Στο συμπέρασμα ότι το χουντικό πραξικόπημα της 21ης Απριλίου 1967 δεν ήταν made in USA, καταλήγει και επισήμως το ΚΚΕ. Η προσέγγιση που επιχειρεί το Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ (τόμος Γ2) για την περίοδο 1967-1974 ως προς τον ρόλο των ΗΠΑ στην οργάνωση και υλοποίηση του στρατιωτικού πραξικοπήματος που έβαλε στον «γύψο» τη Δημοκρατία στη χώρα μας συνιστά μια διαφορετική ανάγνωση και ανοίγει ένα μεγάλο κεφάλαιο συζήτησης. Και αυτό καθώς ανατρέπει τις μέχρι τώρα θεωρήσεις αναφορικά με τον αμερικανο-νατοϊκό παράγοντα και την εμπλοκή του στη συνταγματική και δημοκρατική εκτροπή του ’67. Εδώ και χρόνια το ΚΚΕ μελετά και επαναπροσεγγίζει το θέμα με σκοπό να διαγνώσει τις αντιθέσεις που εκδηλώνονταν στο εγχώριο αστικό πολιτικό σύστημα και οι οποίες άνοιξαν τον δρόμο για την επιβολή της δικτατορίας.
Αναθεωρούνται παλαιότερες θέσεις
Οι αναλύσεις και οι διαπιστώσεις που υιοθετεί ο Περισσός για τις ισορροπίες και τους συσχετισμούς μιας εποχής που σφράγισε την εξέλιξη της Ελλάδας αναθεωρούν παλαιότερες θέσεις του κόμματος βάσει των οποίων το πραξικόπημα των συνταγματαρχών ήταν έργο των ΗΠΑ. Βεβαίως, παρά τη διαφορετική οπτική του συλλογικά επεξεργασμένου Δοκιμίου, το οποίο έχει λάβει την έγκριση της Κεντρικής Επιτροπής του κόμματος (οι προηγούμενοι τόμοι είχαν την έγκριση Πανελλαδικής Συνδιάσκεψης), δεν μειώνεται καθόλου ο ισχυρός παρεμβατικός ρόλος των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ στην Ελλάδα, όπως αυτός διαμορφώθηκε μετά τη λήξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και εμπεδώθηκε την περίοδο του εμφυλίου πολέμου 1946-1949 και αργότερα (εποχή του διαβόητου Πιουριφόι με ωμές παρεμβάσεις στα πολιτικά πράγματα, εναλλαγή κυβερνήσεων, εκτέλεση Μπελογιάννη κ.λπ.).
Ωστόσο, οι επεξεργασίες του Περισσού καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι το πραξικόπημα δεν ήταν σχεδιασμένο από τους Αμερικανούς και το ΝΑΤΟ – παρά τις διασυνδέσεις ορισμένων εκ των πρωτεργατών του με τη CIA – καθώς τα στρατηγικά τους συμφέροντα στη Νοτιοανατολική Μεσόγειο ή στη Μέση Ανατολή την περίοδο εκείνη δεν απειλούνταν.
Το κέντρο ήταν εντός Ελλάδας
Σε πρόσφατη κομματική εκδήλωση για την παρουσίαση του Δοκιμίου η Ελένη Μπέλλου, εκ των ανώτατων κομματικών παραγόντων του ΚΚΕ, δήλωσε ότι το κέντρο που οργάνωσε και επέβαλε τη δικτατορία ήταν εντός Ελλάδας, «ήταν τμήμα της διοίκησης του Στρατού, του Ελληνικού Στρατού, όχι της ανώτερης διοίκησης (στρατηγών) ή του βασιλιά, αλλά συνταγματαρχών, ταγματαρχών, αξιωματικών», διευκρινίζοντας ότι «το πραξικόπημα δεν έγινε από κάποιον ξένο κατασταλτικό μηχανισμό, όπως συχνά συνέβαινε π.χ. σε χώρες της Λατινικής Αμερικής, της Ασίας, με άμεση παρέμβαση των ΗΠΑ ή άλλων καπιταλιστικών κρατών».
Η συγγνώμη του Μπιλ Κλίντον
Είναι μια θέση που εξ αντικειμένου ανοίγει μια μεγάλη συζήτηση καθώς η ανάμειξη των ΗΠΑ στο πραξικόπημα θεωρείται εδώ και δεκαετίες δεδομένη, λόγος άλλωστε που είχε ωθήσει τον πρώην πρόεδρο Μπιλ Κλίντον κατά την επίσκεψή του στην Αθήνα το 1999 στην παραδοχή των ευθυνών της χώρας του στην κατάλυση της Δημοκρατίας στην Ελλάδα. Είχε θεωρηθεί ως ένα είδος «συγγνώμης» προς τον ελληνικό λαό η αποστροφή του λόγου του – διά χειρός του λογογράφου του Πολ Γκλάστρις – ότι «οι ΗΠΑ επέτρεψαν στα γεωπολιτικά τους συμφέροντα εν μέσω Ψυχρού Πολέμου να κυριαρχήσουν των συμφερόντων τους – ή πιο σωστά των υποχρεώσεών τους – που θα ήταν η προάσπιση της Δημοκρατίας». «Είναι σημαντικό να το παραδεχθούμε» είχε πει.
«Με καθοδήγηση των Αμερικάνων»
Αλλά και το ίδιο το ΚΚΕ, τόσο το 1967 όσο και μετέπειτα, στο 9ο Συνέδριο που πραγματοποιήθηκε τον Δεκέμβριο του 1973 στο Ανατολικό Βερολίνο, μεσούσης της Ιωαννιδικής δικτατορίας και στον απόηχο της μεγάλης εξέγερσης του Πολυτεχνείου, είχε αποφανθεί ότι «στις 21 του Απρίλη 1967, η χούντα των συνταγματαρχών, με την έμπνευση και καθοδήγηση των Αμερικάνων, πραγματοποίησε το φασιστικό πραξικόπημα». Οπως διαπιστωνόταν τότε «η αδυναμία της χρηματιστικής ολιγαρχίας και των Αμερικάνων να εξασφαλίσουν και να επεκτείνουν τα προνόμια και την κυριαρχία τους στην Ελλάδα στα πλαίσια και με τις μέθοδες της κοινοβουλευτικής αστικής δημοκρατίας, οδήγησε στην εγκαθίδρυση της φασιστικής δικτατορίας». Το ΚΚΕ εκτιμούσε ότι «σκοπός της δικτατορίας ήταν η κατάπνιξη του ογκούμενου λαϊκού κινήματος και η εξυπηρέτηση των στρατηγικών επιδιώξεων του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού και του ΝΑΤΟ στη νευραλγική περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου» και συμπέραινε ότι ο αγώνας κατά της δικτατορίας είναι ταυτόχρονα και αγώνας «κατά του ιμπεριαλισμού, κατά της αμερικανοκρατίας» (ποιος δεν θυμάται τα δυο συνθήματα πάνω στην πύλη του Πολυτεχνείου πριν τη συντρίψουν οι ερπύστριες: «Εξω αι ΗΠΑ» και «Εξω το ΝΑΤΟ»).
Η νέα ανάλυση του Περισσού
Η νεότερη οπτική του Περισσού είναι ότι «ΗΠΑ – ΝΑΤΟ δεν είχαν κάποια κρίση στις σχέσεις τους με την Ελλάδα ώστε να τους χρειαζόταν κυβέρνηση ανδρεικέλων» και ότι «εκείνη την περίοδο δεν κινδύνευε η θέση της Ελλάδας στο ΝΑΤΟ, ή ειδικότερα τα στρατηγικά συμφέροντα των ΗΠΑ στη ΝΑ Μεσόγειο ή η θωράκισή τους απέναντι στις χώρες της σοσιαλιστικής οικοδόμησης ή στη Μέση Ανατολή». Οπως επισημαίνεται στο Δοκίμιο, το ΚΚΕ και η ΕΔΑ από την πρώτη στιγμή και καθ’ όλη την επταετία «κατήγγειλαν το πραξικόπημα ως αμερικανοκίνητο, ΝΑΤΟϊκό, θεωρώντας ότι οργανώθηκε ή είχε την έγκριση του Αμερικανικού Πενταγώνου, της CIA ή και του υπουργείου Εξωτερικών των ΗΠΑ, ότι πραγματοποιήθηκε με την προτροπή ή την παρότρυνσή τους, με σκοπό τη διασφάλιση των αμερικανικών συμφερόντων στην Ελλάδα, αλλά και στην ευρύτερη περιοχή των Βαλκανίων και της Ανατολικής Μεσογείου». Εκτίμηση που στηριζόταν και δικαιολογημένα, όπως αναφέρεται, στον ισχυρό παρεμβατικό ρόλο των ΗΠΑ, κάτι που ενισχυόταν και από τον ρόλο που είχαν διαδραματίσει για την επιβολή σειράς στρατιωτικών δικτατορικών καθεστώτων ανά τον κόσμο, όπως στη Λατινική Αμερική και αλλού.
«Οι ΗΠΑ δεν είχαν μονοδιάστατη πολιτική»
«Ομως αυτές οι εκτιμήσεις δεν έπαιρναν υπόψη ότι οι ΗΠΑ δεν είχαν μονοδιάστατη πολιτική απέναντι στις στρατιωτικές δικτατορίες» τονίζεται στο Δοκίμιο, όπου επισημαίνεται ότι οι Αμερικανοί, ανάλογα με τη συγκυρία, προχωρούσαν άλλοτε στη στήριξη δικτατοριών και άλλοτε στη στήριξη αστικών δυνάμεων για την ανατροπή των δικτατορικών καθεστώτων όταν αυτό τους συνέφερε.
Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν είχαν ιδέα για το ενδεχόμενο πραξικοπήματος στην Ελλάδα «τόσο γιατί γενικά δεν απέκλειαν ένα τέτοιο ενδεχόμενο όσο και γιατί φαίνεται ότι ευνοούσαν το ενδεχόμενο μιας δικτατορίας που θα πραγματοποιούσε ο βασιλιάς». Επίσης, από την πρώτη στιγμή του πραξικοπήματος η CIA είχε εικόνα για τους πρωταγωνιστές και τις στοχεύσεις τους και παρά τις αρχικές ταλαντεύσεις, στην πορεία στήριξαν το καθεστώς ή σε κάθε περίπτωση το ανέχτηκαν.
Κατά τον Περισσό, λοιπόν, δεν ήταν «αμέτοχοι του εγκλήματος», αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι στήθηκε από τους Αμερικανούς.
«Υποτιμούσαν τις ενδοαστικές αντιθέσεις»
Διαπιστώνεται μάλιστα ότι οι εκτιμήσεις του ΚΚΕ περί αμερικανοκίνητου ή ΝΑΤΟϊκού πραξικοπήματος «παραγνώριζαν ή υποτιμούσαν τις ενδοαστικές αντιθέσεις που αναπτύχθηκαν από το τέλος του αγώνα του ΔΣΕ και οξύνθηκαν ως τη δικτατορία». Το συμπέρασμα στο οποίο οδηγούνται οι συντάκτες του Δοκιμίου είναι ότι η προβολή του πραξικοπήματος «ως μονοδιάστατα αμερικανονατοϊκού έβγαζε απ’ έξω τους αποφασιστικούς εσωτερικούς παράγοντες που οδήγησαν όχι μόνο στον σχεδιασμό και τη μεθόδευση, αλλά κυρίως στην επικράτηση της Χούντας μέσα σε λίγες ώρες». Προς επίρρωση των διαπιστώσεων αυτών η κυρία Μπέλλου διατύπωσε τη θέση ότι «καμιά αστική πλευρά δεν αμφισβητούσε την ενεργητική συμμετοχή της Ελλάδας στο ΝΑΤΟ, ούτε και υπήρχε ανάπτυξη της ταξικής πάλης που να έθετε σε κίνδυνο την αστική εξουσία (κομμουνιστική απειλή, όπως υποστήριζαν οι πραξικοπηματίες Παπαδόπουλος / Ιωαννίδης)».
Οι σχέσεις με τους Αμερικανούς
Βέβαια αναγνωρίζεται ότι «οι πραξικοπηματίες το 1967 και ο Ιωαννίδης που τους ανέτρεψε είχαν διατελέσει στην ΚΥΠ, είχαν στενούς δεσμούς με τη CIA, ο Παπαδόπουλος είχε σχέσεις με εφοπλιστές όπως ο Ωνάσης, με ελληνοαμερικανούς καπιταλιστές όπως ο Τομ Πάπας, με εκδότες όπως ο Σάββας Κωνσταντόπουλος, με πολιτικούς, με ελληνοαμερικανούς πανεπιστημιακούς καθηγητές, με αμερικανούς πρέσβεις». Ομως, όπως παρατήρησε η ίδια, «είναι άλλο αυτό και άλλο ποιο κέντρο οργανώνει τι, για ποιον σκοπό, εγχώριο ή ξένο». Χωρίς να υποτιμάται ο ρόλος του αμερικανικού ιμπεριαλισμού και των σχεδιασμών του, κατά των οποίων στρέφεται σταθερά και διαχρονικά το ΚΚΕ, η προσοχή του Δοκιμίου επικεντρώνεται στις αντιθέσεις της εποχής που αφορούσαν κυρίως τις ισορροπίες ανάμεσα στις αστικές κυβερνήσεις, το Παλάτι και τις Ενοπλες Δυνάμεις.
Το «αστικό σύστημα» και ο Κωνσταντίνος
Υπό αυτό το πρίσμα, θεωρείται ότι η τότε εκτίμηση του ΚΚΕ για το πραξικόπημα «δεν έπαιρνε υπόψη την αντίθεση σημαντικού μέρους του αστικού πολιτικού συστήματος με το Παλάτι για τον έλεγχο του στρατού, αλλά και για την ανάγκη εκσυγχρονισμού στη λειτουργία των θεσμών και των μηχανισμών του αστικού κράτους». «Ή για να είμαστε περισσότερο ακριβείς, ερμήνευε (σ.σ. το ΚΚΕ) λαθεμένα αυτή την αντίθεση μέσα από το σχήμα της αντίθεσης ανάμεσα στις λεγόμενες «δημοκρατικές δυνάμεις» και την Αντίδραση» υπογραμμίζεται. Η κριτική περί «υποτίμησης των ενδοαστικών αντιθέσεων» που ασκείται, εντοπίζεται και «στην άστοχη εκτίμηση του Κόμματος ότι πέρα από τις ΗΠΑ, πρωταγωνιστικό ρόλο στην οργάνωση και στην πραγματοποίηση του πραξικοπήματος είχε και ο βασιλιάς Κωνσταντίνος», κάτι που «δεν επιβεβαιώθηκε ούτε από την εξέλιξη των ιστορικών γεγονότων, ούτε από την πληθώρα των ιστορικών τεκμηρίων που πλέον έχουμε στα χέρια μας», όπως σημειώνεται, αν και αναγνωρίζεται ότι «αυτό δεν σημαίνει ότι δεν είχε μια κάποια βάση, αφού ο Κωνσταντίνος απεργαζόταν σχέδια στρατιωτικής εκτροπής, αναζητούσε τη στήριξη των ΗΠΑ σε αυτά και για την πραγματοποίησή τους ερχόταν σε επαφή με πληθώρα στρατιωτικών στελεχών, από τους κόλπους των οποίων ξεπήδησαν και οι πραξικοπηματίες της 21 Απριλίου» και σε κάθε περίπτωση «δεν αντιτάχθηκε αποφασιστικά στην εγκαθίδρυση της δικτατορίας».
Η προβληματικότητα στην ανάλυση των αντιθέσεων στην ελληνική κοινωνία, που αποδίδεται στις θέσεις του ΚΚΕ εκείνης της περιόδου, σχετίζεται «με τον καθορισμό της στρατηγικής του και την εξειδίκευσή της σε κάθε φάση και πολιτική περίοδο». Ο Περισσός εδώ και χρόνια έχει εντοπίσει λάθη στη στρατηγική του κόμματος στη βάση της υιοθέτησης της «γραμμής» των δύο σταδίων της επαναστατικής διαδικασίας (δημοκρατικής – αντιιμπεριαλιστικής και σοσιαλιστικής), στο πρώτο στάδιο της οποίας «μπορούσαν να ενταχθούν και τμήματα της αστικής τάξης και επακόλουθα αστικές πολιτικές δυνάμεις» μέσω της συγκρότησης μιας συμμαχίας του συνόλου των «δημοκρατικών δυνάμεων», την οποία απορρίπτει η σημερινή ηγεσία του ΚΚΕ σε όλες τις εκφάνσεις της.
Η χούντα επέφερε τη διχοτόμηση της Κύπρου
Οσον αφορά το Κυπριακό, η άποψη είναι ότι αποτελούσε «αγκάθι στην εξωτερική πολιτική της Ελλάδας, η οποία διαχρονικά πάταγε σε δύο βάρκες». Κατά την ανάλυση του Περισσού «η εξωτερική πολιτική της Ελλάδας αναγνώριζε την ανεξαρτησία της Κύπρου, όμως τμήμα των εγχώριων Ενόπλων Δυνάμεων συνδεόταν με εθνικιστικά κινήματα στην Κύπρο». «Η χούντα κινήθηκε πιο εμφανώς στη γραμμή της Διπλής Ενωσης και επί Παπαδόπουλου και πιο ενεργητικά επί Ιωαννίδη. Τα αρχεία δεν έχουν ακόμα ανοιχτεί πλήρως ώστε ν’ αποκαλύψουν αν ο Ιωαννίδης κινήθηκε πραξικοπηματικά στην ανατροπή του Μακαρίου, Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας, με πλάτες όχι μόνο ενός τμήματος ή συνολικότερα της CIA, ή κι άλλων επιτελείων των ΗΠΑ, ή απατηλά πίστεψε στη βοήθειά τους για μη απόβαση των τουρκικών δυνάμεων» ανέφερε η κυρία Μπέλλου, τονίζοντας πάντως ότι η στρατιωτική δικτατορία επέφερε τη διχοτόμηση της Κύπρου.