί τα δεδομένα γονιδιωματικής επιτήρησης που ανεβάζει η Κίνα στη βάση δεδομένων GISAID από τις 31 Δεκεμβρίου 2022. Θα εκτιμούσαμε πάντως μεγαλύτερη δημοσιοποίηση πληροφοριών σχετικά με την επιδημιολογική κατάσταση στην Κίνα σε πραγματικό χρόνο. Για τον λόγο αυτόν συνεργαζόμαστε στενά με τον ΠΟΥ και βρισκόμαστε σε σταθερή επαφή με το κινεζικό CDC για την επιβεβαίωση των δεδομένων».
Σε κάθε περίπτωση, το άνοιγμα των συνόρων της Κίνας σηματοδοτεί πιθανή διασπορά του ιού και αύξηση κρουσμάτων και στην Ευρώπη. Ποια πρέπει να είναι η απόκρισή μας; Θα συμβουλεύατε τα κράτη να υιοθετήσουν αυστηρότερα μέτρα αυτή την περίοδο;
«Τα μέτρα που λαμβάνονται αποτελούν αντικείμενο πολιτικής συζήτησης υπό τον συντονισμό της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και του Συμβουλίου της Ευρώπης. Και τελικώς αποτελεί ευθύνη του κάθε κράτους-μέλους της ΕΕ το να αποφασίσει ποια μέτρα ακριβώς θα λάβει εντός των συνόρων του. Από τη δική μας πλευρά πάντως, αυτό που συνιστούμε είναι να συνεχίσουν τα κράτη να επικεντρώνονται στην προστασία των ομάδων υψηλού κινδύνου μέσω της αύξησης της εμβολιαστικής κάλυψης και του έγκαιρου εμβολιασμού των ευπαθών ομάδων. Το ECDC προχωρεί σε ενέργειες που έχουν ως στόχο το να ενισχυθούν τα κράτη- μέλη της ΕΕ προς την κατεύθυνση λήψης βιώσιμων μέτρων δημόσιας υγείας. Επικεντρωνόμαστε ιδιαιτέρως στην αύξηση της επιτήρησης και κυρίως της γονιδιωματικής επιτήρησης ώστε να ανιχνεύονται εγκαίρως νέες παραλλαγές του ιού που μπορεί να κυκλοφορήσουν στην Ευρώπη. Παράλληλα ρίχνουμε βάρος στη στενή συνεργασία με τον ΠΟΥ αλλά και με άλλα μεγάλα Κέντρα Πρόληψης και Ελέγχου Νοσημάτων ανά τον κόσμο».
Ανησυχία προκαλεί παγκοσμίως το τελευταίο διάστημα και η αμερικανική υποπαραλλαγή ΧΒΒ.1.5 του ιού. Συνιστά μεγαλύτερο κίνδυνο για τον πληθυσμό; Την καλύπτουν τα υπάρχοντα εμβόλια;
«Η υποπαραλλαγή ΧΒΒ.1.5, η οποία αυτή τη στιγμή έχει μεγάλη διασπορά στις ΗΠΑ, εντοπίζεται, τουλάχιστον προς το παρόν, σε πολύ χαμηλά επίπεδα στην Ευρώπη, της τάξεως του λιγότερο από 1%. Ετσι είναι πολύ νωρίς ακόμη για να γνωρίζει κάποιος αν θα καταφέρει να έχει την ίδια διασπορά και στην Ευρώπη».
Υπάρχουν άλλες παραλλαγές ανησυχίας τις οποίες παρακολουθείτε στενά;
«Η υποπαραλλαγή ΒQ.1 της Ομικρον είναι από τις αρχές του περασμένου Δεκεμβρίου η κυρίαρχη παραλλαγή στην ΕΕ αντιπροσωπεύοντας το 45% των δειγμάτων στα οποία γίνεται γενετική αλληλούχηση του ιού. Εντοπίζεται επίσης η ΒΑ.2.75 στην οποία περιλαμβάνονται και άλλες υποπαραλλαγές όπως η ΒΝ.1 και CH.1.1 αλλά σε μέτρια επίπεδα (της τάξεως του 7%) ενώ η «μητρική» της αμερικανικής υποπαραλλαγής ΧΒΒ.1.5, ΧΒΒ εντοπίζεται μεν αλλά σε σταθερά χαμηλά επίπεδα της τάξεως του 2%. Η κατηγορία της ΒΑ.5 που ήταν κυρίαρχη για μεγάλο διάστημα και στην οποία περιλαμβάνονται και οι υποπαραλλαγές ΒF.7 και ΒΑ.5.2 (είναι αυτή τη στιγμή οι κυρίαρχες παραλλαγές στην Κίνα) εντοπίζονται συνολικά στο 38% των δειγμάτων στην ΕΕ και το ποσοστό τους σταδιακά μειώνεται. Συνολικά, αυτή τη στιγμή στην Ευρώπη δεν υπάρχουν στοιχεία που να μαρτυρούν κυκλοφορία παραλλαγών οι οποίες προκαλούν σοβαρότερη νόσηση σε σύγκριση με τη ΒΑ.5. Πρέπει να σημειώσουμε ωστόσο ότι το τοπίο των παραλλαγών είναι πολύπλοκο, με νέες υποπαραλλαγές να αναδύονται συχνά και για αυτόν τον λόγο το ECDC παρακολουθεί συνεχώς τις εξελίξεις».
Και μια τελευταία ερώτηση… Αυτόν τον χειμώνα καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε ένα «κοκτέιλ» ιών του αναπνευστικού, συμπεριλαμβανομένου του SARS-CoV-2, μετά και τη χαλάρωση των μέτρων προστασίας. Θεωρείτε ότι αυτό το ιογενές μέτωπο θα αποτυπωθεί και σε αύξηση της θνησιμότητας; Τα συστήματα υγείας θα αντέξουν;
«Εξαιτίας της αυξημένης κυκλοφορίας του αναπνευστικού συγκυτιακού ιού (RSV) αλλά και άλλων ιών του αναπνευστικού συστήματος όπως της γρίπης και βέβαια της συνεχιζόμενης κυκλοφορίας του SARS-CoV-2 αυτόν τον χειμώνα, υπάρχει υψηλός κίνδυνος σημαντικής πίεσης των συστημάτων υγείας στην Ευρώπη. Δεν πρέπει να υποτιμούμε τον RSV, ο οποίος αποτελεί κύρια αιτία λοιμώξεων του κατώτερου αναπνευστικού συστήματος στα βρέφη και στα μικρά παιδιά και παράλληλα είναι μια από τις σημαντικές αιτίες νοσηρότητας αλλά και θνησιμότητας στους ηλικιωμένους και στα άτομα υψηλού κινδύνου όπως τα ανοσοκατεσταλμένα και οι πάσχοντες από χρόνια νοσήματα. Οι ευρωπαϊκές χώρες μπορεί να αντιμετωπίσουν αυξημένο αριθμό νοσηλειών και την ίδια στιγμή η ταυτόχρονη αυξημένη κυκλοφορία τόσων ιών του αναπνευστικού συστήματος μπορεί να οδηγήσει σε ελλείψεις ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού λόγω ασθενείας. Ετσι είναι υψίστης σημασίας να υπάρχει επαρκές προσωπικό στα νοσοκομεία και κυρίως στις Μονάδες Εντατικής Θεραπείας ώστε να διατηρείται η ασφάλεια για τους ασθενείς και η καλή ποιότητα στη φροντίδα τους. Προκειμένου να γίνει σωστή διαχείριση του αναμενόμενου αυξημένου αριθμού κρουσμάτων που θα χρειαστούν νοσηλεία, πρέπει να ληφθούν εγκαίρως μέτρα για αύξηση του προσωπικού αλλά και των κλινών – και μάλιστα τα μέτρα αυτά χρειάζεται να επανεκτιμώνται συχνά ανάλογα με το πώς αλλάζει η επιδημιολογική εικόνα σε κάθε χώρα».