Στα δημοσιογραφικά γραφεία, το σενάριο της ανάληψης του χαρτοφυλακίου του υπουργού Εθνικής Αμυνας Ευάγγελου Αποστολάκη είχε κυκλοφορήσει εδώ και πολύ καιρό. Ηταν κοινό μυστικό ότι ο επίτιμος (πλέον) Α/ΓΕΕΘΑ είχε διαμορφώσει πολύ στενή προσωπική σχέση εμπιστοσύνης με τον Αλέξη Τσίπρα, ενώ την ίδια στιγμή θεωρούνταν από τρίτες πλευρές – τόσο εντός όσο και εκτός Ελλάδας – ιδιαίτερα αξιόπιστος συνομιλητής. Καθώς «είχε ραγίσει το γυαλί» μεταξύ του Μεγάρου Μαξίμου και του Πάνου Καμμένου, δεν είναι λίγοι όσοι πιστεύουν ότι η επιλογή Αποστολάκη ήταν η ενδεδειγμένη για να διατηρηθεί μια συνέχεια. Το ευρύτερο γεωπολιτικό περιβάλλον κυριαρχείται από αστάθεια και η τουρκική απειλή παραμένει συνεχώς ενεργή. Ηταν ο ίδιος ο Αποστολάκης άλλωστε που πριν από λίγες εβδομάδες είχε πει ότι «αν οι Τούρκοι ανέβουν σε βραχονησίδα, θα την ισοπεδώσουμε». Οι πληροφορίες περί τουρκικών κινήσεων για κατάληψη βραχονησίδας βρίσκονταν πίσω από εκείνη τη δήλωση και εκρίθη ότι έπρεπε να σταλεί το κατάλληλο μήνυμα.
Από όσους διαφωνούν όμως με την τοποθέτηση Αποστολάκη η κριτική υπήρξε εντονότατη και δεν θα κοπάσει εύκολα. Δεν είναι μυστικό – άλλωστε κυκλοφόρησε η πληροφορία ότι πριν από τα Χριστούγεννα είχε λάβει χώρα «μυστικό δείπνο» στο σπίτι κορυφαίου επιχειρηματικού παράγοντα της χώρας όπου, παρουσία του κ. Καμμένου, «κλείδωσε» η υπουργοποίηση Αποστολάκη – ότι οι «εχθροί» του νέου υπουργού Εθνικής Αμυνας θεωρούν πως η σχέση που διατηρεί, λόγω και της κοινής κρητικής καταγωγής, με τον Βαρδή Βαρδινογιάννη αποτελεί το εφαλτήριο για την άνοδό του και καλύπτει τις αδυναμίες του. Οι ίδιοι πιστεύουν ότι σε κρίσιμες στιγμές της θητείας Καμμένου, μεταξύ των οποίων και η υπόθεση της πώλησης πυρομαχικών στη Σαουδική Αραβία, ο πρώην Α/ΓΕΕΘΑ δεν βγήκε μπροστά, όπως θα έπρεπε.
Η αντιπαράθεση
κυβέρνησης – ΝΔ
Αυτό που έγινε εξαρχής εμφανές ήταν ότι τούτη η επιλογή του Πρωθυπουργού θα είχε συνέπειες σε πολιτικό επίπεδο. Η πρώτη κίνηση έγινε από τον Κυριάκο Μητσοτάκη, ο οποίος έσπευσε να εξισώσει τον διορισμό Αποστολάκη με την περίπτωση Σπαντιδάκη. «Ποτέ – ακούστε τα εσείς που έχετε δήθεν αριστερές ευαισθησίες – καμία κυβέρνηση στη Μεταπολίτευση δεν επέλεξε πολιτικό προϊστάμενο του στρατεύματος εν ενεργεία αξιωματικό. Ο τελευταίος για τον οποίο είχε συμβεί το ίδιο ήταν ο Γρηγόρης Σπαντιδάκης. Ο αρχηγός του ΓΕΣ που ορκίστηκε υπουργός Αμυνας την 21η Απριλίου του 1967» δήλωσε από το βήμα της Βουλής ο κ. Μητσοτάκης κατά τη συζήτηση για την παροχή ψήφου εμπιστοσύνης. Στη δευτερολογία του ωστόσο κινήθηκε σε πιο ήπιους τόνους, λέγοντας ότι η αποδοχή από τον κ. Αποστολάκη της πρότασης του Πρωθυπουργού ήταν λανθασμένη και θα κριθεί για αυτήν. Ο κ. Τσίπρας απάντησε υπενθυμίζοντας την περίπτωση της αποστράτευσης και υπουργοποίησης του Ιωάννη Ντάβου το 1980, επί κυβέρνησης ΝΔ.
Στο Πεντάγωνο πάντως η αναφορά στον Σπαντιδάκη προκάλεσε αλγεινή εντύπωση. Ανθρωποι που γνωρίζουν τον απόστρατο, πλέον, ναύαρχο από πολύ κοντά επιμένουν ότι τα δημοκρατικά του διαπιστευτήρια υπήρξαν αδιαμφισβήτητα καθ’ όλη τη διάρκεια της 42ετούς θητείας του στο Πολεμικό Ναυτικό. Οι ίδιες πηγές σημείωναν ότι η αποδοχή της πρότασης του Πρωθυπουργού δεν υποκρύπτει καμία πολιτική σκοπιμότητα και έγινε ώστε να διασφαλιστούν η ομαλότητα και η συνέχεια σε μια δύσκολη περίοδο αστάθειας στην ευρύτερη περιοχή. Ο ίδιος ο κ. Αποστολάκης το επισήμανε αυτό στις σύντομες δηλώσεις του κατά την τελετή παράδοσης-παραλαβής. Επέλεξε μάλιστα να χρησιμοποιήσει όλο το επιτελείο που είχε ως Α/ΓΕΕΘΑ και στο νέο του αξίωμα, χωρίς να δημιουργήσει πολιτικό γραφείο, διατηρώντας παράλληλα στις θέσεις τους και στελέχη που εργάζονταν στο επιτελείο του προκατόχου του.
Η θητεία στα ΟΥΚ
και το «παράσημο»
Ο γεννηθείς στο Ρέθυμνο το 1957 Ευάγγελος Αποστολάκης εισήλθε στη Σχολή Ναυτικών Δοκίμων το 1976. Στέλεχος της Ομάδας Υποβρυχίων Καταστροφών (ΟΥΚ), είναι άνθρωπος που ακόμα και όταν ήταν Α/ΓΕΕΘΑ τού άρεσε να συμμετέχει σε ασκήσεις, κάνοντας άλματα από Σινούκ και καταδύσεις. Το περασμένο καλοκαίρι είχε μια μικρή περιπέτεια με την υγεία του, αλλά πλέον την έχει αφήσει πίσω του. Επί υπουργίας Ευάγγελου Μεϊμαράκη, ο τότε αρχιπλοίαρχος Αποστολάκης αποστρατεύθηκε και οι γνωρίζοντες υποστηρίζουν ότι αυτό συνέβη για πολιτικούς λόγους. Δικαιώθηκε όμως μετά την προσφυγή του και επανήλθε στις Ενοπλες Δυνάμεις επί υπουργίας Ευάγγελου Βενιζέλου. Το 2013 ανέλαβε τη θέση του αρχηγού ΓΕΝ και σχεδόν δύο χρόνια αργότερα, το 2015, προήχθη στο αξίωμα του Α/ΓΕΕΘΑ. Ως «παράσημο» στο βιογραφικό του θα πρέπει να θεωρείται ότι μπόρεσε να ξεμπλέξει το «κουβάρι» της υπόθεσης των υποβρυχίων και να τα εντάξει στον στόλο του Πολεμικού Ναυτικού.
Οι αντιρρήσεις από
τον Κωσταράκο
Από την άλλη πλευρά, υπάρχουν και οι αντίθετες απόψεις τόσο για την επιλογή Αποστολάκη όσο και για ορισμένες από τις ικανότητές του. Ο πρώτος που έσπευσε να εκφράσει τις αντιρρήσεις του ήταν ο προκάτοχος του κ. Αποστολάκη στη θέση του Α/ΓΕΕΘΑ Μιχάλης Κωσταράκος. Οι σχέσεις των δύο ανδρών δεν είναι βέβαια οι καλύτερες (από την εποχή της θητείας του δευτέρου στις Βρυξέλλες) και ο κ. Κωσταράκος, ο οποίος θεωρείται ότι θα μπορούσε να αξιοποιηθεί μετεκλογικά από τη ΝΔ, έχει πολλές φορές επιτεθεί στον διάδοχό του μέσω αναρτήσεων στο Facebook. Αυτό έπραξε και τώρα, λέγοντας ότι η υπουργοποίηση Αποστολάκη ήταν έγκλημα και ότι «παραβιάζει κατάφωρα την αρχή του πολιτικού ελέγχου των Ενόπλων Δυνάμεων, ενός από τους θεμελιώδεις πυλώνες της δημοκρατίας».
Ο Ακάρ, ο Πάιατ και ο Μάτις
Ο κ. Αποστολάκης δέχθηκε σειρά τηλεφωνημάτων για συγχαρητήρια μετά την ανάληψη των καθηκόντων του. Ενα από αυτά ήταν από τον τούρκο ομόλογό του – επίσης πρώην Α/ΓΕΕΘΑ – Χουλουσί Ακάρ. Οι δύο άνδρες θεωρείται ότι έχουν αναπτύξει μια λειτουργική σχέση και ήταν ο κ. Ακάρ που είχε ενημερώσει προσωπικά τον κ. Αποστολάκη για την απελευθέρωση των δύο ελλήνων στρατιωτικών πέρυσι το καλοκαίρι. Στο Μέγαρο Μαξίμου δίνουν ιδιαίτερη σημασία στη σχέση των δύο ανδρών, ώστε να διατηρηθούν χαμηλοί τόνοι στις διμερείς σχέσεις (όσο αυτό είναι εφικτό) εν όψει και της σχεδιαζόμενης επίσκεψης του Τσίπρα στην Τουρκία και της συνάντησής του με τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, πιθανότατα στις αρχές Φεβρουαρίου.
Ιδιαίτερη εκτίμηση στο πρόσωπο του κ. Αποστολάκη τρέφει και η αμερικανική πλευρά. Ο πρεσβευτής Τζέφρι Πάιατ τον είχε δημοσίως εκθειάσει στην τελετή για τα 70 χρόνια του Σχεδίου Μάρσαλ στο προαύλιο της αμερικανικής πρεσβείας. Οι δύο άνδρες ανέπτυξαν θερμή σχέση, αλλά μεγαλύτερη σημασία είχαν οι επαφές που ο νέος υπουργός διαμόρφωσε με τρεις άλλους Αμερικανούς: πρώτον, με τον πρώην υπουργό Αμυνας Τζέιμς Μάτις, που ως πρώην στρατιωτικός εκτιμούσε τις ικανότητες του Αποστολάκη, με τον Α/ΓΕΕΘΑ των Ηνωμένων Πολιτειών, στρατηγό Τζέιμς Ντάνφορντ, αλλά και με τον ναύαρχο Τζέιμς Φόγκο, επικεφαλής των αμερικανικών ναυτικών δυνάμεων στην Ευρώπη και διοικητή του Διακλαδικού Στρατηγείου του ΝΑΤΟ στη Νάπολι. Ο νέος υπουργός θεωρεί ότι η αμερικανική παρουσία στην περιοχή του Αιγαίου και της Ανατολικής Μεσογείου λειτουργεί αποτρεπτικά έναντι της Τουρκίας και για τον λόγο αυτόν επιδιώκει την ενίσχυσή της.