Είναι αυτοί οι λίγοι και τυχεροί που καταφέρνουν να σβήσουν 100 ή και περισσότερα κεράκια στην τούρτα τους έχοντας μάλιστα σωματική και πνευματική υγεία την οποία θα ζήλευαν πολλά νεότερά τους άτομα. Αιωνόβιοι με μυαλό «ξυράφι» που καταφέρνουν ακόμη και να τρέχουν σε μαραθωνίους ή να κάνουν ορειβασία «παρακάμπτοντας» όλες τις… παραδοσιακές ασθένειες που σχετίζονται με τα γηρατειά, όπως ο καρκίνος, τα καρδιαγγειακά νοσήματα ή η νόσος Αλτσχάιμερ.
Το πρόβλημα είναι ότι τα βιολογικά «μυστικά» αυτών των λίγων και τυχερών παραμένουν σε μεγάλο βαθμό άγνωστα στους επιστήμονες οι οποίοι επιθυμούν να τα αποκαλύψουν προς όφελος των πολλών και πιο άτυχων στη «λοταρία» της μακροζωίας. Και αυτό διότι ουσιαστικώς δεν υπάρχουν μοντέλα της ανθρώπινης γήρανσης και της ανθεκτικότητας σε νόσους για δοκιμή πιθανών παρεμβάσεων και θεραπειών.
Τώρα όμως ερευνητές της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου της Βοστώνης και του Ιατρικού Κέντρου της Βοστώνης (ΒΜC) επέτυχαν, όπως ανέφεραν προσφάτως στο επιστημονικό περιοδικό «Αging Cell», να ξεπεράσουν αυτόν τον σκόπελο δημιουργώντας τη μεγαλύτερη «βιβλιοθήκη» επαγόμενων πολυδύναμων βλαστικών κυττάρων (iPS) τα οποία προέκυψαν από τον αναπρογραμματισμό ενήλικων κυττάρων αιωνόβιων ατόμων και των απογόνων τους.
Πρόκειται για βλαστικά κύτταρα τα οποία μπορούν να καλλιεργούνται στο εργαστήριο αιων(οβ)ίως, να διαφοροποιούνται σε οποιονδήποτε κυτταρικό τύπο του οργανισμού και – το σημαντικότερο για τους επιστήμονες που θέλουν να αντιγράψουν τη «συνταγή» της μακροβιότητας – να αποτυπώνουν πιστά το γενετικό υπόβαθρο του ατόμου με βάση τα ενήλικα κύτταρα του οποίου δημιουργήθηκαν. Οι δύο βασικοί συγγραφείς αυτής της μελέτης που δίνει ελπίδα μακροζωίας σε όλους τους (πιο) θνητούς σε σύγκριση με τους αιωνόβιους ανθρώπους ανά τον κόσμο μίλησαν στο Βήμα-Science για τη σημασία της μοναδικής στο είδος της κυτταρικής «τράπεζας» που δημιούργησαν.
Γονιδιακή υπεροχή
Οπως συγκεκριμένα ανέφερε ο υποψήφιος διδάκτορας στο Τμήμα Μοριακής και Μεταφραστικής Ιατρικής του Πανεπιστημίου της Βοστώνης και πρώτος συγγραφέας της μελέτης Τοντ Ντόρι «τα άτομα που ζουν ως τα 100 έτη ή και πέρα από αυτά δείχνουν ότι ο άνθρωπος μπορεί να έχει μακρύτερη ζωή με υγεία. Ωστόσο, ενώ πολλοί ερευνητές επιθυμούν να μελετήσουν τους αιωνόβιους, αυτό είναι δύσκολο καθώς είναι λίγοι ανά τον κόσμο και τα βιολογικά δείγματά τους που μπορούν να ληφθούν για εξέταση είναι άκρως περιορισμένα και δύσκολα στη συλλογή.
Παράγοντας κύτταρα iPS από αιωνόβια άτομα δημιουργούμε ουσιαστικά μια μόνιμη «κυτταρική βιβλιοθήκη» η οποία λειτουργεί ως μια ατέρμονη πηγή βιοϋλικού αφιερωμένου στη μακροζωία το οποίο μπορεί να ενισχύσει την έρευνα και να οδηγήσει στην ανάπτυξη καινοτόμων θεραπειών για τις νόσους του γήρατος».
Η ερευνητική ομάδα συνέλεξε δείγματα περιφερικού αίματος από συνολικά 96 αιωνόβιους και τους απογόνους τους οι οποίοι συμμετείχαν σε μεγάλες διεθνείς μελέτες για τη μακροζωία και ανέλυσε τη ρύθμιση της γονιδιακής έκφρασης με χρήση «μοριακών ρολογιών» της γήρανσης προκειμένου να συγκρίνει τη βιολογική με τη χρονολογική ηλικία τους. Στη συνέχεια απομόνωσε μονοπύρηνα κύτταρα από το περιφερικό αίμα των εθελοντών τα οποία και αναπρογραμμάτισε ώστε να προκύψουν σειρές κυττάρων iPS, ικανών να διαφοροποιούνται σε πολλούς και διαφορετικούς κυτταρικούς τύπους.
Βιολογική νεότητα
Ο κύριος συγγραφέας της μελέτης, αναπληρωτής καθηγητής Ιατρικής στο Πανεπιστήμιο της Βοστώνης και συνιδρυτής του Κέντρου για την Αναγεννητική Ιατρική του Πανεπιστημίου της Βοστώνης και του Ιατρικού Κέντρου της Βοστώνης (CReM) Τζορτζ Μέρφι, σημείωσε ότι η τεχνική δημιουργίας κυττάρων iPS από το περιφερικό αίμα «είναι μια μεθοδολογία που αναπτύξαμε στο CReM και η οποία χρησιμοποιείται πλέον από εκατοντάδες εργαστήρια ανά τον κόσμο. Παρότι κύτταρα iPS μπορούν να δημιουργηθούν από ινοβλάστες του δέρματος, η διαδικασία αυτή απαιτεί βιοψία δέρματος η οποία είναι επεμβατική και δύσκολη να διεξαχθεί, ιδίως σε μεγάλα σε ηλικία άτομα τα οποία είναι και πιο ευαίσθητα. Η δική μας μέθοδος απαιτεί μόλις μια κουταλιά του γλυκού περιφερικό αίμα από κάθε εθελοντή το οποίο στη συνέχεια εκτίθεται σε έναν «φορέα» των γονιδίων αναπρογραμματισμού προκειμένου να δημιουργηθούν οι σειρές κυττάρων iPS».
Οι επιστήμονες δεν έδειξαν όμως μόνο μέσω της έρευνάς τους ότι μπορούν να δημιουργήσουν με επιτυχία την… αιωνόβια κυτταρική «βιβλιοθήκη». Περαιτέρω πειράματά τους έχουν ήδη φέρει στο φως άκρως ενδιαφέροντα ευρήματα… μακροημέρευσης. Οπως περιέγραψε ο καθηγητής Μέρφι «η χρήση των «μοριακών ρολογιών» αποκάλυψε ότι τα αιωνόβια άτομα αλλά και οι απόγονοί τους, ο μέσος όρος ηλικίας των οποίων ήταν 60 με 70 έτη, εμφάνιζαν σημαντικά μικρότερη βιολογική ηλικία σε σύγκριση με τη χρονολογική ηλικία τους – σε ορισμένους εξ αυτών η διαφορά βιολογικής και χρονολογικής ηλικίας έφθανε ως και τα 20 έτη».
Ελπίδες για όλους
Ενα άλλο πολύτιμο εύρημα προέκυψε μετά από διαφοροποίηση των κυττάρων iPS σε κυτταρικούς τύπους που είναι γνωστό ότι «πλήττονται» περισσότερο από τη γήρανση, όπως π.χ. οι νευρώνες του εγκεφάλου. «Είδαμε ότι οι νευρώνες των αιωνόβιων ατόμων ήταν πιο ανθεκτικοί στο στρες ενώ υπερεξέφραζαν γονίδια τα οποία βοηθούν τον εγκέφαλο να ανθίσταται στις βλάβες» είπε ο κύριος συγγραφέας της μελέτης.
Αυτά τα πρώτα ευρήματα αναμένεται να αποτελέσουν τη «μαγιά» για περαιτέρω έρευνα η οποία υπόσχεται μια πιο μακρά ζωή με υγεία για ολόκληρο τον πληθυσμό, σύμφωνα με τον δρα Μέρφι. «Στόχος μας είναι να εντοπίσουμε τα μονοπάτια σήμανσης και τα δίκτυα πρωτεϊνικής αλληλεπίδρασης που συνδέονται με τη μακροζωία διατηρώντας την ακεραιότητα και τη λειτουργικότητα των κυττάρων.
Μόλις αυτά εντοπιστούν, η ιδέα είναι να χρησιμοποιήσουμε τη νέα γνώση για να «ενεργοποιήσουμε» τα γονίδια και τα μονοπάτια της μακροζωίας και στους «φυσιολογικούς» ανθρώπους ώστε να αποκτήσουν τα βιολογικά προνόμια των αιωνόβιων. Και σε αυτή τη μελλοντική φάση τα κύτταρα iPS αναμένεται να είναι πολύτιμα εργαλεία για την ανακάλυψη και δοκιμή καινοτόμων θεραπειών ενάντια στα δεινά της γήρανσης». Μακάρι η νέα αυτή «βιβλιοθήκη» αιωνόβιων κυττάρων να γεμίσει μια ημέρα με πολύ περισσότερες (καλογραμμένες) «σελίδες» το… βιβλίο της ζωής του γενικού πληθυσμού.
Θα γίνουν και τα παιδιά αιωνόβια;
Τα παιδιά των αιωνόβιων «σπάνε» και εκείνα τα «κοντέρ» της ηλικίας; ρωτήσαμε τον καθηγητή Μέρφι. «Η μακροζωία έχει σίγουρα ισχυρό γενετικό υπόβαθρο. Στην περίπτωση των απογόνων των αιωνόβιων, εκτιμάται ότι τα γονίδια της μακροζωίας κληρονομούνται στο 30% των περιπτώσεων.
Ετσι ένα από τα κύρια ερωτήματα που θέλουμε να απαντήσουμε είναι ποιοι από τους απογόνους των αιωνόβιων που μελετάμε θα καταφέρουν να κλείσουν και οι ίδιοι τα 100 έτη τους. Τα “ρολόγια” μέτρησης της βιολογικής ηλικίας που χρησιμοποιούμε πιστεύουμε ότι θα μας δώσουν αυτή την απάντηση.
Εχουμε ήδη παρατηρήσει από τη μέχρι τώρα έρευνά μας διαφορές μεταξύ βιολογικής και χρονολογικής ηλικίας και σε απογόνους των αιωνόβιων ατόμων, γεγονός που μας κάνει να προβλέπουμε ότι πιθανώς και εκείνοι θα κερδίσουν το “γενετικό λαχείο” της μακροζωίας διάγοντας έναν μεγάλο αλλά και υγιή βίο».