Πρόεδρος της Δημοκρατίας: Το ντόμινο που φθάνει έως την προεδρική εκλογή

Η ένταση μεταξύ Μητσοτάκη - Σαμαρά με φόντο τα ελληνοτουρκικά, η στάση και ο ρόλος Καραμανλή, η τρίτη θητεία, ο παράγοντας ΠαΣοΚ στον χώρο του Κέντρου και τα σενάρια για τον νέο ή τη νέα ένοικο του Προεδρικού Μεγάρου

Η εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας αποτελεί πάντα πρόκληση για έναν Πρωθυπουργό. Η επικείμενη προεδρική εκλογή, συνταγματικά αποσυνδεμένη από την απειλή πρόωρων εκλογών, θα ήταν θεωρητικά τόσο ευκολοδιάβατη όσο ένας περίπατος στον κήπο του Προεδρικού Μεγάρου. Η συγκυρία, ωστόσο, την έχει μετατρέψει σε σημείο καμπής για τη διακυβέρνηση Μητσοτάκη.

Το πρόσωπο που θα προτείνει για το ύπατο αξίωμα τύποις θα είναι ουδέτερο, στην πραγματικότητα  θα κουβαλά ένα βαρύ πολιτικό φορτίο καθώς θα σηματοδοτεί την κατεύθυνση που σχεδιάζει να ακολουθήσει ο Κυριάκος Μητσοτάκης μέχρι τη λήξη της δεύτερης θητείας του και το ενδεχόμενο κυβερνητικών συνεργασιών.

Οι περισσότεροι υπουργοί είναι πεισμένοι ότι η πρωθυπουργική παραδοχή για επιδίωξη και τρίτης εκλογής δεν είναι προσχηματική. Πιστεύουν ότι ο Κ. Μητσοτάκης θέλει άλλη μία θητεία στο Μέγαρο Μαξίμου. Το ερώτημα είναι αν μπορεί να το πετύχει, γιατί μολονότι η ΝΔ βρίσκεται μπροστά από τα κόμματα της αντιπολίτευσης με άνετη διαφορά, τα στοιχήματα έχουν αλλάξει.

Η μεταβολή του πολιτικού σκηνικού

Το Κέντρο έχει πλέον και άλλον διεκδικητή. Το ΠαΣοΚ μετά την ανανέωση της εντολής του Νίκου Ανδρουλάκη στην προεδρία ανεβάζει το ποσοστό του και σταδιακά μειώνει τη διαφορά από τη ΝΔ. Με τα χρόνια, σημαντικό κομμάτι της βάσης του ΠαΣοΚ, όπως έδειχναν τα ποιοτικά στοιχεία των ερευνών κοινής γνώμης, είχε μετακινηθεί προς το Κέντρο και ήταν ένα από τα σημεία αναφοράς του Πρωθυπουργού όταν λάμβανε πρωτοβουλίες που υπερέβαιναν τα όρια του δικού του κόμματος.

Αν συνεχίσει να αυξάνεται το ποσοστό του ΠαΣοΚ, με τους δύο υποψήφιους προέδρους που εξέφραζαν περισσότερο αυτή την τάση, την Αννα Διαμαντοπούλου και τον Παύλο Γερουλάνο, να αναλαμβάνουν σημαντικούς ρόλους και τον Χάρη Δούκα να επιχειρεί να λειτουργήσει ως πόλος για τους πιο αριστερούς ψηφοφόρους, θα διαμορφωθεί μια συνθήκη που δεν θα μπορεί να αγνοήσει ο Πρωθυπουργός, ιδίως αν ο πρόεδρος του ΠαΣοΚ σπεύσει να προτείνει έναν Πρόεδρο κεντροαριστερών καταβολών.

Το ΠαΣοΚ, με τον σοβαρό και πολιτισμένο τρόπο που οργάνωσε τις εσωτερικές εκλογές του, επανέφερε στο προσκήνιο τα χαρακτηριστικά του κόμματος εξουσίας που είχαν ξεθωριάσει στη διάρκεια της οικονομικής κρίσης και διεκδικεί τον ηγετικό ρόλο στην Κεντροαριστερά. Μένει να ξεφορτωθεί και το στίγμα του μνημονίου, το οποίο δεν έχει διαγραφεί από τη μνήμη των ψηφοφόρων και φρόντισε να το υπενθυμίσει ο Κ. Μητσοτάκης στην πρόσφατη συζήτηση στη Βουλή λέγοντας ότι «η Ιστορία θα γράφει ότι η χώρα χρεοκόπησε επί δικών σας ημερών».

Για την ακρίβεια, η χώρα «έσκασε» στα χέρια του ΠαΣοΚ, αλλά χρεοκόπησε επί ημερών Κώστα Καραμανλή, και αυτό επίσης δεν είναι διατεθειμένοι να το ξεχάσουν περισσότεροι πολίτες από όσους υπολογίζει ο Κ. Μητσοτάκης, αν υποτεθεί ότι προσπαθεί να διασπάσει το μπλοκ των δύο πρώην Αντώνη Σαμαρά και Κώστα Καραμανλή.

Οι απόψεις των δύο πρώην πρωθυπουργών

Ο Πρωθυπουργός άνοιξε μέτωπο με τον Αντ. Σαμαρά αναπάντεχα από το βήμα της Βουλής. Φαίνεται ότι όσα είπε στην Κύπρο για τα ήρεμα νερά που μπορεί να κρύβουν τεράστιες φουρτούνες τον ενόχλησαν περισσότερο από όσο άφησε να εννοηθεί ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Παύλος Μαρινάκης, ο οποίος κατά πάγια τακτική δεν σχολιάζει τις απόψεις των πρώην πρωθυπουργών, αν και αυτή τη φορά έθεσε το ερώτημα «πότε έγιναν εθνικές υποχωρήσεις από την κυβέρνηση;». Το πιθανότερο είναι ο Πρωθυπουργός να ήθελε να βάλει ένα τέλος στις παρεμβάσεις και στο κλίμα που δημιουργεί η αποστασιοποίηση των δύο πρώην, οι οποίοι, όπως θεωρούν στο Μέγαρο Μαξίμου, τραυματίζουν την παράταξη και παράγουν νομιμοποιητικό λόγο για τα λαϊκιστικά κόμματα της πέραν της ΝΔ Δεξιάς.

Οι κ.κ. Σαμαράς και Καραμανλής μπορεί να έχουν πάρει ψυχικές αποστάσεις από τη ΝΔ του Κυριάκου Μητσοτάκη και να εμφανίζονται ως πολιτικό δίδυμο, έχουν όμως μια θεμελιακή διαφορά. Ο πρώτος είναι βαθιά φιλοδυτικός, ενώ ο δεύτερος, τουλάχιστον όπως εμφανίστηκε στις δύο μεγάλες ομιλίες του στο Μέγαρο Μουσικής το 2022 και στο Πολεμικό Μουσείο τον Ιούλιο του 2024, βρίσκεται απέναντι στη Δύση, στην ΕΕ και στις ΗΠΑ, ασκώντας τους κριτική για διάφορα ζητήματα, από το Μεταναστευτικό μέχρι την αντιμετώπιση της εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία και την κατάσταση στη Μέση Ανατολή. Σε ό,τι αφορά τα ελληνοτουρκικά, θεωρεί αδιανόητο το συνυποσχετικό για προσφυγή στη Χάγη επειδή θα θέσει σε κίνδυνο τα χωρικά ύδατα και την κυριαρχία, και πιστεύει ότι η Τουρκία έχει ένα ξεκάθαρο αναθεωρητικό σχέδιο, το οποίο αποτελεί απειλή για την Ελλάδα και την Κύπρο.

Ο πατριωτισμός και η σύγκρουση

Λόγω ιδιοσυγκρασίας ο Αντ. Σαμαράς προβάλλει πιο συχνά τις απόψεις του, επειδή, λένε όσοι τον ξέρουν καλά, βλέπει τον εαυτό του ως ιδεολογικό καθοδηγητή της ευρύτερης Δεξιάς, ενώ ο Κ. Καραμανλής μιλάει σπάνια και σε προστατευμένα περιβάλλοντα, αλλά είναι πιο σκληρός παίκτης με απήχηση στη «λαϊκή Δεξιά» και σε παραδοσιακά ακροατήρια. Αυτά τα γνωρίζει ο Κ. Μητσοτάκης και σύμφωνα με κυβερνητικά στελέχη είναι λιγότερο πιθανό να ξεδίπλωσε κάποια στρατηγική προσεταιρισμού του ολιγομίλητου Καραμανλή και περισσότερο να του βγήκε η αντίδραση για όσα υπονόησε ο Σαμαράς επισείοντας τον κίνδυνο «συρρίκνωσης της Ελλάδας».

Καθόλου αυθόρμητη, όμως, δεν ήταν η αναφορά του για δεύτερη φορά στον πατριωτισμό, μετά τον χαρακτηρισμό «πατριώτες της φακής» που απηύθυνε σε όσους κατηγορούν την κυβέρνησή του για μειοδοσία στα ελληνοτουρκικά και στο Κυπριακό. «Εγώ δεν αυτοδιαφημίζομαι ως πατριώτης, ούτε προβάλλω τον πατριωτισμό μου ως διαπιστευτήριο στον πολιτικό μου λόγο» δήλωσε και χρησιμοποίησε τη φράση του Σάμιουελ Τζόνσον «πατριωτισμός είναι το τελευταίο καταφύγιο των απατεώνων». Αυτοί οι χαρακτηρισμοί δεν άρεσαν αφενός γιατί φάνηκαν υπερβολικοί και αφετέρου επειδή πολώνουν ένα ακροατήριο που η ΝΔ θέλει να  διατηρήσει κοντά της. Η απόφαση του Πρωθυπουργού, σύμφωνα με συνεργάτες του, είναι να μην αφήνει στο εξής αναπάντητα όσα λέγονται δημοσίως, ειδικά για τα εθνικά θέματα.

Κυβερνητικά και κομματικά στελέχη δεν κρύβουν την ανησυχία τους για την ένταση που σοβεί στην Κοινοβουλευτική Ομάδα της ΝΔ. Το «μασάζ» στους βουλευτές δεν απέδωσε τα αναμενόμενα, η δυσαρέσκεια διατηρείται, και εκτός από κάποια μεσαία στελέχη ορισμένοι θεωρούν ότι και βουλευτές, που αν πέσει το ποσοστό της ΝΔ κάτω από 30% ξέρουν ότι δεν θα εκλεγούν, φλερτάρουν με τη Φωνή Λογικής. Γι’ αυτό οι επιθέσεις προς τα δεξιά δεν θα σταματήσουν ώστε να μειωθούν οι «παραπλανημένοι ψηφοφόροι».

Προεδρική εκλογή και ανασχηματισμός

Σε αυτό το κλίμα ορισμένοι σκέφτονται το σενάριο επανεκλογής της Κατερίνας Σακελλαροπούλου, μολονότι γνωρίζουν ότι θα υπάρξει αντίδραση από τους βουλευτές που αντιτάσσονται στον γάμο των ομόφυλων ζευγαριών, οι οποίοι είναι περίπου 30. Και άλλα ονόματα ακούγονται για την Προεδρία της Δημοκρατίας, αλλά επειδή ακόμα είναι νωρίς και ο Πρωθυπουργός έχει απαγορεύσει κάθε σχετική αναφορά, αποτελούν κυρίως φημολογία των παρασκηνίων.

Αντιθέτως, η προοπτική ενός ριζικού ανασχηματισμού μετά την προεδρική εκλογή, ο οποίος θα αγγίξει και το Μέγαρο Μαξίμου, η δυσλειτουργία του οποίου αποτελεί καθημερινό θέμα συζήτησης μεταξύ των υπουργών, θεωρείται ότι θα συσπειρώσει τους βουλευτές στις επόμενες δύσκολες ψηφοφορίες ξεκινώντας με τον προϋπολογισμό.

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.