Ο πλανήτης βιώνει δύο αλληλοεξαρτώμενες κρίσεις, την κλιματική κρίση και την απώλεια βιοποικιλότητας, που θέτουν τα συστήματα στη δίνη ενός θετικού βρόχου ανάδρασης, επιταχύνοντας περαιτέρω τις υφιστάμενες μεταβολές. Τα είδη καλούνται να αποκριθούν (δηλαδή να προσαρμοστούν) σε αυτό το συνεχές μεταβολών. Και η επιστήμη της οικολογίας καλείται να προβλέψει αυτή την απόκριση. Δυστυχώς διαθέτουμε ελάχιστες πληροφορίες, σε πολλές περιπτώσεις μάλιστα μηδενικές, για την οικολογία πολλών ειδών και για τον τρόπο με τον οποίο θα αποκριθούν τα είδη στο μέλλον. Προκειμένου να παρακάμψουμε αυτό το πρόβλημα, και μέχρι να συσσωρευτούν περισσότερες πληροφορίες για τα είδη, μπορούμε να ανάγουμε την ποικιλότητα των ειδών σε ποικιλότητα λειτουργιών και δομών. Μπορούμε να προσδιορίσουμε ορισμένα λειτουργικά χαρακτηριστικά των ειδών, δηλαδή μορφολογικά, φυσιολογικά, φαινολογικά ή συμπεριφορικά χαρακτηριστικά μετρούμενα σε επίπεδο ατόμου, τα οποία επηρεάζουν την αρμοστικότητά τους. Τα χαρακτηριστικά αυτά μπορούν να διακρίνουν τα είδη σε ομάδες με συγκρίσιμη «συμπεριφορά» (π.χ. περιβαλλοντικές προτιμήσεις, απόκριση σε καθοριστικούς παράγοντες της πλανητικής αλλαγής, επιδράσεις στο οικοσύστημα ή σε άλλα τροφικά επίπεδα) και κατ’ αυτόν τον τρόπο μπορούμε να προβλέψουμε τη συμπεριφορά των ειδών με βάση τα χαρακτηριστικά τους. Η σύγκλιση σε χαρακτηριστικά, ή τιμές χαρακτηριστικών, μεταξύ οργανισμών που εκτίθενται στις ίδιες περιβαλλοντικές συνθήκες μπορεί να μας βοηθήσει να προβλέψουμε ποια είδη θα αυξήσουν ή θα μειώσουν την αφθονία τους εν όψει της περιβαλλοντικής μεταβολής, στη βάση του ποιες τιμές χαρακτηριστικών θα καταστούν κυρίαρχες μετά από αυτή τη μεταβολή. Το ίδιο ισχύει και για την επίδραση των ειδών στα οικοσυστήματα. Αυτή είναι και η γενική παραδοχή της λειτουργικής οικολογίας.
Περιεχόμενο για συνδρομητές
Έχετε ήδη συνδρομή;Μπορείτε να συνδεθείτε από εδω
Είσοδος