«Για πάντα μαζί». Αυτό θα έλεγε ο SARS-CoV-2 αν είχε στόμα να μιλήσει, όπως αναφέρει στο ΒΗΜΑ-Science μια από τις σημαντικότερες επιστήμονες-«κυνηγούς» του παγκοσμίως, η ελληνίδα αναπληρώτρια καθηγήτρια Ιολογίας του Πανεπιστημίου Ροκφέλερ στη Νέα Υόρκη, δρ Θεοδώρα Χατζηιωάννου.
Ωστόσο και χωρίς λόγια, μας το «λέει» με κάθε τρόπο, τονίζει η καταξιωμένη ιολόγος: δεν σταμάτησε, ούτε όταν εμείς κηρύξαμε ως λήξασα την οξεία φάση της κορωνο-πανδημίας, να μεταδίδεται, να μολύνει και να σκοτώνει.
Και το τελευταίο διάστημα, καιρού και συνωστισμού σε κλειστούς χώρους βοηθούντων, έχει πάλι «θεριέψει» αυξάνοντας τις εισαγωγές σε νοσοκομεία και ΜΕΘ, αλλά και τους θανάτους, και δημιουργώντας νέους (αλλά τόσο γνώριμους) φόβους για πίεση στα συστήματα Υγείας.
Καθολικός εμβολιασμός
«Εμείς μπορεί να χαλαρώσαμε και να ξεχάσαμε τον ιό, εκείνος όμως δεν μας ξέχασε ούτε πρόκειται να μας ξεχάσει ποτέ» σημειώνει η δρ Χατζηιωάννου στη συνέντευξή μας στο zoom από το γραφείο της στη Νέα Υόρκη, λίγο πριν μπει και πάλι στο εργαστήριο για να συνεχίσει να παρακολουθεί την εξέλιξη της ανοσολογικής απόκρισης εναντίον του.
«Και είναι στο δικό μας χέρι, για την ακρίβεια σε εκείνο που τσιμπιόμαστε με το εμβόλιο, το αν κάποια ημέρα θα καταστήσουμε τη νόσηση εξαιτίας του πιο ήπια για τον πληθυσμό. Μόνο μέσω του συστηματικού εμβολιασμού – σε συνδυασμό με τη χρήση μάσκας που βάζει «φρένο» στη μετάδοση – θα υψώσουμε την καλύτερη δυνατή, συλλογική, διαχρονική «ασπίδα» ενάντια στον SARS-CoV-2» συμπληρώνει εμφατικά και υπογραμμίζει ότι το εμβόλιο για την COVID-19 πρέπει να μπει στη συνείδηση του πληθυσμού ως ένα από τα εποχικά εμβόλια που πρέπει να γίνονται κάθε χρόνο.
«Και αυτό τους αφορά όλους, όχι μόνο τις ευπαθείς ομάδες. Και εγώ η ίδια, ενώ δεν ανήκω αντικειμενικά σε ομάδα υψηλού κινδύνου για σοβαρή νόσηση, τον περασμένο Σεπτέμβριο νόσησα με COVID-19, αλλά τρεις μήνες μετά έκανα το επικαιροποιημένο εμβόλιο διότι οι πολλαπλοί εμβολιασμοί βοηθούν στην καλύτερη ανοσολογική απόκριση στον ιό που ακολουθεί φυσικά τη δική του πορεία μεταλλασσόμενος».
Ιδιαίτερη αναφορά κάνει η καθηγήτρια στις εγκύους, καθώς, όπως λέει, πρόσφατη μελέτη της ομάδας του Ροκφέλερ έδειξε ότι ο εμβολιασμός τους αποτελεί πολύτιμη «αντισωματική παρακαταθήκη» για το μωρό τους. «Είδαμε ότι η έγκυος μεταφέρει προστατευτικά αντισώματα στο νεογέννητό της τα οποία έχει απόλυτη ανάγκη καθώς το ίδιο είναι ανοσολογικώς «ανοχύρωτο» όταν έρχεται στον κόσμο».
Το παράδειγμα της ιλαράς
Απαιτείται λοιπόν δράση απέναντι στην αδράνεια στην οποία είχαμε περιέλθει, υπογραμμίζει η δρ Χατζηιωάννου, καθώς η αδράνεια πληρώνεται ακριβά. «Είναι χαρακτηριστικό το παράδειγμα της ιλαράς, η οποία είχε καταστεί, χάρη στον εμβολιασμό εναντίον της, μια νόσος που οι σύγχρονοι γιατροί έβλεπαν μόνο στη βιβλιογραφία. Η χαλάρωση όμως των εμβολιασμών οδήγησε και πάλι σε αύξηση των κρουσμάτων ιλαράς παγκοσμίως. Και με τον SARS-CoV-2 επαναπαυθήκαμε.
Η επιτήρηση, σε όσες χώρες πλέον γίνεται, είναι ελάχιστη με αποτέλεσμα να μην έχουμε ιδέα για την πραγματική εικόνα της κυκλοφορίας του ιού στην κοινότητα, οι εκστρατείες για εμβολιασμούς και μάσκες δεν έγιναν εγκαίρως.
Και φανταστείτε πως είναι με το μέρος μας το ότι η υποπαραλλαγή που τώρα κυριαρχεί, η JN.1, δεν είναι πολύ διαφορετική από τις προηγούμενες – διαφέρει κατά μόνο ένα αμινοξύ στην πρωτεΐνη-ακίδα. Ο ιός όμως δεν κάνει «συμβόλαια» για το τι παραλλαγές θα εμφανίσει στο μέλλον».
Παιδιά, αντισώματα, μεταλλάξεις
Η ίδια προτείνει, έστω και τώρα, «εμβολιασμούς και, ναι, ακόμη και στα φαρμακεία. Το ίδιο γίνεται και στη Νέα Υόρκη – ο οποιοσδήποτε πολίτης μπορεί να κάνει το εμβόλιο της γρίπης, του RSV (σ.σ.: στη χώρα μας δεν διατίθεται ακόμη) και του κορωνοϊού στα φαρμακεία. Και μάσκες, ιδιαιτέρως σε κλειστούς χώρους με συνωστισμό». Μάσκες και στα σχολεία;
«Πρέπει να είμαστε ρεαλιστές, είναι πολύ δύσκολο να μπουν τα μικρά παιδιά και πάλι στη μασκοφορεμένη διαδικασία. Επιπροσθέτως η πανδημία μάς απέδειξε ότι τα παιδιά, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, δεν νοσούν σοβαρά, αλλά γίνονται «εστίες μεταφοράς» του ιού στους ενηλίκους, κάποιοι εκ των οποίων θα κινδυνεύσουν σοβαρά αν νοσήσουν.
Η πιο εφικτή λύση λοιπόν είναι να προστατεύονται οι μεγάλοι. Για παράδειγμα, θα ήταν καλό οι εκπαιδευτικοί, ιδιαιτέρως εκείνοι με προβλήματα υγείας, να φορούν μάσκα στο σχολείο αυτή την περίοδο».
Συνολικά, σύμφωνα με τη δρα Χατζηιωάννου, η δική μας συμπεριφορά, η δική μας δράση που πρέπει να είναι συνεχιζόμενη, θα υψώσει το ασφαλέστερο δυνατό «ανάχωμα» σε έναν ιό που αποδεικνύεται άκρως επίμονος.
«Στο εργαστήριό μας παρακολουθούμε την εξέλιξη του SARS-CoV-2 από την εμφάνισή του ως τώρα και το κύριο χαρακτηριστικό που βλέπουμε είναι η αντίστασή του στα εξουδετερωτικά αντισώματα. Ο ιός αυτός μεταλλάσσεται συνεχώς ώστε να ξεφεύγει από τα εξουδετερωτικά αντισώματά μας, ώστε χρειάζονται μία ή δύο «καλές» μεταλλάξεις του στο μέλλον για να καταφέρει να ξεφύγει από όλα». Εχουμε να κάνουμε λοιπόν με έναν μετρήσιμο αντίπαλο και αυτό πρέπει να χαραχθεί στην (ανοσολογική) μνήμη μας….
Δύσκολη πρόκληση το καθολικό εμβόλιο
Διαφορετικές ομάδες ανά τον κόσμο έχουν ριχθεί στη «μάχη» ενός καθολικού εμβολίου για τους κορωνοϊούς. Σε αυτόν τον επιστημονικό αγώνα συμμετέχει και το Ροκφέλερ μελετώντας την εξέλιξη των αντισωμάτων μετά τον εμβολιασμό.
«Πρόσφατη μελέτη μας που δημοσιεύθηκε στο “Proceedings of the National Academy of Sciences” έδειξε ότι μετά τη χορήγηση σε ποντίκια ενός εμβολίου που εμείς αναπτύξαμε ώστε να περιέχει αντιγόνα από διαφορετικούς κορωνοϊούς ο οργανισμός δεν παράγει τόσο αντισώματα “μεγάλης εμβέλειας”, τα οποία δηλαδή θα μπορούσαν να είναι αποτελεσματικά ενάντια σε διαφορετικούς κορωνοϊούς, αλλά κατά κύριο λόγο ένα “κοκτέιλ” αντισωμάτων, καθένα εκ των οποίων “βλέπει” έναν διαφορετικό ιό.
Τα αποτελέσματα αυτά δεν είναι τόσο υποσχόμενα σε ό,τι αφορά την προσπάθεια ανάπτυξης ενός “pancorona” εμβολίου διότι πρακτικά σημαίνουν πως αν αναδυθεί ένας νέος κορωνοϊός με πολύ διαφορετικά χαρακτηριστικά, τα αντισώματα που θα έχουν παραχθεί δεν θα είναι σε θέση να τον “δουν” – αυτό το πρόβλημα αντιμετωπίζουμε επί έτη σε ό,τι αφορά τις αποτυχημένες μέχρι σήμερα προσπάθειες για καθολικό εμβόλιο γρίπης» τονίζει η δρ Χατζηιωάννου.
Η ερευνητική ομάδα δεν σταματά όμως τον (επιστημονικό) αγώνα. «Ξεκινάμε τώρα μια μελέτη στην οποία θα εμβολιάσουμε ποντίκια με ένα εμβόλιο που αναπτύξαμε και περιέχει στελέχη συγγενή αυτών που κυριάρχησαν καθ’ όλη τη διάρκεια της πανδημίας και του χρόνου, όταν αναδυθεί κάποιο νέο στέλεχος του SARS-CoV-2, θα μολύνουμε τα πειραματόζωα με αυτό το στέλεχος προκειμένου να δούμε αν το εμβόλιό μας είναι αποτελεσματικό εναντίον του. Θέλουμε με αυτόν τον τρόπο να δούμε πόσο αποτελεσματικά αντισώματα αναπτύσσονται ενάντια σε μελλοντικά στελέχη του ιού».