Στο Μέγαρο Μαξίμου είναι προφανές ότι δεν περνούν τις καλύτερες των ημερών τους. Περισσεύουν τούτο τον καιρό οι αβεβαιότητες, οι ανασφάλειες και βεβαίως τα απρόοπτα, τα πολλά εξελισσόμενα διαφορετικά και αντιφατικά γεγονότα, που, αν δεν κλονίζουν, σίγουρα αναστατώνουν τα όποια σχέδια και τους όποιους προγραμματισμούς.
Ιδιαιτέρως αυτό το επαναλαμβανόμενο κάθε Κυριακή μαρτύριο της δημοσίευσης καταλόγων πληθώρας παρακολουθούμενων από την ΕΥΠ και τις όποιες εκδοχές των κακόβουλων λογισμικών είναι απολύτως διαβρωτικό και βασανιστικό μαζί. Την περασμένη εβδομάδα ο Πρωθυπουργός χρειάστηκε να πάρει από το χέρι τον υπουργό Εργασίας και να περιοδεύσει μαζί του στην εκλογική του περιφέρεια προκειμένου να αμβλυνθούν οι εντυπώσεις και να ξεπεραστούν τα όποια αισθήματα απώλειας εμπιστοσύνης συνοδεύουν αυτή την τόσο αμαρτωλή υπόθεση.
«Δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτε άλλο»
Οι συνεργάτες του Πρωθυπουργού σηκώνουν πλέον τα χέρια ψηλά. Εκτιμούν ότι με τον καιρό έχει διαμορφωθεί «απόθεμα κατασκοπευτικού υλικού, το οποίο κατατίθεται και θα κατατίθεται δημοσίως κατά κύματα, διαμορφώνοντας περιβάλλον διαρκούς έντασης και μόνιμης άμυνας απέναντι σε μια «επικαιρότητα που δεν ελέγχει» το πάντα ευαίσθητο στη διαχείριση των όποιων πληροφοριών και εντυπώσεων Μέγαρο Μαξίμου. «Δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτε άλλο επ’ αυτού του θέματος» δηλώνουν αφοπλιστικά οι συνεργάτες του κ. Μητσοτάκη και παραπέμπουν στη Δικαιοσύνη, η οποία, κατ’ αυτούς, καλείται να ξεδιαλύνει την όλη υπόθεση και να αποδώσει τις όποιες ευθύνες. Αλλά και πάλι δεν μπορούν να γνωρίζουν με πόση ταχύτητα μπορεί να κινηθεί η έτσι κι αλλιώς βραδυπορούσα Θέμιδα, ούτε είναι σε θέση να γνωρίζουν ποιες μπορεί να είναι οι πρωτοβουλίες που πιθανώς να αναπτυχθούν στους κόλπους της, παρά το ασφυκτικό πρέσινγκ του υπουργού Δικαιοσύνης. Οπως και να έχει, βεβαιώνεται τώρα προηγούμενη, εγκαίρως κατατεθείσα, πρόβλεψη έμπειρου πολιτικού ότι το «σκάνδαλο των υποκλοπών, λόγω της ιδιαίτερης φύσης του και επειδή προσβάλλει τον πυρήνα των φιλελεύθερων δημοκρατικών αντιλήψεων που ο κ. Μητσοτάκης «διακονούσε», θα τον καταδιώκει μέχρι να σβήσει ο Ηλιος».
Μάχη υπεράσπισης του έργου του
Κατόπιν αυτών ο Πρωθυπουργός, σύμφωνα πάντα με τους συνεργάτες του, δεν έχει να κάνει πολλά επί του επίμαχου θέματος, παρά να επιμείνει στην προπαρασκευή τής, επιταχυνόμενης κατά τα φαινόμενα, προσεχούς διπλής εκλογικής αναμέτρησης, αναδεικνύοντας τα πλεονεκτήματα της δικής του διακυβέρνησης, ιδιαιτέρως εκείνων που κατ’ αυτόν επιβεβαιώνουν την υπεροχή του κόμματός του έναντι των πολιτικών του αντιπάλων. Θα θελήσει ο κ. Μητσοτάκης να δώσει μάχη υπεράσπισης του έργου του, αναδεικνύοντας κυρίως τις ιδέες και τις πολιτικές που συνθέτουν το σχέδιό του για τη χώρα.
Θα προπαγανδίσει συστηματικά την πεποίθησή του ότι η εποχή και οι διεθνείς οικονομικές συνθήκες επιβάλλουν πολιτικές ικανές να στηρίξουν τη μεγέθυνση της οικονομίας και της δημιουργίας νέου πλούτου, της μόνης, κατ’ αυτόν, διαδικασίας που μπορεί να ασφαλίσει το μέλλον. Στη βάση αυτών των αντιλήψεων θα επιμείνει στις επιλογές του Ταμείου Ανάκαμψης που ήλθε να στηρίξει με χαμηλότοκα δάνεια τις μεγάλες εξωστρεφείς ιδιωτικές επενδύσεις, εγχώριες και ξένες, που κατ’ ορισμένους μπορούν να θεμελιώσουν εκ νέου την ελληνική παραγωγή.
Θα παίξει το χαρτί των επενδύσεων
Η αλήθεια είναι ότι όντως ορισμένες από τις εγκριθείσες ιδιωτικές επενδύσεις υπηρετούν αυτή την επιδίωξη. Για παράδειγμα, οι προπαρασκευαζόμενες μεγάλες ιδιωτικές επενδύσεις στους τομείς της αποθήκευσης ενέργειας, του εμπλουτισμού και της ενίσχυσης παραγωγής νοσοκομειακών και άλλων φαρμάκων που θα μπορούσαν να καλύψουν τις ευρωπαϊκές ανάγκες, όπως και εκείνες που υπηρετούν τον ψηφιακό μετασχηματισμό της χώρας και την καθιστούν τεχνολογικό κέντρο της ευρύτερης περιοχής των Βαλκανίων και της Νοτιοανατολικής Μεσογείου, αποδίδουν τον τόνο και το πνεύμα του ευρύτερου σχεδίου του. Το επιβεβαίωσε άλλωστε εμπράκτως επισκεπτόμενος σχετικές μονάδες στην Αττική, στην Αρκαδία και βεβαίως στη Βόρεια Ελλάδα, όπου συγκεντρώνεται πλήθος τέτοιων επενδυτικών πρωτοβουλιών. Και μαζί βεβαίως θα επιμείνει στην άρση των αγκυλώσεων που χαρακτηρίζουν τη διαχείριση των επιχορηγούμενων δημόσιων επενδύσεων, του ΕΣΠΑ συμπεριλαμβανομένου, που καταδιώκεται από τη βραδύτητα και υπονόμευση των διαγωνιστικών διαδικασιών από τους συνδεδεμένους με το κράτος σχεδόν μόνιμους διεκδικητές των κοινοτικών πόρων.
Διάθεση προσαρμογής και από τις τράπεζες
Στους επόμενους δύο μήνες ο κ. Μητσοτάκης προγραμματίζει ακριβώς την ανάδειξη των παραπάνω πτυχών της οικονομικής πολιτικής, συνοδευόμενες βεβαίως από εξαγγελίες για τις αμοιβές, τις συντάξεις, τους φόρους και τις ενισχύσεις των καταναλωτών ηλεκτρικού ρεύματος, φυσικού αερίου και πετρελαίου, που θα υποστηρίζουν το αφήγημα αναγέννησης της οικονομίας και προστασίας των πολιτών. Ακόμη και οι τράπεζες, μετά την ένταση των προηγούμενων ημερών, δείχνουν διάθεση προσαρμογής στις ευρύτερες πολιτικο-οικονομικές συνθήκες. Κατά τα φαινόμενα θα σπεύσουν να αμβλύνουν τη μεγάλη διαφορά μεταξύ των επιτοκίων χορηγήσεων και καταθέσεων, αλλά και αναλαμβάνοντας μερίδιο από το κόστος της αύξησης των επιτοκίων για τα ευάλωτα νοικοκυριά και τις κινούμενες στα όρια της βιωσιμότητας μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Επίσης δείχνουν διατεθειμένες να εξορθολογίσουν και τις προμήθειες, οι περισσότερες των οποίων φαντάζουν αυθαιρέτως προσδιοριζόμενες, χωρίς επαρκή αιτιολόγηση.
Βομβαρδισμός «θετικών ειδήσεων»
Κατά το σχέδιο του κ. Μητσοτάκη, η κοινή γνώμη θα βομβαρδίζεται προσεχώς από υποτιθέμενες «θετικές ειδήσεις», θα κατακλύζεται στην κυριολεξία από εκθέσεις και αναφορές για τις προοπτικές της ανάπτυξης και των επενδύσεων, όπως και από «φιλολαϊκά μέτρα» που θα βεβαιώνουν ότι «η κυβέρνηση κινείται πάνω από όλα με γνώμονα την υπηρέτηση των λαϊκών συμφερόντων και τη σταθερότητα της χώρας». Προσεχώς, λοιπόν, μέχρι τα τέλη Φεβρουαρίου θα ακολουθήσει μπαράζ ανακοινώσεων και πρωτοβουλιών, ικανών να προπαρασκευάσουν την πρώτη εκλογική αναμέτρηση στα τέλη του προσεχούς Μαρτίου. Στη βάση αυτού του σχεδίου θα κινηθεί η κυβέρνηση στο δίμηνο Ιανουαρίου – Φεβρουαρίου, με την ελπίδα ότι δεν θα μεσολαβήσουν γεγονότα και εξελίξεις ικανά να το ανατρέψουν.
Βεβαίως δεν θα είναι μόνη σε αυτό το προεκλογικό παίγνιο. Απέναντί της θα στηθούν οι δυνάμεις της αντιπολίτευσης, οι οποίες θα προβάλλουν τις δικές τους αντιλήψεις, τις δικές τους προτεραιότητες, αναδεικνύοντας τον αποκλεισμό των μικρομεσαίων επιχειρήσεων από πόρους και πιστώσεις, την υπερδιόγκωση των ανισοτήτων εξαιτίας της πληθωριστικής έξαρσης και της μισθολογικής καχεξίας, αλλά και τις περιορισμένες εισοδηματικές ενισχύσεις για την αντιμετώπιση των υψηλών λογαριασμών του ρεύματος, του αερίου και των καυσίμων. Ειδικά σε αυτή τη ζώνη ο συνήθης αντιπολιτευτικός οίστρος αρκεί να δημιουργήσει εντυπώσεις και έτσι να υπερβεί ως ελάχιστες τις όποιες ενισχύσεις.
Οι παρακολουθήσεις, η Καϊλή και οι διεργασίες
Και πάντα, βεβαίως, ελλοχεύει το σκάνδαλο των υποκλοπών, το οποίο, όπως προαναφέραμε, θα προσφέρει διαρκώς νέες εντυπώσεις, ικανές να διαβρώσουν τα όποια αποθέματα εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση. Οι προβλέψεις για την εξέλιξη του όλου θέματος δεν είναι οι καλύτερες για τον κ. Μητσοτάκη. Εμπειροι πολιτικοί που παρακολουθούν από απόσταση την εξέλιξη των πολιτικών πραγμάτων στη χώρα δεν κρύβουν τον προβληματισμό τους για τις ευρύτερες επιπτώσεις από το εξελισσόμενο σκάνδαλο των υποκλοπών σε συνδυασμό με τις ρευστές οικονομικές συνθήκες και την αποκάλυψη της δωροδοκίας της κυρίας Καϊλή, που μεταφέρει αισθήματα αποτροπιασμού και καταδίκης για τις κυρίαρχες πολιτικές δυνάμεις και επισημαίνουν τον κίνδυνο της ηθικής και πολιτικής απονομιμοποίησης του κ. Μητσοτάκη στην πορεία προς τις κάλπες.
Μόνο αμελητέος δεν είναι αυτός ο κίνδυνος. Ιδιαιτέρως αν λάβει κανείς υπ’ όψιν τις εξελισσόμενες, αφανείς επί του παρόντος, διεργασίες στο εσωτερικό της κεντροδεξιάς παράταξης. Οσο κι αν αποδίδονται στη μυθοπλασία ορισμένων «αντιδίκων» του κ. Μητσοτάκη, η μουρμούρα είναι κυρίαρχη στο νεοδημοκρατικό στρατόπεδο και ικανή να γεννήσει αμφισβητήσεις που δεν φαντάζεται το Μέγαρο Μαξίμου.