Η ελονοσία θα μπορούσε πιθανώς να προληφθεί με την απελευθέρωση κουνουπιών που φέρουν μια γενετικά τροποποιημένη βερσιόν του παρασίτου της ασθένειας, δείχνει μια μικρή αλλά ελπιδοφόρα δοκιμή εσκεμμένης μόλυνσης.
H ελονοσία παραμένει μία από τις σημαντικότερες μεταδοτικές ασθένειες με περίπου 250 εκατομμύρια κρούσματα και 600.000 θανάτους κάθε χρόνο, από τους οποίους η συντριπτική πλειονότητα αφορά νήπια στην Αφρική.
Πυρετός, κόπωση, έμετος και πονοκέφαλος είναι τα κύρια συμπτώματα που εμφανίζονται 10-15 ημέρες μετά το τσίμπημα μολυσμένου κουνουπιού του γένους Anopheles. Ικτερος, σπασμοί και τελικά κώμα είναι οι πιο σοβαρές επιπλοκές.
Μέχρι σήμερα έχουν εγκριθεί δύο εμβόλια κατά της ελονοσίας, τα οποία όμως προσφέρουν σχετικά μικρή αποτελεσματικότητα (75%) και απαιτούν επαναληπτικές δόσεις, κάτι που δυσκολεύει τις προσπάθειες εμβολιασμού σε φτωχές αφρικανικές χώρες.
Η νέα μελέτη που δημοσιεύεται στο «Τhe New England Journal of Medicine» εξετάζει υποψήφια εμβόλια που βασίζονται σε δύο γενετικά τροποποιημένες βερσιόν του πρωτόζωοου Plasmodium falciparum, του ενδοκυττάριου παράσιτου που προκαλεί την ελονοσία. Το στέλεχος GA1 είναι σχεδιασμένο να σταματά να αναπτύσσεται περίπου 24 ώρες μετά την είσοδο στον ανθρώπινο οργανισμό, ενώ το GA2 έξι ημέρες μετά.
Συνολικά 20 εθελοντές χωρίστηκαν σε τρεις ομάδες (GA1, GΑ2, ψευδοφάρμακο) και δέχτηκαν να εκτεθούν σε τσιμπήματα 50 κουνουπιών ο καθένας. Τρεις εβδομάδες αργότερα, εκτέθηκαν σε τσιμπήματα κουνουπιών με το παθογόνο στέλεχος του παράσιτου. Το 89% των εθελοντών στην ομάδα GA2 γλίτωσε τη λοίμωξη, ποσοστό που περιοριζόταν στο 13% στην ομάδα GA1, αναφέρουν οι ερευνητές του Πανεπιστημίου του Λάιντεν στην Ολλανδία.
Δεδομένου όμως ότι το στατιστικό δείγμα της δοκιμής ήταν μικρό, η ερευνητική ομάδα αναγνωρίζει ότι απαιτούνται μεγαλύτερες μελέτες για τις προοπτικές του πειραματικού εμβολίου.