Περίσσευε η αγωνία στο κυβερνητικό στρατόπεδο όλες τις προηγούμενες μέρες. Το πρώτο θερινό κύμα καταστροφικών πυρκαγιών υπήρξε σφοδρό και ανελέητο. Επληξε κυρίως τις αστικές ζώνες της Αττικής, της Κορινθίας και της Βοιωτίας που συνορεύουν με πάμπολλα περιαστικά και εν πολλοίς εγκαταλελειμμένα και αφρόντιστα δάση, θέτοντας υπό αμφισβήτηση την προετοιμασία και τις προσπάθειες της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας.
Τα πολλά μέτωπα και ο προηγηθείς καύσωνας, σε συνδυασμό με την ξηρότητα του κλίματος, την έλευση των μελτεμιών και των συνοδών ισχυρών ανέμων διέσπασαν τις πυροσβεστικές δυνάμεις και κλόνισαν την αποτελεσματικότητά τους.
Η φωτιά στον Κουβαρά της Αττικής αναπτύχθηκε ταχύτατα και έφθασε να απειλεί σχεδόν όλη τη ζώνη της Νοτιοανατολικής Αττικής μέχρι τη Σαρωνίδα και το Λαγονήσι ακόμη. Αντιστοίχως η πυρκαγιά του Λουτρακίου και εκείνη των Δερβενοχωρίων, της Μάνδρας και της Νέας Περάμου τροφοδοτήθηκαν από τους ανέμους του Κορινθιακού, απείλησαν κατοικημένες ζώνες, η κυκλοφορία στην εθνική οδό Αθηνών – Κορίνθου διακοπτόταν κατά διαστήματα όλες τις προηγούμενες μέρες, αλλά ο κίνδυνος επέκτασης της φωτιάς στα Διυλιστήρια της Μότορ Οϊλ απετράπη τελικώς.
Οι πύρινες φλόγες έγλειψαν πάμπολλες κατοικίες, εξοχικές και κύριες, ορισμένες κάηκαν ολοσχερώς, ευτυχώς δεν χάθηκαν ανθρώπινες ζωές, ωστόσο ο φόβος φώλιασε για τα καλά στις ψυχές εκατοντάδων χιλιάδων παραθεριστών και μονίμων κατοίκων της ευρύτερης παράκτιας ζώνης.
Το επικίνδυνο δίμηνο Ιουλίου – Αυγούστου
Η κυβέρνηση υπερασπίζεται την προετοιμασία της, δηλώνει ότι έχει στη διάθεσή της περισσότερα μέσα πυρόσβεσης και περισσότερες επίγειες δυνάμεις, αλλά δεν έχει αυταπάτες για τη συνέχεια. Γνωρίζουν άπαντες ότι το δίμηνο Ιουλίου – Αυγούστου κρύβει πολλούς κινδύνους, πολύ περισσότερο όταν οι προγνώσεις των μετεωρολόγων επιμένουν για νέα κύματα καύσωνα τις επόμενες μέρες, τα οποία πολλαπλασιάζουν την περίσσια καύσιμη ύλη που έχει συσσωρευθεί στην ύπαιθρο μετά τις πολλές βροχές του Μαΐου και του πρώτου δεκαπενθήμερου του Ιουνίου.
Οπως και να έχει, οι υπεύθυνοι αναμένουν δύσκολες μέρες και νύχτες προσεχώς και προετοιμάζονται αναλόγως. Επιμένουν στην κινητοποίηση των πάντων, υπολογίζουν στην έγκαιρη επέμβαση των δυνάμεων πυρόσβεσης και απαιτούν πλήρη επιφυλακή από την Τοπική Αυτοδιοίκηση, ώστε να μη χάνεται πολύτιμος χρόνος.
Σε κάθε περίπτωση, γνωρίζουν ότι θα βρεθούν αντιμέτωποι με ακραία φαινόμενα και θέλουν πάση θυσία να αποφύγουν μεγάλες καταστροφές σαν εκείνες στο Μάτι το 2018 και στην Πελοπόννησο στο 2007. Ιδιαιτέρως απασχολεί ο κίνδυνος μεγάλων πυρκαγιών στην Πελοπόννησο, η οποία είναι πλέον κατάφυτη, οι ελαιώνες εφάπτονται σε πευκοδάση και η βλάστηση ειδικά φέτος οργιάζει. Ιδιαιτέρως τα μοναδικά πευκοδάση και ελατοδάση του Μαινάλου και του Πάρνωνα χρήζουν ξεχωριστής προστασίας, την οποία ουδείς μπορεί να υποστηρίξει ότι την έχουν.
Πυρκαγιές σε όλο τον πλανήτη
Κοινώς η ανησυχία είναι διάχυτη, εκπηγάζουσα και από το γεγονός ότι το κλιματικό φαινόμενο δίνει ακραίες εκδηλώσεις παντού στον κόσμο. Οι μεγάλες πυρκαγιές στα παρθένα δάση του Καναδά, που μόλυναν με τα νέφη τους ακόμη και τον αέρα της Νέας Υόρκης, δεν έχουν ακόμη κατασβεστεί. Με την υποχώρηση της υγρασίας ο συσσωρευμένος όγκος πευκοβελονών σιγοκαίει, διατηρώντας ενεργές τις εστίες φωτιάς επί μακρόν. Κάτι που είχε καταγραφεί τα προηγούμενα χρόνια και στα αντίστοιχα δάση της Σιβηρίας. Και οι πρόσφατες επίσης φωτιές στην Ισπανία, όπως και εκείνες οι ξηρές φονικές πυρκαγιές τα προηγούμενα χρόνια στα δάση της Πορτογαλίας δεν αφήνουν πολλές αμφιβολίες για τη συνέχεια.
Και όπως λέει ο καθηγητής κ. Θ. Τσαυτάρης, δεν είναι μόνο οι πυρκαγιές. Η υπερθέρμανση του πλανήτη που ευθύνεται σε μεγάλο βαθμό για τις πυρκαγιές οδηγεί σε πλήθος άλλων ακραίων καιρικών φαινομένων, όπως μακρές περίοδοι ξηρασίας, ισχυρούς ανέμους και κατακλυσμιαίες, άκαιρες και αχρείαστες στον χρόνο που εξελίσσονται, βροχές απειλούν τη ζωή και δυσκολεύουν αφάνταστα την παραγωγή, επηρεάζοντας τα πάντα στο διάβα τους, από τις τιμές και τον πληθωρισμό μέχρι τη διατήρηση των δραστηριοτήτων και του πληθυσμού ακόμη στην ύπαιθρο χώρα. Ειδικά, οι φετινές σχεδόν καθημερινές βροχές του Μαΐου και του Ιουνίου επηρέασαν δραματικά για παράδειγμα την παραγωγή σιτηρών στη χώρα μας.
Βαριές συνέπειες στη γεωργική παραγωγή
Μια-δυο βροχές τον Μάιο κατά την ανθοφορία τους είναι επιθυμητές. Επαναλαμβανόμενες όμως καταστρέφουν τον καρπό, ειδικά τα περιζήτητα από τις μακαρονοποιίες ελληνικά σκληρά σιτηρά «ξεπλένονται» στην κυριολεξία από τις πολλές βροχές, χάνουν την πρωτεΐνη τους και υποβαθμίζονται, μετατρέπονται κατά βάση σε μαλακά, χάνοντας και όγκο και τιμή. Φέτος, σε τούτη τη δυστυχή συγκυρία του πολέμου στην Ουκρανία και των ρωσικών περιορισμών στη μεταφορά τους μέσω θαλάσσης, η ελληνική σιτοπαραγωγή υπέστη μεγάλες ζημίες από τις πολλές και επαναλαμβανόμενες βροχοπτώσεις.
Και η φρουτοπαραγωγή επίσης, οι χαλαζοπτώσεις στην ευρύτερη ζώνη του Βερμίου, της Εδεσσας, της Νάουσας και της Αριδαίας περιόρισαν την παραγωγή κερασιών, οι τιμές των οποίων διατηρήθηκαν στα ύψη καθ’ όλη την περίοδο συλλογής τους. Επίσης αντίστοιχα θέματα αντιμετωπίζουν οι ροδακινοπαραγωγοί της Βορείου Ελλάδος, ακόμη και οι καλλιεργητές της δημοφιλούς στο εξωτερικό μεγάλης πράσινης ελιάς της Χαλκιδικής έπεσαν θύματα των ακραίων φαινομένων της περασμένης άνοιξης. Εκεί στα παράλια της Βορείου Ελλάδος οι απότομες μεταβολές της θερμοκρασίας και οι τοπικοί παγετοί έπληξαν τους ελαιώνες κατά την ανθοφορία τους με αποτέλεσμα η παραγωγή τους να αναμένεται μειωμένη. Αντιστοίχως και οι μικρότερες μη οργανωμένες, χωρίς επιστημονική υποστήριξη, αμπελουργίες δεινοπάθησαν φέτος από τα διαδοχικά σκωτσέζικα ντους βροχών και ηλιοφάνειας που επέτρεψαν την υπερανάπτυξη πλήθους ενδημικών και επιδημικών παθογόνων παραγόντων, οι οποίοι άφησαν τα αμπέλια χωρίς σταφύλια… Και οι παραγωγοί μήλων και αχλαδιών και άλλων προϊόντων δοκιμάστηκαν και δοκιμάζονται από αυτό το κύμα της κλιματικής αλλαγής που παρασέρνει τα πάντα στο πέρασμά του. Για να μη μιλήσουμε για τη διάβρωση των εδαφών που προκαλείται από τις άκαιρες και κατακλυσμιαίες βροχές.
Οι έκτακτες καταστάσεις γίνονται μόνιμες
Κοινή είναι η πεποίθηση ότι το φαινόμενο της κλιματικής αλλαγής είναι εδώ και όσο δεν ελέγχονται οι παράγοντες που το προκαλούν θα δίνει ολοένα και συχνότερα ακραία γεγονότα. Παρατεταμένες ξηρασίες, ποτάμια, λίμνες και πηγάδια που στερεύουν, δάση αντιμέτωπα με ανεξέλεγκτες πυρκαγιές, κατακλυσμιαίες άκαιρες βροχές συνοδευόμενες από πλημύρες που δεν πλουτίζουν τον υδροφόρο ορίζοντα, θερμότερες θάλασσες με λιγότερα ψάρια και πλήθος άλλων απροσδιόριστων ακόμη συνεπειών βρίσκονται μπροστά μας. Πράγμα που σημαίνει ότι η χώρα οφείλει νέους προσανατολισμούς και νέες πρόνοιες. «Φράγματα και λιμενοδεξαμενές παντού», όπως λέει ο κ. Τσαυτάρης, για να μη χάνεται το νερό, δάση εκμεταλλεύσιμα και ζωντανά ώστε να μην παραδίδονται αμαχητί στις φλόγες, κίνητρα στους νέους και δη σε επιστήμονες να μείνουν και να εξοπλίσουν τους τόπους τους με σύγχρονους τρόπους προστασίας και παραγωγής και βεβαίως το κράτος επιβάλλεται να αναδιατάξει πόρους, δυνάμεις και μέσα, ώστε να ανταποκρίνεται επαρκώς στις έκτακτες καταστάσεις που θα αντιμετωπίζουμε συνεχώς από εδώ και πέρα.