Οι βαπτίσεις συνδέονται πάντα με χαρά και ελπίδα για το μέλλον. Η συγκεκριμένη «βάπτιση» όμως, από την οποία μόλις συμπληρώθηκαν 20 έτη, δεν «γέννησε» χαρά και ελπίδες αλλά αντιθέτως απειλή για τον πλανήτη και τον καθένα μας, για τα παιδιά μας, τα παιδιά των παιδιών μας και τα δικά τους παιδιά. Διότι αφορούσε την «ονοματοδοσία» των μικροπλαστικών η οποία έγινε στο επιστημονικό περιοδικό «Science» το 2004 με «νονούς» ερευνητές του Πανεπιστημίου του Πλίμουθ.
Πρόσφατα, με δημοσίευσή της στο ίδιο περιοδικό, η ίδια ομάδα, μέσα από ανασκόπηση περισσότερων από 7.000 μελετών σχετικά με τα μικροπλαστικά που διεξήχθησαν από το 2004 έως σήμερα, αποτυπώνει την (πλαστική) κατάσταση της τελευταίας 20ετίας και κάνει προβλέψεις για το μέλλον, οι οποίες είναι το λιγότερο αποκαρδιωτικές: με βάση τα στοιχεία, τα μικροπλαστικά είναι πανταχού παρόντα – από τις θάλασσες και τα ποτάμια ως την κορυφή του Εβερεστ και από τους θαλάσσιους οργανισμούς και τα πτηνά ως το ανθρώπινο σώμα – και αναμένεται τις ερχόμενες δεκαετίες να μας «πνίξουν».
Τεράστιο κόστος στον πλανήτη
Είναι χαρακτηριστικό ότι στην ανασκόπηση σημειώνεται πως προβλέπεται διπλασιασμός της ρύπανσης από μικροπλαστικά ως το 2040. «Απαιτείται δράση εδώ και τώρα – πρέπει να «βάλουμε φρένο» σε αυτά τα μικροσκοπικά σωματίδια με το τεράστιο κόστος για τον πλανήτη μας και τους οργανισμούς που τον κατοικούν, συμπεριλαμβανομένου του ανθρώπου» ανέφερε στο ΒΗΜΑ-Science ο επικεφαλής της ερευνητικής ομάδας που διεξήγαγε την ανασκόπηση, ο διεθνώς αναγνωρισμένος στο πεδίο της μελέτης των μικροπλαστικών καθηγητής Θαλάσσιας Βιολογίας του Πανεπιστημίου του Πλίμουθ δρ Ρίτσαρντ Τόμσον.
Ρωτήσαμε αρχικώς τον «νονό» των μικροπλαστικών, πώς ακριβώς ορίζονται αυτά τα πλαστικά σωματίδια. Οπως εξήγησε, «τη δεκαετία του 1970 δειγματοληψίες σε θαλάσσιο πλαγκτόν αποκάλυψαν την ύπαρξη μικρών πλαστικών σωματιδίων και ινών στη Βόρεια Θάλασσα, στη Θάλασσα των Σαργασσών, στον Βορειοδυτικό Ατλαντικό και στη Νότια Αφρική.
Ο όρος μικροπλαστικά πρωτοχρησιμοποιήθηκε σε δημοσίευσή μας το 2004 προκειμένου να περιγράψει μικροσκοπικά σωματίδια πλαστικού (με διάμετρο της τάξεως των 20 μm, μικρότερη από αυτή μιας ανθρώπινης τρίχας) – η δημοσίευση εκείνη αποτέλεσε την αρχή του πεδίου της έρευνας στα μικροπλαστικά δείχνοντας ότι μικρά θραύσματα κοινών πλαστικών, συμπεριλαμβανομένων του ακρυλικού, του νάιλον, του πολυπροπυλενίου, του πολυεστέρα, του πολυαιθυλενίου και του πολυστυρενίου, εντοπίζονταν στις ακτές γύρω από το Ηνωμένο Βασίλειο.
Σήμερα τα μικροπλαστικά ορίζονται ως στερεά πλαστικά σωματίδια με μέγεθος ίσο ή μικρότερο των 5 mm, τα οποία αποτελούνται από πολυμερή σε συνδυασμό με πρόσθετα υλικά και χημικά και τα οποία μπορούν λόγω του μεγέθους τους να προκαλέσουν βλάβες στο περιβάλλον αλλά και σε οργανισμούς – ο αρχικός ορισμός τους έγινε από τις αμερικανικές αρμόδιες αρχές και υιοθετήθηκε στη συνέχεια και από την Ευρώπη».
Σοβαρές βλάβες στους οργανισμούς
Το βασικό ερώτημα στο οποίο κλήθηκε να απαντήσει η ανασκόπηση του δρος Τόμσον και των συνεργατών του ήταν το τι έχουμε μάθει σε αυτά τα (πρώτα, διότι δυστυχώς θα ακολουθήσουν πολλά) χρόνια της «συνύπαρξής» μας με τα μικροπλαστικά.
Το ίδιο ακριβώς ερώτημα θέσαμε στον ερευνητή. «Αυτό που έχουμε δει είναι ότι τα μικροπλαστικά έχουν κάνει πραγματική «επέλαση» στον πλανήτη. Εχουν ανιχνευθεί σε στεριά και θάλασσα, σε ποτάμια, λίμνες, βουνά και πεδιάδες.
Εχουν εντοπιστεί σε περισσότερα από 1.300 είδη που ζουν στο νερό και στη στεριά, συμπεριλαμβανομένων ψαριών, εντόμων, πτηνών και θηλαστικών και η επίδρασή τους είναι εμφανής από το κυτταρικό επίπεδο ως τη σταθερότητα της τροφικής αλυσίδας.
Η εισαγωγή των μικροπλαστικών σε διαφορετικούς οργανισμούς έχει αποδειχθεί ότι προκαλεί τόσο σωματικές βλάβες όπως η απόφραξη του γαστρεντερικού συστήματος ή η πρόκληση εκδορών στους εσωτερικούς ιστούς τους όσο και χημικές βλάβες εξαιτίας της διαρροής τοξικών χημικών που περιέχονται στα μικροσωματίδια των πλαστικών – με βάση τα υπάρχοντα στοιχεία η μακροχρόνια έκθεση σε μικροπλαστικά φαίνεται να σχετίζεται με φλεγμονές, με κυτταρικό στρες, με ανοσολογικές αντιδράσεις, πιθανώς και με γενετικές μεταλλαγές.
Πλήθος μελετών δείχνουν ότι μικροπλαστικά εντοπίζονται και σε πολλούς ιστούς του ανθρώπινου οργανισμού και κάτι τέτοιο είναι επόμενο αφού περιέχονται στον αέρα που αναπνέουμε, στο νερό που πίνουμε, στην τροφή που τρώμε».
Ο άνθρωπος δεν έχει «ανοσία»
Οι επιδράσεις των μικροπλαστικών στον ανθρώπινο οργανισμό βρίσκονται υπό διερεύνηση, ωστόσο, κατά τον καθηγητή Τόμσον, ακόμη και αν δεν έχει ακόμη αποδειχθεί πόσο επιβλαβή είναι τα μικροπλαστικά για τον άνθρωπο, όλα δείχνουν ότι δεν μπορούμε να συνεχίσουμε την παραγωγή και τη χρήση πλαστικών με βάση το σενάριο «business as usual».
«Είναι δύσκολο να αποδειχθούν οι επιδράσεις τους στον άνθρωπο – είναι αδύνατον να διεξαχθούν πειράματα στα οποία θα «ταϊστούν» άνθρωποι με μικροπλαστικά –, ωστόσο τα αποτελέσματα από τα ζώα κρούουν ήδη ηχηρό καμπανάκι.
Δεν μπορούμε να πιστεύουμε ότι ο άνθρωπος έχει «ανοσία» στα μικροπλαστικά όταν όλα τα στοιχεία από τα ζώα δείχνουν βλάβες. Πρέπει λοιπόν να υπάρξει δράση τώρα ενάντια συνολικά στη ρύπανση από πλαστικά διότι διαφορετικά αυτή αναμένεται έως και να τριπλασιαστεί μέσα στις επόμενες δεκαετίες.
Και καθώς τα πλαστικά που παραμένουν στο περιβάλλον μετατρέπονται όσο διασπώνται σε μικροπλαστικά, αν δεν δράσουμε, μέσα στα επόμενα 100 χρόνια οι συνέπειες των μικροπλαστικών θα είναι ευρείες και μη αναστρέψιμες τόσο για τον πλανήτη όσο και για πλήθος οργανισμών».
Στην ανασκόπηση υπογραμμίζεται βέβαια ότι ακόμη και αν σήμερα «σβήσουμε από τον χάρτη» ως διά μαγείας την παραγωγή νέων πλαστικών, δεν μπορούμε να γλιτώσουμε από την αύξηση της συσσώρευσης μικροπλαστικών τόσο στο περιβάλλον όσο και σε οργανισμούς τα επόμενα χρόνια εξαιτίας των πλαστικών που είναι ήδη συσσωρευμένα στον πλανήτη μας. Δεν υπάρχει λοιπόν σωτηρία;
«Η μη σωτηρία μας είναι σίγουρα η αδράνεια. Οι συνθήκες είναι ώριμες, τα στοιχεία είναι επαρκή και οι χώρες έχουν αντιληφθεί το κόστος της ρύπανσης από πλαστικά για την υγεία και το περιβάλλον.
Σχεδόν 180 χώρες έχουν συμφωνήσει από το 2022 ότι πρέπει να μπει ένα τέλος στη ρύπανση από πλαστικά μέσω της Συνθήκης του ΟΗΕ για τα Πλαστικά – η πέμπτη συνάντηση για το πώς θα γίνει πράξη αυτή η Συνθήκη θα λάβει χώρα στα τέλη Νοεμβρίου στην Κορέα. Συμφώνησαν – εις πείσμα των συμφερόντων που σίγουρα υπάρχουν – ότι ο τρόπος που παράγουμε, χρησιμοποιούμε και πετάμε τα πλαστικά δεν είναι βιώσιμος».
Τα απαραίτητα μέτρα
Αυτό που χρειάζεται, σύμφωνα με τον καθηγητή, δεν είναι να περάσουμε σε μια «plastic free» εποχή, καθώς τα πλαστικά είναι απαραίτητα σε κάποιες περιπτώσεις, όπως για παράδειγμα στην κατασκευή των ελαφρών μερών οχημάτων και συσκευών αλλά και σε συσκευασίες.
«Αυτό που χρειάζεται είναι να παράγουμε λιγότερα πλαστικά, να σχεδιάσουμε πλαστικά χωρίς τόσο πολλά χημικά καθώς σήμερα περί τα 16.000 διαφορετικά χημικά χρησιμοποιούνται για την παραγωγή πλαστικών, να βγάλουμε από τη ζωή μας τα πλαστικά μιας χρήσης, να βάλουμε στη ζωή μας τα ανακυκλωμένα και επαναχρησιμοποιούμενα πλαστικά – σήμερα η ανακύκλωση πλαστικών στην Ευρώπη είναι κάτω από 10%.
Το μότο που συζητάμε εδώ και περίπου 50 χρόνια «reduce, reuse, recycle» πρέπει επιτέλους να αποτελέσει γεγονός». Τα λόγια πρέπει να γίνουν πράξεις διότι ο (μικρο)πλαστικός κυκεώνας που εμείς προκαλέσαμε θα μας καταπιεί…
Ο κίνδυνος από τα νανοπλαστικά
Σαν μια «ματριόσκα» που «γεννά» όλο και μικρότερα αντίγραφά της, έτσι και τα πλαστικά μετατρέπονται καθώς διασπώνται σε ολοένα και μικρότερα κομμάτια. Οπως επεσήμανε ο καθηγητής Τόμσον, τους επιστήμονες απασχολούν ιδιαιτέρως και τα νανοπλαστικά (πλαστικά σωματίδια με διάμετρο μικρότερη του 1 μm) τα οποία προκύπτουν από τη διάσπαση των μικροπλαστικών.
«Είναι σχεδόν βέβαιο ότι νανοπλαστικά έχουν ήδη συσσωρευθεί στο περιβάλλον αλλά και σε οργανισμούς, συμπεριλαμβανομένου του ανθρώπου, ωστόσο πρόκειται για σωματίδια τόσο μικρά ώστε με τις υπάρχουσες μεθόδους δεν μπορούμε να τα απομονώσουμε στα δείγματα.
Σε κάθε περίπτωση, έχουμε στρέψει το ενδιαφέρον μας και σε αυτά τα πλαστικά σωματίδια που εκτιμούμε ότι προκαλούν ακόμη μεγαλύτερες βλάβες λόγω του τόσο μικρού μεγέθους τους το οποίο τούς επιτρέπει να εισχωρούν ακόμη πιο βαθιά στους ιστούς». Είναι χαρακτηριστικό πείραμα που διεξήγαγε η ομάδα του καθηγητή σε μαλάκια τα οποία τοποθέτησε σε ένα ενυδρείο και τα εξέθεσε σε συγκεντρώσεις νανοπλαστικών οι οποίες θεωρούνται ρεαλιστικές.
«Μέσα σε έξι ώρες τα νανοπλαστικά είχαν κατακλύσει ολόκληρο τον οργανισμό των μαλακίων. Και το πιο ανησυχητικό ήταν ότι όταν μεταφέραμε τα μαλάκια σε καθαρό περιβάλλον απαλλαγμένο από νανοπλαστικά, ακόμη και τέσσερις εβδομάδες μετά συνεχίζαμε να ανιχνεύουμε υψηλές συγκεντρώσεις νανοπλαστικών στον οργανισμό τους.
Αυτό αποδεικνύει πόσο επίμονα είναι τα συγκεκριμένα σωματίδια. Πιθανώς φωλιάζουν μέσα σε εσωτερικά όργανα και ιστούς και δεν μπορούν να απομακρυνθούν. Και αυτά δεν είναι καθόλου καλά νέα».