Η κυβέρνηση προσπαθεί τούτο τον καιρό να απαλλαγεί από τα μεγάλα αμαρτήματά της, από τα δαιμόνια των υποκλοπών που συνεχίζουν να την καταδιώκουν, παρά την αρχειοθέτηση της απολύτως αντιθεσμικής δράσης των επιτελών της στην ΕΥΠ από τις δικαστικές αρχές. Και να μεταφέρει το ενδιαφέρον της στην προνομιακή, κατά τον Πρωθυπουργό, ζώνη της οικονομίας, για τις επιδόσεις της οποίας επαίρεται σχεδόν αυτοθαυμαζόμενη.
Οπως κατά καιρούς προπαγανδίζει, μετά πάθους, ο επίσης παρακολουθούμενος από την ΕΥΠ υπουργός Οικονομικών κ. Κ. Χατζηδάκης, η ελληνική οικονομία αναπτύσσεται με ρυθμούς ταχύτερους του μέσου ευρωπαϊκού όρου, η χώρα εξελίσσεται σε διεθνή επενδυτικό προορισμό, ο πληθωρισμός οδεύει προς έλεγχο παρά την εκτίναξη και πάλι στο 3% και παρότι οι μέσες αμοιβές αυξάνονται ταχύτερα αυτού, η ανεργία κάμπτεται υποχωρώντας τον περασμένο Ιούνιο στο 9,6%, σε επίπεδα χαμηλότερα του 2009!
Σύμφωνα με τον υπουργό Οικονομικών «όλα βαίνουν καλώς, τα δημόσια οικονομικά είναι εύρωστα, το δημόσιο χρέος ελεγχόμενο, το Ταμείο Ανάκαμψης αποτελεί ισχυρή βάση ενίσχυσης των επενδύσεων, ο ιδιωτικός τομέας ισχυροποιείται και η οικονομική πολιτική υπεραποδίδει», επιτρέποντας στον ίδιο να δηλώνει, εν όψει του προγραμματισμού της Διεθνούς Εκθεσης Θεσσαλονίκης, ότι δεν πρόκειται να αλλάξει, παρά θα επιμείνει, ίσως με κάποιες μικροδιορθώσεις, στο αυτό μείγμα και σχήμα.
Ωστόσο κρύβει τις σοβαρές προκλήσεις που αντιμετωπίζει, τα επιπρόσθετα βάρη, τις νέες απαιτήσεις και ιδιαιτέρως τη δέσμευση σημαντικών πόρων που διαμορφώνει το τετράπτυχο της κλιματικής αλλαγής, της ενεργειακής μετάβασης, της επερχόμενης κρίσης του νερού και της παρεπόμενης της παραγωγής τροφίμων που ήδη επιδρούν πολλαπλώς στην παραγωγή, στις τιμές των αγαθών και κατ’ επέκταση στη ζωή των πολιτών.
Κλίμα και ενέργεια
Δεν χωρεί πια αμφιβολία ότι το κλιματικό φαινόμενο δίνει συνεχώς και θα συνεχίσει να δίνει καταστροφικά συμβάντα και γεγονότα. Το εφετινό, εξαιρετικά θερμό και ξηρό, καλοκαίρι, πέραν της εκτεταμένης σε όλη τη χώρα λειψυδρίας, που βασανίζει παραγωγούς, τουριστικούς επιχειρηματίες και πολίτες, προκάλεσε πλήθος πυρκαγιών, δέσμευσε πρωτοφανείς πόρους και δυνάμεις και ευτυχώς επί του παρόντος δεν είχε τρομακτικές συνέπειες, αντίστοιχες του πρόσφατου παρελθόντος, αλλά επέδρασε με δραματικό τρόπο στη ρηχή, ατελώς οργανωμένη και μη επαρκώς διασυνδεδεμένη αγορά ηλεκτρικής ενέργειας.
Η έκρηξη των τιμών του ρεύματος και η εσπευσμένη προσωρινή ρύθμιση προς ανακούφιση των καταναλωτών φανέρωσαν το πρόβλημα και κατέδειξαν την ανάγκη μιας ευρύτερης ρύθμισης, με «κόφτες» και «φραγμούς» στην ανεξέλεγκτη διαμόρφωση των τιμών. Η διασυνδεμένη σχέση του κλιματικού φαινομένου με την ενεργειακή μετάβαση απαιτεί νέες πολιτικές και πολύ περισσότερες επενδύσεις ικανές να φέρουν νέα ισορροπία, που δεν θα πληγώνει και δεν θα προκαλεί κάθε τόσο ανεξέλεγκτες εκρήξεις τιμών. Ηδη η κυβέρνηση μετά το φιάσκο του Ιουλίου αντιμετωπίζει την οργή τόσο των οικιακών καταναλωτών όσο και της βιομηχανίας η οποία βλέπει το υπέρμετρο κόστος του ρεύματος να προσθέτει βάρη και να κλονίζει τις όποιες προσπάθειες ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας.
Αν διατηρηθεί η παρούσα ετεροβαρής σχέση, ο διπλός στόχος της αντιμετώπισης του κλιματικού φαινομένου και της ενεργειακής μετάβασης θα υπονομευθεί και το αποτέλεσμα θα είναι απολύτως καταστροφικό για την ελληνική οικονομία. Κοινώς η κυβέρνηση δεν αντέχει πολιτικά, ούτε η χώρα οικονομικά, την υπεράσπιση του απολύτως φιλελεύθερου δόγματος σε μια ατελώς οργανωμένη ενεργειακή αγορά.
Η κρίση του νερού
Αλλά δεν είναι η μόνη περιπλοκή της τρέχουσας περιόδου. Η κρίση της επάρκειας νερού είναι ήδη εδώ. Σε όλη τη χώρα οι τοπικοί άρχοντες απευθύνουν εκκλήσεις για περιορισμό της κατανάλωσης νερού. Από την Κρήτη και τη Λακωνία μέχρι τη Θεσσαλία και τους μακεδονικούς κάμπους ακόμη το νερό σπανίζει ολοένα και περισσότερο. Σε συνδυασμό δε με την άνοδο των θερμοκρασιών επηρεάζει τις παραγωγές, η ακαρπία και η μικροκαρπία κλόνισαν φέτος την παραγωγή δημητριακών, όπως και δενδρώδεις καλλιέργειες.
Στην Κρήτη οι Αρχές κάλεσαν τους παραγωγούς να αποφύγουν τις καλοκαιρινές παραγωγές ντομάτας, αγγουριών και κολοκυθιών και να επικεντρωθούν στις φθινοπωρινές των θερμοκηπίων, με την ελπίδα ότι ενδιαμέσως θα βρέξει και τα φράγματα θα ανακτήσουν έστω μέρος των χαμένων αποθεμάτων νερού. Ο κίνδυνος της ερημοποίησης πλήθους περιοχών της νησιωτικής και ηπειρωτικής Ελλάδας γίνεται πλέον ορατός και θα απαιτήσει συντονισμένες προσπάθειες στο μέλλον.
Η κρίση του νερού λαμβάνει πια μεγάλες διαστάσεις και όλα δηλώνουν ότι θα χρειαστούν άπειροι πόροι και σημαντικές επενδύσεις προκειμένου να αντιμετωπιστεί η παρεπόμενη, υπαρξιακού χαρακτήρα, κρίση της παραγωγής τροφίμων.
Τα τρόφιμα
Στην ευρύτερη επιστημονική κοινότητα, εγχώρια και διεθνή, κοινή είναι η πεποίθηση ότι ο κόσμος θα βρεθεί αντιμέτωπος προσεχώς με επισιτιστική κρίση μοναδικών διαστάσεων. Η πληθυσμιακή έκρηξη στην Αφρική, στην Ινδία και αλλού σε συνδυασμό με την επερχόμενη ερημοποίηση μεγάλων εκτάσεων, την κρίση νερού, τον περιορισμό της παραγωγικής γης και την αργή βελτίωση των τεχνικών της γεωργικής παραγωγής, πολλαπλασιάζουν παγκοσμίως τις ανάγκες σε τρόφιμα, αναδεικνύοντας την παραγωγή τους σε έργο πρώτης προτεραιότητας. Είναι ενδεικτικό το γεγονός ότι επανέρχονται στο προσκήνιο οι Μαλθουσιανές θεωρίες που θέλουν τη Γη ανίκανη να θρέψει με επάρκεια τον συνεχώς αυξανόμενο πληθυσμό της. Ορισμένοι επιστήμονες μιλούν για «επισιτιστική πολυκρίση».
Σύμφωνα με το in.gr o καθηγητής του Πανεπιστημίου του Κορνέλ Κρις Μπάρετ, που ειδικεύεται σε θέματα αγροτικής οικονομίας, υποστηρίζει ότι «το μοτίβο σταδιακής μείωσης της παγκόσμιας πείνας έχει πλέον αντιστραφεί και τα ποσοστά υποσιτισμού έχουν αυξηθεί κατά 21% από το 2017». Ο ίδιος κατέγραψε ότι οι χονδρικές τιμές των τροφίμων προσαρμοσμένες στον πληθωρισμό έχουν αυξηθεί κατά 50% από το 1999. Μεταξύ 2020 και 2023 η χονδρική τιμή του ελαιολάδου τριπλασιάστηκε και του κακάο σε λιγότερο από δυο χρόνια τετραπλασιάστηκε. Οικονομολόγοι προτείνουν πλέον σε κυβερνήσεις να διατηρούν στρατηγικά αποθέματα τροφίμων, κατά αντιστοιχία με το πετρέλαιο, για να θωρακίζονται από διεθνείς κρίσεις τροφίμων.
Σύμφωνα με το Ινστιτούτο Παγκόσμιων Πόρων θα χρειαστεί να προσθέσουμε δύο Ινδίες καλλιεργήσιμης γης προκειμένου να καλύψουμε τις επισιτιστικές ανάγκες του πλανήτη στο δεύτερο μισό του 21ου αιώνα
Σύμφωνα με τον ίδιο, σήμερα περισσότερο από το ένα τρίτο της Γης χρησιμοποιείται για την παραγωγή τροφίμων και σχεδόν το 70% του γλυκού νερού για την άρδευση γεωργικών εκτάσεων. Το ισοδύναμο της Λατινικής Αμερικής χρησιμοποιείται για την αγροτική παραγωγή και το ισοδύναμο της Αφρικής για τη βόσκηση ζώων. Σύμφωνα με το Ινστιτούτο Παγκόσμιων Πόρων, θα χρειαστεί να προσθέσουμε δύο Ινδίες καλλιεργήσιμης γης προκειμένου να καλύψουμε τις επισιτιστικές ανάγκες του πλανήτη στο δεύτερο μισό του 21ου αιώνα. Πράγμα που σημαίνει αποψίλωση δασών, περισσότερες εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα και βεβαίως δεν μπορεί να προσφέρεται αγροτική γη για την ταχεία «φύτευση» φωτοβολταϊκών, όπως συμβαίνει κατά κόρον στα ελληνικούς κάμπους και στα ελληνικά οροπέδια. Κάπου δηλαδή οι στόχοι τείνουν να γίνουν αντικρουόμενοι.
Οπως και να έχει, νέες προκλήσεις έρχονται με μεγάλες ταχύτητες στο προσκήνιο και απατούν επανακαθορισμό των εθνικών προτεραιοτήτων και προπάντων εμπνευσμένες, συνδυασμένες και οραματικές πολιτικές. Το τετράπτυχο του κλίματος, της ενέργειας, του νερού και των τροφίμων είναι εδώ και θα απαιτήσει άλλες λύσεις, που ξεπερνούν κατά πολύ την αυτοθαυμαζόμενη κυβέρνηση…