Αν νομίζετε πως η ικανότητα να κάνει κάποιος σύνθετες σκέψεις αφορά μόνο τους ενηλίκους κάνετε λάθος. Κι αυτό διότι επιστήμονες του Πανεπιστημίου του Μπέρμιγχαμ και του Πανεπιστημίου Κεντρικής Ευρώπης στην Αυστρία (CEU), έπειτα από σχετική έρευνα, διαπίστωσαν πως η δημιουργική σκέψη ξεκινά από την… κούνια.

Όπως συγκεκριμένα προέκυψε από τη μελέτη τους που δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό περιοδικό «PNAS», τα βρέφη ηλικίας έως 12 μηνών όχι μόνο είναι ικανά για δημιουργική σκέψη πολύ πριν αρχίσουν να μιλάνε, αλλά αυτού του είδους η σκέψη είναι απαραίτητη για την ανάπτυξη της γλωσσικής τους ικανότητας.

Αναζητώντας την πηγή της παραγωγικής σκέψης

Όπως εξήγησε στο ΒΗΜΑ-Science η επικεφαλής της μελέτης, νευροεπιστήμονας με ειδίκευση στη βρεφική και πρώιμη παιδική ηλικία δρ Μπάρμπαρα Πομιεχόφσκα, η οποία κατά τη διεξαγωγή της ήταν μεταδιδακτορική ερευνήτρια στο CEU ενώ πλέον έχει θέση επίκουρης καθηγήτριας στη Σχολή Ψυχολογίας του Πανεπιστημίου του Μπέρμιγχαμ, στόχος της ερευνητικής της ομάδας ήταν να ανακαλύψει την «πηγή» της ανθρώπινης δημιουργικότητας και της παραγωγικής σκέψης.

«Η ανθρώπινη ευφυΐα και δημιουργικότητα βασίζονται στη συνδυαστική σκέψη ή στην ικανότητα σχηματισμού εντελώς νέων σκέψεων συνδυάζοντάς τες με υπάρχουσες (γνωστές) έννοιες και ιδέες.

Η δημιουργικότητα των ανθρώπων δεν έχει όρια, μας πήγε στο φεγγάρι και μας επέτρεψε να θεραπεύσουμε θανατηφόρες νόσους αλλά δεν γνωρίζουμε ακόμα πότε και πώς προκύπτει αυτή η εντυπωσιακή ικανότητα συνδυασμού ιδεών και εφεύρεσης νέων πραγμάτων. Αυτή η έρευνα δείχνει ότι πρέπει να πάμε πίσω στην αρχή της γλωσσικής ανάπτυξης για να λύσουμε αυτό το παζλ».

Το πείραμα με τις ποσότητες

Στο πλαίσιο της μελέτης τους οι ερευνητές εργάστηκαν με μια ομάδα 60 βρεφών, γύρω στην ηλικία των 12 μηνών. Στο πρώτο στάδιο της μελέτης  θέλησαν να εξετάσουν κατά πόσο τα βρέφη μπορούσαν να συνδυάσουν καινούργιες λέξεις με αφηρημένο αριθμητικό περιεχόμενο. «Στο πείραμα αυτό τους δείχναμε στην οθόνη υπολογιστή αντικείμενα τοποθετημένα σε δύο ράφια. Υπήρχε ένα αντικείμενο στην αριστερή πλευρά της οθόνης και δύο στη δεξιά.

Στο ένα ράφι υπήρχε, για παράδειγμα, ένα μικρό αυτοκίνητο και δύο στο άλλο. Μετά τους επισημάναμε τα ονόματα των αντικειμένων επάνω στα ράφια και έπειτα προσπαθήσαμε να τους μάθουμε δύο λέξεις που εμείς επινοήσαμε.

Επρόκειτο για τη λέξη «miza» που προσδιορίζει τον αριθμό ένα και τη λέξη «padu» που προσδιορίζει το δύο. Στη συνέχεια τα προτρέπαμε να κοιτάξουν το ένα αυτοκίνητο δείχνοντάς το και λέγοντάς τους πως πρόκειται για «miza αυτοκίνητο». Μετά δείχναμε το σετ των δύο αυτοκινήτων σε συνδυασμό με τη λέξη «padu». Το επαναλάβαμε με διαφορετικά αντικείμενα με στόχο τα βρέφη να αντιληφθούν τη σημασία των λέξεων «miza» και «padu»» σημείωσε η πολωνή επιστήμονας.

Στη δεύτερη φάση της μελέτης οι ερευνητές αξιολόγησαν κατά πόσο τα βρέφη μπορούσαν να συνδυάσουν ποσοτικούς προσδιορισμούς με νέες κατηγορίες αντικειμένων που τους ήταν άγνωστα. Συγκεκριμένα, τους ζητήθηκε να συνδυάσουν τις λέξεις «miza» και «padu» με τέσσερα διαφορετικά αντικείμενα (όχι εκείνα που χρησιμοποιήθηκαν στην πρώτη φάση), τα οποία εμφανίζονταν σε οθόνη υπολογιστή.

Περίπλοκες λειτουργίες πριν από το πρώτο κεράκι

«Τους δείχναμε μία πάπια, δύο πάπιες, μία μπάλα και δύο μπάλες και τους προτείναμε να δείξουν «padu» πάπιες, δηλαδή δύο πάπιες. Τους πήρε μερικά δευτερόλεπτα για να καταλάβουν τι εννοούσαμε.

Τα βρέφη έκαναν τους σωστούς συσχετισμούς και έδειχναν τις σωστές απαντήσεις, οδηγώντας μας έτσι στο συμπέρασμα πως έχουν αναπτύξει συνδυαστικές ικανότητες ήδη πριν από το τέλος τους πρώτου έτους της ζωής τους».

Στη διάρκεια του πειράματος οι ερευνητές παρακολουθούσαν πού εστίαζαν τα βρέφη την προσοχή τους στην οθόνη, χρησιμοποιώντας έναν ανιχνευτή της κίνησης των οφθαλμών. Η κάμερα παρακολούθησης των κινήσεων των ματιών παρείχε στους επιστήμονες δεδομένα που έδειχναν ότι τα βρέφη, αφού άκουγαν την προτροπή των ειδικών να επιλέξουν ένα ή δύο από τα εικονιζόμενα αντικείμενα, εστίαζαν το βλέμμα τους στο σωστό σετ αντικειμένων.

«Αυτό μπορεί να ακούγεται πολύ εύκολο για έναν ενήλικο, όμως για ένα βρέφος μοιάζει ακατόρθωτο. Τα μωρά, όμως, κατάφεραν να μπουν σε ένα νοητικό μοντέλο χωρίς να έχουν ακούσει ποτέ πριν τον συνδυασμό των λέξεων που επινοήσαμε και των αντικειμένων που χρησιμοποιήθηκαν στη μελέτη.

Κατάφεραν λοιπόν επί τόπου, σε πραγματικό χρόνο, να συνδυάσουν τις δύο έννοιες (ποσοτικούς προσδιορισμούς και αντικείμενα) και να καταλάβουν αυτό που τους ζητήθηκε να αναζητήσουν. Εκαναν, δηλαδή, όλες αυτές τις περίπλοκες νοητικές λειτουργίες».

Σύμφωνα με τη δρα Πομιεχόφσκα, η συγκεκριμένη μελέτη έδειξε πως η ανθρώπινη δημιουργικότητα είναι αρχέγονη και ξεκινά ήδη από τη βρεφική ηλικία.

«Οταν μιλάμε για δημιουργικότητα, αναφερόμαστε συνήθως σε ανθρώπους που ασχολούνται με τις τέχνες, σε κάποιους εφευρέτες και γενικότερα σε ενηλίκους και μεγαλύτερα παιδιά που έχουν κάποιο ιδιαίτερο ταλέντο. Πολύ λίγοι άνθρωποι μπορούν να φανταστούν πως ένα μικρό ανθρωπάκι που βρίσκεται στην κούνια έχει ικανότητα για συνδυαστική σκέψη».

Επόμενο αντικείμενο οι αρνητικοί παράγοντες

Στόχος της επιστημονικής ομάδας της οποίας ηγείται η καθηγήτρια είναι να διεξαγάγει και άλλες μελέτες προκειμένου να κατανοήσει περαιτέρω τη δημιουργικότητα των βρεφών και να ανακαλύψει τρόπους αξιοποίησης αυτής τους της δυνατότητας.

«Θα πρέπει να μελετήσουμε τις συνθήκες εκείνες που επηρεάζουν αρνητικά την ανάπτυξη των δημιουργικών γνωστικών ικανοτήτων του βρέφους. Και τώρα που γνωρίζουμε ότι αυτή η ικανότητα ξεκινά νωρίς, μπορούμε να εξετάσουμε όλους αυτούς τους βιολογικούς, κοινωνικούς και περιβαλλοντικούς παράγοντες που μπορεί να την επηρεάσουν.

Για παράδειγμα η φτώχεια, το ανθυγιεινό περιβάλλον διαβίωσης, το χαμηλό μορφωτικό επίπεδο των γονιών, η έλλειψη κοινωνικής υποστήριξης και η κακή διατροφή είναι γνωστοί παράγοντες που επιδρούν στη γνωστική ανάπτυξη των παιδιών».

Φυσική προδιάθεση προς την κατανόηση

Η πολωνή επιστήμονας τόνισε πως η ικανότητα των βρεφών να κάνουν σύνθετες δημιουργικές σκέψεις υποδηλώνει πως δεν χρειάζεται υπερβολική έκθεσή τους σε μια γλώσσα για να τη μάθουν.

«Είναι κάτι που συμβαίνει αυθόρμητα και φυσικά στα βρέφη. Μόλις κατανοήσουν μεμονωμένες λέξεις, έχουν την ικανότητα να σχηματίσουν μια νοητική εικόνα, μπορούν δηλαδή να βάλουν τις έννοιες αυτών των λέξεων μαζί και να κατανοήσουν μια σύνθετη γλώσσα – δεν απαιτείται πολύχρονη πρακτική για να το επιτύχουν.

Μόλις τους πούμε κάτι, πρώτα θα εντοπίσουν λέξεις των οποίων γνωρίζουν τη σημασία, και μετά με συνδυαστική δημιουργικότητα θα προσπαθήσουν να καταλάβουν τι θέλουμε να τους επικοινωνήσουμε. Με άλλα λόγια, έχουν εκ φύσεως την προδιάθεση να εξάγουν αυτό το περίπλοκο νόημα, να κατανοούν δηλαδή την ιστορία που προσπαθούμε να τους πούμε».