Στην Ελλάδα εκπονήθηκαν η Εθνική Στρατηγική για την έξυπνη εξειδίκευση από τη Γενική Γραμματεία Ερευνας και Τεχνολογίας (ΓΓΕΤ) καθώς και 13 περιφερειακές στρατηγικές έρευνας και καινοτομίας από κάθε Περιφέρεια. Στο πλαίσιο της προετοιμασίας αυτών των στρατηγικών, η χώρα και οι Περιφέρειές της κλήθηκαν να προσδιορίσουν τις δραστηριότητες που έχουν ή είναι ικανές να δημιουργήσουν ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα και να κατευθύνουν τους διαθέσιμους πόρους προς αυτές με στόχο την επίτευξη σημαντικών αναπτυξιακών αποτελεσμάτων.

Η διερεύνηση που πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο της προετοιμασίας της Εθνικής Στρατηγικής οδήγησε στον εντοπισμό οκτώ κλάδων, στους οποίους η έρευνα και η καινοτομία μπορούν να συμβάλουν στην ανάπτυξη σημαντικού ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος, λαμβάνοντας υπόψη την κρίσιμη μάζα και την αριστεία του ερευνητικού δυναμικού.

Οι κλάδοι αυτοί είναι οι εξής:

1.      Αγρο-διατροφή.

2.      Υγεία – φάρμακα.

3.      Τεχνολογίες πληροφορικής και επικοινωνιών.

4.      Ενέργεια – Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας.

5.      Περιβάλλον και Βιώσιμη Ανάπτυξη.

6.      Μεταφορές

7.      Υλικά – Κατασκευές.

8.      Τουρισμός – Πολιτισμός – Δημιουργικές Βιομηχανίες και Τεχνοβλαστoί.

Σύμφωνα με την τελευταία Εκθεση του ΟΗΕ, η Ελλάδα κατατάσσεται στην 43η θέση μεταξύ 166 χωρών όσον αφορά την επίτευξη των 17 Στόχων Βιώσιμης Ανάπτυξης, με βαθμολογία 74,33/100, ενώ ο μέσος όρος των χωρών του ΟΟΣΑ είναι 77,30/100.

Οι μεγαλύτερες προκλήσεις για τη χώρα εντοπίζονται στους Στόχους 4, 12 και 13 σχετικά με την ποιότητα της εκπαίδευσης, τη συνετή παραγωγή και κατανάλωση και τη δράση για το κλίμα, αντίστοιχα. Η ελληνική κοινωνία και η πολιτική είναι μάλλον διστακτικές απέναντι στις απαιτούμενες θεσμικές αλλαγές και προκλήσεις. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι η ελληνική κοινωνία δεν είναι σωστά ή καθόλου ενημερωμένη, με αποτέλεσμα αφενός να υπάρχει παρανόηση της πραγματικής έννοιας του όρου «βιωσιμότητα» και αφετέρου το πρόβλημα να μη γίνεται αντιληπτό στην πραγματική του διάσταση. Η βιωσιμότητα συχνά συγχέεται με την ανάγκη για ανακύκλωση επαναχρησιμοποιούμενων υλικών ή την προτίμηση ενός ηλεκτρικού οχήματος έναντι ενός πετρελαιοκίνητου ή βενζινοκίνητου. Στην πραγματικότητα, τα παραδείγματα αυτά αποτελούν ένα ελάχιστο μέρος του πολύ ευρύτερου σχεδιασμού που απαιτείται για τη μετατροπή του σημερινού οικονομικού συστήματος σε βιώσιμο.

Η Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία και οι Στόχοι Βιώσιμης Ανάπτυξης μοιράζονται ένα κοινό όραμα. Καθορίζουν τις αρχές για την οικοδόμηση μιας δίκαιης και χωρίς διακρίσεις κοινωνίας για όλους, όπου οι πάντες θα μπορούν να απολαμβάνουν αξιοπρεπείς συνθήκες διαβίωσης, καλές υπηρεσίες υγείας, εκπαίδευσης και να έχουν πρόσβαση σε φθηνή και καθαρή ενέργεια και νερό. Αυτά φυσικά με σεβασμό στο περιβάλλον και με προσπάθεια αναστροφής και εξάλειψης των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής.

Σημαντικό ανταγωνιστικό πλεονέκτημα της Ελλάδας είναι η παραγωγή προϊόντων υψηλής ποιότητας, ενώ προβλήματα αποτελούν ο κατακερματισμός της παραγωγής και η αδυναμία συντονισμένων ενεργειών για την εξασφάλιση της παρουσίας των προϊόντων σε σημαντικές αγορές καθώς και το θεσμικό πλαίσιο.

Είναι ανάγκη όλοι οι ενδιαφερόμενοι, συμπεριλαμβανομένων των πολιτικών, των φορέων χάραξης πολιτικής, των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, των επιχειρήσεων, των μη κυβερνητικών οργανώσεων και ιδίως των νέων ατόμων, να κατανοήσουν ότι η στροφή προς τη βιωσιμότητα είναι απολύτως αναγκαία. Οι σποραδικές δράσεις που αναλαμβάνονται είναι ενθαρρυντικές για το μέλλον αλλά χρειάζονται συντονισμό, καλύτερη διαχείριση και ευρύτερη επιστημονική υποστήριξη.

O κ. Κωνσταντίνος Βοργιάς είναι καθηγητής Βιοχημείας – Βιοτεχνολογίας – Κυκλικής Οικονομίας, Τμήμα Βιολογίας, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών.