Την Παρασκευή, 18 Σεπτεμβρίου, «Η Αυγή» είχε τίτλο «Τέλος Ανοχής». Το εντυπωσιακό συμπέρασμα προέκυπτε από την… ΕΛΣΤΑΤ (;) και (για όση αξία έχει) από μια μέτρηση της Pro Rata με αδιευκρίνιστο αντικείμενο. Ψύχραιμα η εφημερίδα σημείωνε ότι «Καταρρέει η εικόνα της κυβέρνησης» κι ότι «Το αφήγημα Μητσοτάκη (…) καταρρέει σαν χάρτινος πύργος».

Ολα καταρρέουν. Θα μου πείτε ότι αυτό είναι το μαράζι τους και μάλλον ψάχνουν για μια ένεση ψυχολογίας. Καμία αντίρρηση. Μόνο που τόσες καταρρεύσεις δεν τις έχει πάρει χαμπάρι κανείς άλλος. Ούτε εφημερίδα, ούτε δημοσκόπηση, ούτε ειδικός… Αλλα λένε όσες δημοσκοπήσεις είδαν έως τώρα το φως της δημοσιότητας.

Γιατί το σημειώνω; Επειδή η αντιπολίτευση πολιτεύεται σε ένα δικό της εικονικό σύμπαν κι εκνευρίζεται όταν η πραγματικότητα δεν ανταποκρίνεται στο εικονικό σύμπαν της. Το πρόβλημα είναι βαθύ και δύσκολο. Αφορά μια αδυναμία συντονισμού με τον σύγχρονο κόσμο.

Πάρτε για παράδειγμα την περίπτωση Λιάκου. Ο Αντ. Λιάκος (μέλος Πολιτικού Συμβουλίου του ΣΥΡΙΖΑ) έκανε μια δήλωση μετά τη σύλληψη των εμπρηστών της Μόριας, η οποία προκάλεσε σφοδρές αντιδράσεις. Τι έλεγε;

Πρώτον, ότι οι συλληφθέντες Αφγανοί προσπαθούσαν να φτάσουν «σε ευρωπαϊκή γη της επαγγελίας».

Συνεπώς δεν ήταν πρόσφυγες. Πρόσφυγας είναι κάποιος που διώκεται, όχι κάποιος που αναζητεί τη Γη Χαναάν.

Δεύτερον, ότι «στη θέση τους κι εγώ φωτιά θα έβαζα».

Συνεπώς το έγκλημα (ο εμπρησμός, στη συγκεκριμένη περίπτωση…) δεν είναι ζήτημα πράξης αλλά θέσης.

Τρίτον, «να μην αφήσουμε ανυπεράσπιστους τους αφγανούς νεαρούς πρόσφυγες» – που ξαναέγιναν πρόσφυγες από εκεί που έψαχναν τη γη της επαγγελίας…

Τέταρτον, «να μην τους εγκαταλείψουμε στα χέρια του Χρυσοχοΐδη».

 

Προφανώς ο Λιάκος αγνοεί ότι κανείς δεν είναι «στα χέρια του Χρυσοχοΐδη» αλλά στα χέρια της ελληνικής Αστυνομίας και της ελληνικής Δικαιοσύνης.

Υποθέτω ότι αγνοεί επίσης πως ο Χρυσοχοΐδης είναι υπουργός μιας δημοκρατικής κυβέρνησης που έχει την εμπιστοσύνη μιας δημοκρατικά εκλεγμένης Βουλής. Και μάλλον θα έπρεπε να τον συγχαρεί αν οι υπηρεσίες των οποίων προΐσταται βρήκαν κι έπιασαν τόσο γρήγορα τους εμπρηστές. Δεν ξέρω δηλαδή πώς το έχει στο μυαλό του ο Λιάκος, αλλά ο Χρυσοχοΐδης δεν είναι βασανιστής, ούτε επικίνδυνος, απλώς συμβαίνει να μη συμφωνεί με τον Λιάκο.

Οι απόψεις του Λιάκου αποδεικνύονται τελικά ανακριβείς, επιπόλαιες και παιδαριώδεις. Υποδηλώνουν εμπάθεια; Να το δεχτώ. Ελλειψη δημοκρατικής παιδείας; Ενδεχομένως. Το βασικό τους πρόβλημα όμως είναι ότι ο Λιάκος μιλάει με έναν παλαιο-αριστερό κώδικα αναφοράς που δεν εφάπτεται στη σημερινή ελληνική πραγματικότητα.

Δεν ξέρω πόσοι στην Ελλάδα δικαιολογούν εμπρηστές, ούτε πόσοι μέμφονται τον Χρυσοχοΐδη που τους έπιασε. Πάντως όχι πολλοί.

Νομίζω ότι το συγκεκριμένο παράδειγμα ερμηνεύει με τον σαφέστερο τρόπο τις δημοσκοπήσεις που δίνουν μια εικόνα κυριαρχίας της ΝΔ και αποδυνάμωσης του ΣΥΡΙΖΑ.

Διότι υποδηλώνει ότι ένα κόμμα αξιόλογου μεγέθους βυθίζεται σε έναν βάλτο αυταρέσκειας και αυταπάτης με αποτέλεσμα να βλέπει τα πράγματα μόνο από την πιο ακραία ή ξεπερασμένη οπτική γωνία των οπαδών του.

Η δημοσκοπική απαξίωση εξηγεί αυτό ακριβώς το φαινόμενο. Την έλλειψη επαφής ή αντιστοιχίας του ΣΥΡΙΖΑ με τα κυρίαρχα ρεύματα της ελληνικής κοινωνίας.

Αυτό όμως ήταν και παραμένει η γενικότερη μοίρα της Αριστεράς. Ο ΣΥΡΙΖΑ ξέφυγε το διάστημα 2012-2015 επειδή ίππευσε ένα ανορθολογικό αλλά υπαρκτό πλειοψηφικό ρεύμα, το ρεύμα του «αντι-Μνημονίου». Τότε οι αρλούμπες ανακηρύχθηκαν ιδέες. Πλέον το ρεύμα αυτό εξαντλήθηκε, χάρη και στον ίδιο τον ΣΥΡΙΖΑ. Και ρεύμα υπέρ αφγανών εμπρηστών δεν βλέπω να ανατέλλει στον ορίζοντα.

Λημέρι

Ενας πολιτικός έχει μια προσωπική αντιδικία με έναν πολίτη. Ο πολίτης προσφεύγει στη Δικαιοσύνη για να ζητήσει το δίκιο του. Σε μία δικαιοκρατούμενη χώρα δεν προβλέπεται άλλη διαδικασία.
Η άρνηση της Βουλής να άρει την ασυλία του πολιτικού αποτελεί στη συγκεκριμένη περίπτωση άρνηση δικαίου. Στερεί στον πολίτη δικαίωμά του.
Η Βουλή όμως δεν είναι λημέρι φυγοδίκων. Και γι’ αυτό ορθώς πολιτικοί παράγοντες δεσμεύονται ότι δεν θα ξανασυμβεί. Δεν μπορεί σε μια δημοκρατία η άρνηση δικαίου να καταστεί καθεστώς.
Ολ τα υπόλοιπα είναι εκ του περισσού και άνευ σημασίας. Και φυσικά ουδόλως αφορούν οι διάδικοι της υπόθεσης.

Πολύ αργά για δάκρυα!

Ομολογώ ότι δεν μπορώ να θυμηθώ διεθνή συνθήκη που να καταργήθηκε μονομερώς από μια χώρα επειδή άλλαξε η κυβέρνησή της. Χωρίς δηλαδή να μεσολαβήσει πόλεμος, επανάσταση ή κάποια άλλη τέτοιου τύπου ριζική μεταβολή των δεδομένων.
Αν δεν απατώμαι, ο τελευταίος που απειλούσε να καταργήσει μονομερώς μια διεθνή συμφωνία, το Μνημόνιο, και μάλιστα «με έναν νόμο, με ένα άρθρο» ήταν ο Αλ. Τσίπρας, το 2015. Ολοι ξέρουμε τη συνέχεια. Γι’ αυτό λοιπόν κοροϊδεύουν την κοινωνία όσοι ισχυρίζονται ότι μια κυβέρνηση της ΝΔ μπορούσε να καταργήσει μονομερώς τη Συνθήκη των Πρεσπών.
Δεν μπορούσε. Χωρίς υπέρμετρο κόστος. Κι ο Μητσοτάκης το είχε κάνει σε όλους τους τόνους σαφές πριν ψηφιστεί.
Αντιλαμβάνομαι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ ενοχλείται. Και είναι κατανοητό. Θεωρεί ότι τους έπιασαν κορόιδα. Και είναι αλήθεια.

Πήραν όλο το κόστος για την υπογραφή μιας συμφωνίας, την οποία εφαρμόζει η ΝΔ επειδή δεν θέλει να αναλάβει το κόστος της καταγγελίας της. Αλλά αν τους έπιασαν κορόιδα δεν τους φταίει κανείς άλλος.

l Μόνοι τους ενέταξαν το Μακεδονικό στο εσωτερικό πολιτικό παιχνίδι.
l Μόνοι τους προχώρησαν σε μια μείζονα διαπραγμάτευση χωρίς να έχουν διασφαλίσει το εσωτερικό μέτωπο.
l Μόνοι τους υπολόγιζαν να πάνε σε εκλογές τον Σεπτέμβριο 2018 και να κάνουν την κύρωση της συμφωνίας μπαλάκι στους επόμενους αλλά προέκυψε το Μάτι. Το έχει ομολογήσει ο Καμμένος.
l Μόνοι τους επιχείρησαν διά του Μακεδονικού να διχάσουν την αντιπολίτευση.
l Μόνοι τους πολώθηκαν με όλη την κοινωνία όταν μιλούσαν για «ακροδεξιούς», «εθνικιστές», «Βουκεφάλες» και συνεχίζουν.
l Μόνοι τους θεώρησαν ότι η Συμφωνία των Πρεσπών θα αλλάξει τους εσωτερικούς πολιτικούς συσχετισμούς – ο τότε Πρόεδρος της Βουλής Ν. Βούτσης το είχε προαναγγείλει σχεδόν απερίφραστα…
Και φυσικά την πάτησαν.
Αλλά τώρα είναι μάλλον αργά για δάκρυα. Πληρώνουν το κόστος των επιλογών τους, ακόμη περισσότερο όταν ο Μητσοτάκης δεν μπορούσε να κάνει τίποτα άλλο από εκείνο που έκανε. Να αντιταχθεί και να προειδοποιήσει. Παρότι θα μπορούσε να επιδεικνύει λιγότερο ενθουσιασμό στην εφαρμογή μιας συμφωνίας που δεν μπορεί να καταργήσει!