«Συμμετέχω σε αυτή τη διαδικασία γιατί θέλω να φτιάξουμε ένα μεγάλο ΠαΣοΚ που θα κυβερνήσει, ενώ άλλοι θέλουν ένα μοντέλο νέου ΣΥΡΙΖΑ με νέες συνιστώσες. Προσωπικά το απορρίπτω απολύτως» δηλώνει η υποψήφια πρόεδρος του ΠαΣοΚ Αννα Διαμαντοπούλου και τονίζει ότι «οι μεγαλοστομίες για τη «μεγάλη Κεντροαριστερά», την «ενότητα της Κεντροαριστεράς για να κερδίσουμε τον Μητσοτάκη» ακούγονται εύηχες αλλά είναι και αποπροσανατολιστικές και παραπλανητικές και ανεφάρμοστες».

Οπως επισημαίνει, «το ΠαΣοΚ δεν χρειάζεται απλά και μόνο κομματικό αρχηγό, χρειάζεται κυβερνητικό ηγέτη, που να μπορεί να συγκριθεί, να  αναμετρηθεί, να νικήσει και να αντικαταστήσει τον Πρωθυπουργό στο τιμόνι της χώρας», και αναφέρεται στη δυνατότητα του κόμματος να παρουσιάσει ισχυρή και σύγχρονη, ρεαλιστική σοσιαλδημοκρατική πολιτική για το αύριο. Τέλος, ασκεί δριμεία κριτική στην κυβέρνηση με αφορμή (και) τις πρόσφατες πυρκαγιές και εκτιμά ότι «η μέχρι σήμερα κυβερνητική αποτυχία θα σφραγίσει και το τελικό της αποτέλεσμα».

Γίναμε για άλλη μια φορά στο ίδιο έργο θεατές με τις πυρκαγιές, μόνο που τώρα οι φλόγες μπήκαν στον αστικό ιστό της Αθήνας. Πού ξεκινούν οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής και πού φτάνουν οι πολιτικές και διαχειριστικές ευθύνες της κυβέρνησης Μητσοτάκη;

«Η πριν από δύο μήνες έκθεση του ΟΟΣΑ για την Ελλάδα καταγράφει με σαφήνεια όλα τα διαχειριστικά προβλήματα της κυβέρνησης στο θέμα της καταστολής των πυρκαγιών και κυρίως της πρόληψης. Ο Διεθνής Οργανισμός χτύπησε την καμπάνα δύο μήνες πριν σε θέματα όπως η απορρόφηση υπαρχόντων πόρων, η υποβάθμιση δασικών υπηρεσιών, καθυστερήσεις στα έργα δασοπροστασίας, έλλειψη συνεργασίας κράτους και Αυτοδιοίκησης, χρονοβόρα και πολύπλοκη γραφειοκρατία. Προσθέτω τη μεγάλη καθυστέρηση της χώρας σε θέματα προηγμένης τεχνολογίας και ψηφιακών εργαλείων στην αντιμετώπιση των πυρκαγιών. Μετά από αυτά εντυπωσιάζει το έλλειμμα ενσυναίσθησης και ανάληψης πολιτικής ευθύνης του Πρωθυπουργού, ο οποίος εφέτος είδε «καλύτερο συντονισμό και μικρότερες ζημιές». Θα έλεγα τη γνωστή παροιμία «η εγχείρηση πέτυχε, ο ασθενής απεβίωσε». Αυτό θυμίζει το γνωστό σύνδρομο απώλειας επαφής, που χαρακτηρίζει κάθε ανεπίστρεπτη πτωτική πορεία των κυβερνήσεων. Ηδη η κυβέρνηση Μητσοτάκη διατρέχει τη δεύτερη θητεία της, με πλήρη αδυναμία του επιτελικού κράτους, χωρίς μεταρρυθμιστικό έργο και με τεράστια προβλήματα όπως η ακρίβεια και το κοινωνικό έλλειμμα. Εκτιμώ ότι η μέχρι σήμερα κυβερνητική αποτυχία θα σφραγίσει και το τελικό της αποτέλεσμα, διότι δεν βλέπω σημάδια και δυνατότητες αλλαγής πορείας, επιστροφής και ανάκαμψης».

Από τον άλλοτε κραταιό δικομματισμό και τις τεκτονικές ανατροπές της περιόδου της κρίσης έχουμε βρεθεί σε ένα μονοκομματικό σκηνικό με την αντιπολίτευση κατακερματισμένη και ασθμαίνουσα να αναζητεί τον εαυτό της. Το ΠαΣοΚ που οραματίζεστε τι θέση έχει σε αυτό το τοπίο;

«Το ΠαΣοΚ που εγώ οραματίζομαι οφείλει και μπορεί να ανατρέψει αυτό το τοπίο, με την ανάδειξή του για τη Δημοκρατία μας σε κυρίαρχο προοδευτικό πόλο. Αυτό όχι για λόγους πολιτικής ιστορίας και κουλτούρας, αλλά ως σημερινή δυνατότητα του ΠαΣοΚ να παρουσιάσει ισχυρή και μια σύγχρονη, ρεαλιστική σοσιαλδημοκρατική πολιτική για το αύριο».

Πριν από λίγα χρόνια είχατε πει ότι το ΠαΣοΚ έχει κλείσει τον κύκλο του. Τι σας κάνει να πιστεύετε ότι τώρα του αξίζει μία ακόμα ευκαιρία;

«Θυμίζω ότι τότε το ΠαΣοΚ, το 2017, επίσημα διά της ηγεσίας του, είχε αποφασίσει να κλείσει τον κύκλο του οργανώνοντας μια διαδικασία σύμπραξης με το Ποτάμι και άλλα κόμματα της Κεντροαριστεράς για τη δημιουργία του ΚΙΝΑΛ. Το ΠαΣοΚ είναι ένα κόμμα που έφερε τις μεγαλύτερες θετικές κοινωνικές αλλαγές και διαχειρίστηκε τη μεγαλύτερη οικονομική κρίση και είναι σήμερα ένα κόμμα του 12%. Εκτιμώ πως η πραγματική πολιτική του απήχηση είναι μεγαλύτερη από την αντίστοιχη εκλογική. Οι εσωκομματικές εκλογές έχουν μια ιστορική σημασία για την εξέλιξη του ΠαΣοΚ. Πιστεύω πως μπορεί να γίνουν η ώρα του ΠαΣοΚ».

Μπορεί να γίνει «μεγάλο και κυβερνών ΠαΣοΚ» ένα κόμμα που μοιάζει καθηλωμένο εκλογικά και κοινωνικά, που δεν καταφέρνει παρά την ανύπαρκτη αξιωματική αντιπολίτευση να κερδίσει την εμπιστοσύνη των πολιτών;

«Μίλησα για την ανάγκη νέων πολιτικών που αφορούν την εποχή. Είναι όμως εξίσου σημαντικό να εκλέξει τον Οκτώβριο ηγεσία με ικανότητα και προοπτική διακυβέρνησης. Το ΠαΣοΚ δεν χρειάζεται απλά και μόνο κομματικό αρχηγό, χρειάζεται κυβερνητικό ηγέτη, που να μπορεί να συγκριθεί, να  αναμετρηθεί, να νικήσει και να αντικαταστήσει τον Πρωθυπουργό στο τιμόνι της χώρας. Σήμερα δεν φτάνει να καταγγέλλεις, πρέπει να πείθεις και με λόγο και με έργα. Επομένως, το μεγάλο διακύβευμα των εκλογών του Οκτωβρίου είναι η απάντηση στο θέμα της ηγεσίας της παράταξης όχι ως αυτοσκοπό αλλά ως το μεγάλο βήμα για την προοδευτική διακυβέρνηση της χώρας».

Μήπως η Σοσιαλδημοκρατία πληρώνει το κόστος παλαιότερων πολιτικών της επιλογών που την έφεραν πιο κοντά προς το νεοφιλελεύθερο αφήγημα και πώς φαντάζεστε τη σύγχρονη Κεντροαριστερά;

«Είναι γεγονός ότι στην Ευρώπη για μεγάλη περίοδο ήταν εμφανής η αλληλεπίδραση μεταξύ των μεγάλων κομμάτων. Τα κόμματα της Σοσιαλδημοκρατίας δέχθηκαν την ελεύθερη αγορά και την απελευθέρωση των αγορών εντός της Ευρώπης, και τα συντηρητικά κόμματα δέχθηκαν το κοινωνικό κράτος και τις πολιτικές υπεράσπισης των δικαιωμάτων. Αυτό ήταν που οδήγησε σε πολλές χώρες σε συνασπισμούς κυβερνήσεων, αλλά και σε διασπάσεις κομμάτων. Θεωρώ όμως ότι τα τελευταία 15 χρόνια λόγω των μεγάλων οικονομικών και γεωπολιτικών ανακατατάξεων οι μεγάλες ανισότητες άλλαξαν τον κοινωνικό χάρτη, επαναφέροντας την ανάγκη ισχυρών διαχωριστικών πολιτικών γραμμών. Παρ’ όλα αυτά, η νέα ατζέντα που αφορούσε τη φτωχοποίηση, τις αλλαγές στην αγορά εργασίας, το Μεταναστευτικό, την αίσθηση εθνικής και εσωτερικής ανασφάλειας και το δημογραφικό πρόβλημα δεν αναλύθηκαν εγκαίρως και με σοβαρές προτάσεις από τη Σοσιαλδημοκρατία. Δυστυχώς, ήταν η πολιτική ατζέντα που άρπαξαν τα ακροδεξιά και τα λαϊκιστικά κόμματα δίνοντας εντελώς λάθος απαντήσεις, δημιουργώντας μίσος, φανατισμό και διχασμό. Σε ό,τι με αφορά, έχω διαμορφώσει νέες προγραμματικές θέσεις, που έχω δουλέψει προσωπικά στην έκθεση για την αναγκαία μεταρρύθμιση του κοινωνικού κράτους και που παρουσίασα στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή στις Βρυξέλλες και σε 11 κυβερνήσεις».

Μπορεί το ΠαΣοΚ να αποτελέσει πρωταγωνιστικό πόλο έλξης για την ανασύνθεση της Κεντροαριστεράς και της ευρείας προοδευτικής παράταξης και με ποιους; Με τον ΣΥΡΙΖΑ του κ. Κασσελάκη; Και τι θέση έχουν σε αυτό το εγχείρημα όσοι έφυγαν από το κόμμα σας για να βρεθούν είτε στη ΝΔ είτε στον ΣΥΡΙΖΑ;

«Προσωπικά συμμετέχω σε αυτή τη διαδικασία γιατί θέλω να φτιάξουμε ένα μεγάλο ΠαΣοΚ που θα κυβερνήσει. Αλλοι θέλουν ένα μοντέλο νέου ΣΥΡΙΖΑ με νέες συνιστώσες. Προσωπικά το απορρίπτω απολύτως. Οι μεγαλοστομίες για τη «μεγάλη Κεντροαριστερά», την «ενότητα της Κεντροαριστεράς για να κερδίσουμε τον Μητσοτάκη» ακούγονται εύηχες αλλά είναι και αποπροσανατολιστικές και παραπλανητικές και ανεφάρμοστες. Γιατί δεν απαντούν με ποια πολιτική ατζέντα και με ποιο σχήμα. Σύμπραξη των υπαρχόντων κομμάτων; Και αν ναι, τι ρόλο θα έχουν οι αρχηγοί τους; Με ποιον επικεφαλής; Στοχεύουν στην ίδρυση νέου κόμματος; Με ποια πλατφόρμα; Και τότε εμείς γιατί εκλέγουμε ηγεσία στο ΠαΣοΚ ή μήπως η εντολή στον νέο αρχηγό θα είναι να διαλύσει το ΠαΣοΚ; Τα ρωτώ ευθέως. Πεποίθησή μου είναι ότι τέτοιες σκέψεις συνειδητά ή ασυνείδητα οδηγούν στη ρευστοποίηση του ΠαΣοΚ στον βωμό μιας θολής και αναποτελεσματικής σύμπραξης. Οσον αφορά τώρα την πολιτική συνεργασία. Αρχικά, ελπίζω να μην ξαναζήσουμε στη χώρα τη λογική «ή εμείς ή αυτοί». Φυσικά και θα επιδιώξω συνεννόηση με την αντιπολίτευση όταν πρέπει και πρόκειται για θέματα που αφορούν το συμφέρον της χώρας. Τέλος, το μεγάλο ΠαΣοΚ θα έχει ανοικτές πόρτες για όσους θέλουν να βοηθήσουν στο νέο εγχείρημα και πιστεύουν στις ίδιες αξίες και στόχους».