Οταν ακούστηκε για πρώτη φορά το όνομα του Τζορτζ Τσούνη για τη θέση του νέου πρεσβευτή των Ηνωμένων Πολιτειών στην Αθήνα, οι ανησυχίες που εκφράστηκαν υπήρξαν πολλές και σύνθετες. Το – μάλλον αποτυχημένο – πέρασμα ενός άλλου Ελληνοαμερικανού, του Μάικλ Σωτήρχου, από την πρεσβεία των Αθηνών δεν είναι και τόσο μακρινό. Ο Τσούνης δεν είναι διπλωμάτης καριέρας. Το παρελθόν της υποψηφιότητάς του για την πρεσβεία των ΗΠΑ στη Νορβηγία είναι σχετικά πρόσφατο. Ο δε προκάτοχός του, ο Τζέφρι Πάιατ, ήταν ένας αεικίνητος διπλωμάτης, κατά ορισμένους ο πιο επιτυχημένος αμερικανός πρεσβευτής που βρέθηκε στην Ελλάδα, κατ’ άλλους ένας «σύγχρονος Πιουριφόι» που ήθελε να είναι πανταχού παρών και να επηρεάζει καταστάσεις, ο οποίος όμως έβαλε τη σφραγίδα του στις σύγχρονες ελληνοαμερικανικές σχέσεις. Τα προαναφερθέντα είναι ορισμένα από τα αντεπιχειρήματα κατά της τοποθέτησης Τσούνη στην ελληνική πρωτεύουσα.
Για όσους συνάντησαν τον κ. Τσούνη τόσο κατά την επίσκεψη του έλληνα πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη στην Ουάσιγκτον όσο και κατά την πρώτη συνάντηση γνωριμίας του με δημοσιογράφους στην Αθήνα, το βασικό προσόν του νέου αμερικανού πρεσβευτή είναι ξεκάθαρο: δεν επιδιώκει να πείσει ότι είναι κάποιος άλλος από αυτός που πραγματικά είναι. Μοιάζει να γνωρίζει τα όριά του και είναι αδιαμφισβήτητο ότι έχει τις καλύτερες των προθέσεων. Αισθάνεται Ελληνας και θέλει να βοηθήσει την πατρίδα του, δίνοντας έμφαση, όπως δημοσίως παραδέχθηκε, στην οικονομία, στις επενδύσεις, στην αναστροφή του brain drain. Ξεκαθάρισε επίσης ότι πλέον, με την ελληνοαμερικανική αμυντική συνεργασία σε σταθερές ράγες, η ενέργεια είναι το επόμενο «μεγάλο στοίχημα» στις σχέσεις Αθηνών – Ουάσιγκτον, υπό το πρίσμα και της ανάγκης για απεξάρτηση της Ευρώπης από το ρωσικό φυσικό αέριο.
Περιεχόμενο για συνδρομητές
Έχετε ήδη συνδρομή;Μπορείτε να συνδεθείτε από εδω
Είσοδος