Στη μεγάλη μελέτη που «φωτογραφίζει» τη… διαδρομή του ανθρώπινου εγκεφάλου από την αρχή ως το τέλος της συμμετείχε και η ελληνίδα παιδονευρολόγος στο Ερευνητικό Ινστιτούτου Bloorview, καθηγήτρια στο Τμήμα Παιδιατρικής του Πανεπιστημίου του Τορόντο στον Καναδά δρ Ευδοκία Αναγνώστου (να σημειωθεί ότι μεταξύ των ονομάτων των συγγραφέων της νέας μελέτης φιγουράρει και εκείνο ενός δεύτερου ελληνικής καταγωγής επιστήμονα, του Γεωργίου Αλεξόπουλου, ομότιμου καθηγητή Ψυχιατρικής στο Ιατρικό Κολέγιο Weill Cornell στη Νέα Υόρκη, με τον οποίο το ΒΗΜΑ-Science προσπάθησε να έλθει σε επαφή, κάτι που ωστόσο δεν κατέστη δυνατόν). Η δρ Αναγνώστου μάς μίλησε για τη σημασία των νέων ευρημάτων αλλά και τη συμβολή της ίδιας και της ομάδας της στην εξαγωγή τους. «Η μέθοδος παρακολούθησης της ανάπτυξης του εγκεφάλου που αναπτύχθηκε είναι πολύ σημαντική σε ό,τι αφορά τον έλεγχο της ανάπτυξης του εγκεφάλου των παιδιών. Σήμερα στα παιδιά παρακολουθούμε τη σωματική ανάπτυξη γνωρίζοντας τα δεδομένα σχετικά με το ποια είναι τα τυπικά ορόσημα αύξησης του ύψους και του βάρους – έτσι καταλαβαίνουμε ποιο είναι το εύρος της φυσιολογικής ανάπτυξης και πότε πρέπει να ανησυχούμε για την ανάπτυξη ενός παιδιού. Ως τώρα όμως δεν μπορούσαμε να κάνουμε αντίστοιχη παρακολούθηση σχετικά με την ανάπτυξη του παιδικού εγκεφάλου αφού δεν γνωρίζαμε ποιο είναι το εύρος της τυπικής ανάπτυξης σε κάθε ηλικία και ως εκ τούτου δεν ήμασταν σε θέση να ανιχνεύουμε με ακρίβεια διαφορές που μπορεί να σχετίζονται με νευροαναπτυξιακές διαταραχές ή άλλες νευρολογικές παθήσεις στις μικρές ηλικίες».

Η νέα γνώση, σύμφωνα με την ελληνίδα καθηγήτρια του Πανεπιστημίου του Τορόντο που κατάγεται από την Αστυπάλαια (το ησυχαστήριό της όποτε την επισκέπτεται, όπως μας είπε), θα οδηγήσει σε «εξερεύνηση των διαφορετικών διαδρομών που ακολουθεί ο εγκέφαλος διαφορετικών ανθρώπων ώστε να κατανοήσουμε ποιες από αυτές αποτελούν μέρος της φυσιολογικής ανθρώπινης νευροποικιλομορφίας και ποιες συνδέονται με παθήσεις».

Τα επόμενα ερευνητικά βήματα της ομάδας, σύμφωνα με τη δρα Αναγνώστου, θα κινηθούν σε δύο κύριους άξονες. «Κατ’ αρχάς πρέπει να κάνουμε τις καμπύλες μας καλύτερες και λεπτομερέστερες αφού αυτή τη στιγμή το δείγμα στο οποίο βασίστηκαν αποτελείτο κυρίως από Ευρωπαίους και Βορειοαμερικανούς. Κατά δεύτερον, όλοι εμείς που προσπαθούμε να κατανοήσουμε τις νευροαναπτυξιακές διαταραχές, θα πρέπει να προχωρήσουμε σε καλύτερη «χαρτογράφηση» του πώς και πού ακριβώς στον εγκέφαλο αποτυπώνονται αυτές μέσω των αλλαγών που παρουσιάζονται σε διαφορετικές περιοχές του. Μόνο έτσι θα βρούμε και το πώς θα αναπτύξουμε παρεμβάσεις που θα βελτιώνουν τη λειτουργία του».

Σε ό,τι αφορά τη συμβολή της ίδιας της καθηγήτριας και της ομάδας της στο BrainChart, αυτή «αφορούσε το ότι προσφέραμε τα δεδομένα για τη μία από τις δύο καναδικές κοόρτεις της μελέτης (https://pond-network.ca/), που αποτελούν τέκνο ενός μεγάλου δικτύου που προσπαθεί να κατανοήσει νευροαναπτυξιακές διαταραχές όπως ο αυτισμός, η  Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής και Υπερκινητικότητας (ΔΕΠΥ) και η μειωμένη νοητική ικανότητα, μεταξύ πολλών άλλων».