Μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1990, πολλοί πίστευαν ότι τα αξιοποιήσιμα κοιτάσματα πετρελαίου και αερίου σύντομα θα εξαντλούνταν.
Μέχρι που ήρθε η τεχνολογία της υδραυλικής ρωγμάτωσης (fracking), η οποία επέτρεψε την εξόρυξη υδρογονανθράκων που βρίσκονται παγιδευμένοι μέσα σε πετρώματα, μια τεχνική χάρη στην οποία οι ΗΠΑ έγιναν ξαφνικά ο μεγαλύτερος παραγωγός ορυκτών καυσίμων του κόσμου.
Η ιστορία δείχνει τώρα να επαναλαμβάνεται με την τελειοποίηση τεχνικών γεώτρησης που μπορούν να αξιοποιήσουν κοιτάσματα «υπερυψηλής πίεσης» που μέχρι σήμερα παρέμεναν απρόσιτα.
Μια καλή είδηση για τη βιομηχανία ορυκτών καυσίμων, μια δυσοίωνη εξέλιξη για τη μάχη κατά της κλιματικής αλλαγής.
Αυτό τον μήνα, η αμερικανική Chevron ανακοίνωσε ότι άντλησε τις πρώτες ποσότητες πετρελαίου από το υπεράκτιο πεδίο του Anchor, στο οποίο η πίεση φτάνει τα 20.000 psi, ή 1,4 τόνους ανά τετραγωνικό εκατοστό, περίπου 30% υψηλότερη από ό,τι σε οποιαδήποτε προηγούμενη γεώτρηση.
Η νέα τεχνολογία, με την ονομασία «20k», θα μπορούσε να αξιοποιηθεί μεταξύ άλλων έξω από τις ακτές της Βραζιλίας, της Ανγκόλας και της Νιγηρίας.
Πρώτα όμως θα δοκιμαστεί στον κόλπο του Μεξικού, όπου η BP ελπίζει να αντλήσει 10 δισ. βαρέλια από κοίτασμα που ανακαλύφθηκε το 2006 αλλά έμεινε στην άκρη λόγω των τεχνικών εμποδίων.
Η BP ήταν ιδιοκτήτρια της υπεράκτιας πλατφόρμας Deepwater Horizon που κατέρρευσε το 2010 στον Κόλπο του Μεξικού λόγω εκτόνωσης αερίου υψηλής πίεσης και προκάλεσε τη μεγαλύτερη διαρροή πετρελαίου στην αμερικανική ιστορία.
Η BP ανέπτυξε τη νέα τεχνολογία υψηλής πίεσης σε συνεργασία με την Transocean, την εταιρεία που διαχειριζόταν την πλατφόρμα. Οι δύο εταιρείες ελπίζουν ότι τα νέα γεωτρύπανα και ο εξοπλισμός που έχουν αναπτύξει θα αντέχουν σε πιέσεις 30% μεγαλύτερες από αυτές που προκάλεσαν την περιβαλλοντική καταστροφή.