Η υγεία του 95χρονου Αρχιεπισκόπου Αλβανίας Αναστασίου, σε κρίσιμη κατάσταση όσο γραφόταν αυτό το κείμενο, άνοιξε τη συζήτηση για τη διαδοχή του, μια σύνθετη και δύσκολη διαδικασία για την Αλβανία και για την Ελλάδα.
Στον ορθόδοξο κόσμο, άλλοι δύο ηλικιωμένοι ιεράρχες, ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος, 87 ετών, και ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Ιερώνυμος, 86 ετών, κρατούν στα χέρια τους ισχύ και ισορροπίες που αν διαταραχθούν οι συνέπειες θα είναι απρόβλεπτες.
Ηδη η ρήξη Μόσχας – Φαναρίου με αφορμή το αυτοκέφαλο της Ουκρανικής Εκκλησίας έχει διχάσει την Ορθοδοξία με ευθύνη του Πατριαρχείου Μόσχας. Στο πλαίσιο αυτό, η κυβέρνηση, ικανοποιώντας ένα πάγιο αίτημα του Οικουμενικού Πατριαρχείου και επιχειρώντας να το ενισχύσει ως προς την οικουμενικότητά του, συστήνει οργανικές θέσεις ιερέων στα τέσσερα πρεσβυγενή Πατριαρχεία (Οικουμενικό Πατριαρχείο, Αλεξανδρείας, Αντιοχείας και Ιεροσολύμων), υπερασπίζοντάς τα ταυτόχρονα απέναντι στις επιθέσεις που δέχονται από τη Ρωσία. Ειδικά στην περίπτωση του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας, η ρωσική επιθετικότητα με την ίδρυση Εκκλησίας παραβιάζει κάθε εκκλησιαστικό κανόνα.
Η πολυτάραχη πορεία της Εκκλησίας της Αλβανίας
Οι διαστάσεις αυτής της κίνησης γίνονται αντιληπτές μόνο μέσα από τις ιστορικές λεπτομέρειες της εκκλησιαστικής ιστορίας και συγκυρίας. Στην Εκκλησία της Αλβανίας χορηγήθηκε αυτοκέφαλο το 1937 από τον Οικουμενικό Πατριάρχη Βενιαμίν Α’, αλλά από την αρχή έλειπε η ενότητα.
Αφενός η εθνολογική καταγωγή του ορθόδοξου πληρώματος, το οποίο αποτελούνταν από Ελληνες, Αλβανούς, βλαχόφωνους, σλαβόφωνους, και αφετέρου το γεγονός ότι οι ορθόδοξοι αποτελούσαν μόνο το 23% του πληθυσμού την οδήγησαν σύντομα σε διάσπαση. Αλβανοί εθνικιστές, παρακινημένοι από το κράτος, δήλωσαν ορθόδοξοι και στράφηκαν κατά των Ελλήνων αλλά και κατά των ορθόδοξων Αλβανών δημιουργώντας πολλά προβλήματα.
Το 1939, μετά την κατάκτησή της από τους Ιταλούς, η Αλβανία έγινε επαρχία της φασιστικής Ιταλίας. Αμέσως εγκαταστάθηκαν ιεραποστολικά τάγματα σε περιοχές της νότιας χώρας, όπου ζούσε ο ελληνικός πληθυσμός, με στόχο την απορρόφηση των ορθοδόξων μέσω της Ουνίας, δηλαδή τη διατήρηση του τυπικού της Βυζαντινής Εκκλησίας αλλά έχοντας πλήρη κοινωνία με τον Πάπα. Η έλλειψη απόλυτης πλειοψηφίας στα εκτελεστικά σώματα της Ορθόδοξης Εκκλησίας δεν επέτρεψε να υλοποιηθούν τα σχέδια προσχώρησης στην Ουνία, τα οποία διαλύθηκαν οριστικά με την πτώση της Ιταλίας το 1943.
Με τη λήξη του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου και την επιβολή του κομμουνιστικού καθεστώτος στην Αλβανία, ο Ενβέρ Χότζα επέβαλε αθεΐα, στο πρότυπο της Ρωσίας και άλλων βαλκανικών χωρών, και εξαπέλυσε διωγμό κατά όλων των θρησκειών, με εξορίες, φυλακίσεις και θανατώσεις ιερέων και λαϊκών.
Παράλληλα με τη διάλυση της Εκκλησίας της Αλβανίας, διασπάστηκαν και οι αλβανοί ορθόδοξοι στην Αμερική. Η μία ομάδα, με επικεφαλής τον εθνικιστή Φαν (Θεοφάνη) Νόλι, διατήρησε τον δεσμό της με ό,τι είχε απομείνει από την Εκκλησία της Αλβανίας, κυρίως όμως με τον Χότζα, και η άλλη υπό τον Επίσκοπο Λεύκης Μάρκο Λίππα επέλεξε την υπαγωγή στο Οικουμενικό Πατριαρχείο. Οι δύο ομάδες δεν συμφιλιώθηκαν ούτε μετά τον θάνατο του Νόλι το 1965.
Δύο χρόνια μετά, η Αλβανία ανακηρύχθηκε επισήμως το πρώτο και μοναδικό άθεο κράτος στον κόσμο, στο οποίο απαγορεύθηκε συνταγματικά κάθε θρησκευτική έκφραση. Εκατοντάδες ναοί κατεδαφίστηκαν, άλλοι μετατράπηκαν σε μηχανουργεία, στάβλους, αποθήκες, κινηματογράφους, λέσχες. Ολες σχεδόν οι μονές κατεστράφησαν ή έγιναν στρατιωτικοί καταυλισμοί. Θρησκευτικά κειμήλια μεγάλης αξίας εξαφανίστηκαν. Κληρικοί αποσχηματίσθηκαν, πολλοί οδηγήθηκαν στη φυλακή ή στην εξορία. Τα μέτρα κατά της θρησκείας χαλάρωσαν το 1990 υπό την επίδραση των διεθνών ανακατατάξεων.
Το 1991 η Αλβανία έπαψε να είναι κομμουνιστικό κράτος και το Οικουμενικό Πατριαρχείο ανέλαβε πρωτοβουλία για την ανασύσταση της Εκκλησίας της Αλβανίας. Τον Ιανουάριο του 1991 ο Οικουμενικός Πατριάρχης Δημήτριος και η Ιερά Σύνοδος όρισαν τον καθηγητή του Πανεπιστημίου Αθηνών, Επίσκοπο Ανδρούσης Αναστάσιο ως πατριαρχικό έξαρχο. Η αποστολή του ήταν να πάει στην Αλβανία και να επικοινωνήσει με τους ορθοδόξους και με τις αρχές της χώρας.
Επί πολλούς μήνες ο αλβανός πρωθυπουργός Σαλί Μπερίσα αρνούνταν να του επιτρέψει την είσοδο στη χώρα επειδή ήταν Ελληνας και τελικά μπόρεσε να πάει στα Τίρανα τον Ιούλιο εκείνης της χρονιάς. Ο Μπερίσα δέχθηκε την εγκατάσταση του Αναστασίου αλλά όχι των τριών επισκόπων που εξέλεξε το Οικουμενικό Πατριαρχείο και επειδή ήταν Ελληνες, οι δύο από αυτούς δεν πήγαν ποτέ στις μητροπόλεις τους. Το 1998, έπειτα από διαπραγματεύσεις μεταξύ του Οικουμενικού Πατριαρχείου, της αλβανικής κυβέρνησης και της Εκκλησίας της Αλβανίας, τα τρία μέρη κατέληξαν στον συμβιβασμό να συμμετέχουν στην Ιερά Σύνοδο δύο αρχιερείς ελληνικής καταγωγής και δύο αλβανικής.
Ο Αναστάσιος κατόρθωσε να αναστήσει την Εκκλησία από το τίποτα, παρά τις συνεχείς παρεμβάσεις του αλβανικού κράτους και τις εθνικιστικές επιθέσεις που δεχόταν ο ίδιος λόγω της ισχυρής του προσωπικότητας και επειδή οι Ελληνες στη Βόρεια Ηπειρο κράτησαν τη θρησκεία και το γένος. Κινήθηκε με πνεύμα ορθόδοξο, δηλαδή με βάση την πίστη και όχι τη φυλή, και με τη διαρκή βοήθεια της Εκκλησίας της Ελλάδος, της Εκκλησίας της Κύπρου, του Οικουμενικού Πατριαρχείου και διάφορων δωρητών εδραίωσε την Εκκλησία της Αλβανίας και επέκτεινε το ποίμνιό του.
Τα ερωτήματα μετά τη διαδοχή
Σήμερα η Σύνοδος της Εκκλησίας της Αλβανίας αποτελείται από 8 επισκόπους, στην πλειονότητα Αλβανούς. Σε περίπτωση που κινηθεί διαδικασία διαδοχής του Αναστασίου, βέβαιος διάδοχός του θεωρείται ο Μητροπολίτης Κορυτσάς, ο οποίος έχει αλβανική καταγωγή. Οι ισορροπίες γίνονται πολύ λεπτές και αποτελεί πρόκληση για την Ελλάδα πώς θα χειριστεί την επόμενη μέρα στην Εκκλησία της Αλβανίας εξαιτίας της περίπλοκης και ιδιαίτερης ιστορίας.
Τα ερωτήματα που υπάρχουν είναι πολλά: Τι θα γίνει με την περιουσία της Εκκλησίας, με τα δύο σχολεία στο Αργυρόκαστρο και στην Κορυτσά και με το πανεπιστήμιο που ίδρυσε ο Αναστάσιος; Πώς θα διατηρηθεί η ενότητα της Εκκλησίας δεδομένης της διαφορετικής προέλευσης του ποιμνίου της; Ποια θα είναι η θέση της Αλβανίας στον κόσμο αν το κράτος παρέμβει διαλυτικά, στερώντας την ανεξαρτησία της; Ποια θα είναι η σχέση της Εκκλησίας της Αλβανίας με το Οικουμενικό Πατριαρχείο, με το οποίο, όπως αναγράφεται στον καταστατικό χάρτη της, είναι «αναποσπάστως ενωμένη δογματικά»;
Η σχέση με το Οικουμενικό Πατριαρχείο έχει ήδη δηλητηριαστεί καθώς ο Αναστάσιος, για λόγους που ποτέ δεν έγιναν αντιληπτοί, δεν στήριξε τον Βαρθολομαίο στην ανακήρυξη του αυτοκέφαλου της Εκκλησίας της Ουκρανίας, στην οποία αντέδρασε σφοδρά η Ρωσία αντιμετωπίζοντάς το ως υπαρξιακή απειλή για αυτό που ο Πούτιν ονομάζει «ρωσικό κόσμο» και ο Πατριάρχης Κύριλλος διέκοψε τη σχέση του με το Φανάρι.
Αλλά και με την Εκκλησία της Ελλάδος έχει διαταραχθεί η σχέση επειδή ο Αναστάσιος απέτρεπε τους αλβανούς ορθοδόξους να έρχονται για σπουδές στις θεολογικές σχολές της χώρας μας, οι οποίες παρά τα προβλήματά τους θεωρούνται οι καλύτερες στον ορθόδοξο κόσμο και για λόγους ουσίας, αλλά και επειδή τα ελληνικά είναι η γλώσσα των ευαγγελίων και το διαβατήριο για ιερατική ανέλιξη.
Προτιμούσε να τους στέλνει στις ΗΠΑ, στη Σερβία και στη Ρωσία. Αυτή η τακτική ξεκίνησε από τον φόβο του ότι όσοι έρχονταν στην Ελλάδα δεν θα επέστρεφαν στην Αλβανία, αλλά η κατάληξη ήταν να μειώνεται η επιρροή της Εκκλησίας της Ελλάδος στην Εκκλησία της Αλβανίας και δυνητικά να αυξάνεται αυτή της Μόσχας, η οποία κινείται με όρους θρησκευτικού πολέμου. Στην περίπλοκη εικόνα να προστεθεί ότι ο πρωθυπουργός Εντι Ράμα είναι καθολικός στο θρήσκευμα.
Οι περίεργες διακλαδώσεις δεν σταματούν στα Βαλκάνια, αλλά επεκτείνονται και στις ΗΠΑ. Σχεδόν εξήντα τρία χρόνια μετά τον Φαν Νόλι, ένας άλλος Θεοφάνης, ο Φαν Κόγια, εξελέγη από το Οικουμενικό Πατριαρχείο Επίσκοπος Φιλομηλίου, με εισήγηση του Αρχιεπισκόπου Αμερικής Ελπιδοφόρου, για τις ανάγκες των αλβανόφωνων κοινοτήτων του Οικουμενικού Πατριαρχείου στις ΗΠΑ. Η επιλογή του Κόγια, ο οποίος βαδίζει στη γραμμή του Νόλι, ξεσήκωσε την Εκκλησία της Αλβανίας, αλλά αποτύπωνε για όσους γνωρίζουν την κάκιστη σχέση του Ελπιδοφόρου με τον Αναστάσιο.
Το αποτέλεσμα είναι ότι η καχυποψία χτύπησε κόκκινο γιατί μακροπρόθεσμα προσφέρει λύση στην αλβανική κυβέρνηση αν θελήσει να αναμειχθεί στην επιλογή Αρχιεπισκόπου στην Εκκλησία της χώρας. Από την πλευρά του ο Ελπιδοφόρος (που έχει διαταράξει τις σχέσεις του και με την ελληνική κυβέρνηση) κινείται για τη διαδοχή του Βαρθολομαίου, συντασσόμενος με όσους ασκούν πίεση για παραίτησή του, και αντιτάσσεται στην απόκτηση τουρκικής υπηκοότητας από περισσότερους Αρχιεπισκόπους, όπως θέλει ο Οικουμενικός Πατριάρχης, γιατί έτσι ανοίγει ο κύκλος των διεκδικητών, με κυριότερο τον Μακάριο Αυστραλίας, οι μετοχές του οποίου βρίσκονται σε άνοδο.
Ο τουρκικός ρόλος για υποψηφίους και εκλογείς
Ο Βαρθολομαίος, παρά την ηλικία του, είναι υγιέστατος και ακμαίος, διαθέτει διεθνή εμβέλεια, δεν έχει καμία διάθεση να εγκαταλείψει τα καθήκοντά του και μάλλον διασκεδάζει με όσα λέγονται και γράφονται για τη διαδοχή του, καθώς κάθε λίγο και λιγάκι ανακατεύει την τράπουλα, αναστατώνοντας τους φιλόδοξους διαδόχους του. Οταν έρθει το πλήρωμα του χρόνου, το μεγάλο ερώτημα είναι ποιος κανόνας θα ισχύσει για την εκλογή του νέου Οικουμενικού Πατριάρχη.
Το τουρκικό κράτος διατηρεί σε ισχύ μια απόφαση νομάρχη Κωνσταντινούπολης του 1972, σύμφωνα με την οποία ο κατάλογος των υποψηφίων εγκρίνεται από τον εκάστοτε νομάρχη, ο οποίος έχει τη δυνατότητα να προσθέτει ή να αφαιρεί ονόματα χωρίς να απαιτείται αιτιολόγηση της απόφασής του. Το τουρκικό κράτος ορίζει, επίσης, ποιοι έχουν δικαίωμα ψήφου, αν δηλαδή μπορούν να συμμετάσχουν στην ψηφοφορία μόνο όσοι έχουν τουρκική ιθαγένεια ή και άλλοι, και όταν ολοκληρώνεται η ψηφοφορία εγκρίνει το τελικό αποτέλεσμα. Ο τοποτηρητής είναι τούρκος συμβολαιογράφος και είναι παρών σε όλη τη διαδικασία εκλογής.
Η εκλογή Οικουμενικού Πατριάρχη πάντα προκαλεί προβλήματα με την Τουρκία, οπότε πολλά θα εξαρτηθούν από το κλίμα που θα υπάρχει στις σχέσεις Ελλάδας – Τουρκίας εκείνη την εποχή. Ηδη προκαλεί προβληματισμό η αμφισβήτηση της Συνθήκης της Λωζάννης από την Αγκυρα.
Επιπλέον, το Οικουμενικό Πατριαρχείο δέχεται συνεχώς επιθέσεις από το Πατριαρχείο Μόσχας που επιδιώκει να το αντικαταστήσει με τη θεωρία της «Τρίτης Ρώμης», δηλαδή της Μόσχας, άρα θα έχουν επίδραση και το γενικότερο γεωπολιτικό παιχνίδι και οι ειδικότερες σχέσεις της Τουρκίας με τη Ρωσία. Η σύγκρουση Βαρθολομαίου – Κυρίλλου είναι σφοδρότατη, εκτείνεται σε όλον τον ορθόδοξο κόσμο των 300 εκατομμυρίων πιστών. Σύμφωνα με δημοσιεύματα διεθνών μέσω, η Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία χρησιμοποιεί ακόμα και δωροδοκίες και εκβιασμούς προκειμένου να αυξήσει την επιρροή της ειδικά στην Αφρική, με τους 6 εκατομμύρια πιστούς, και έχει αποκτήσει ισχυρά ερείσματα στους συντηρητικούς χριστιανούς της Αμερικής.
Σημαντική κίνηση σε ένα περίπλοκο παιχνίδι
Εξαιτίας αυτού του περίπλοκου σκηνικού αποκτά ιδιαίτερη σημασία η απόφαση της κυβέρνησης να ενισχύσει τα Πατριαρχεία Κωνσταντινουπόλεως, Αλεξανδρείας, Ιεροσολύμων και Αντιοχείας με 600 επιπλέον ιερείς, ένα σχέδιο που καταρτίζεται από κοινού από τα υπουργεία Παιδείας, Εσωτερικών και Οικονομικών με τον συντονισμό του Μεγάρου Μαξίμου και αποτελεί παρέμβαση σε ένα ευρύτερο γεωπολιτικό παιχνίδι.
Ιερώνυμος: Στους διαδρόμους της Αρχιεπισκοπής
Εκτός του Αναστασίου και του Βαρθολομαίου, ηλικιωμένος είναι και ο Ιερώνυμος, ο οποίος είναι υγιέστατος και διαυγής, γεγονός που προκαλεί μεγάλο εκνευρισμό στους επίδοξους διαδόχους του. Είναι χαρακτηριστική η σκηνή, που διηγούνται εκκλησιαστικοί κύκλοι, από πρόσφατη συνάντηση του Αρχιεπισκόπου Αθηνών με έναν από τους υποψήφιους διαδόχους, ο οποίος τον επισκέφθηκε για να διαπιστώσει με τα μάτια του την κατάσταση έπειτα από μια ίωση που ταλαιπωρούσε τον Ιερώνυμο.
«Μήπως ήρθε η ώρα να ξεκουραστείτε και εσείς, Μακαριότατε;» τον ρώτησε. «Εχεις δίκιο» του απάντησε ο Ιερώνυμος. «Ηρθε η ώρα να ζήσω και εγώ τη ζωή μου». Ο συνομιλητής του, που δεν αντιλήφθηκε τη λεπτή ειρωνεία, συνέχισε να του λέει ότι αυτό είναι το σωστό και ότι εκείνος θα κάνει το παν για να υπερασπιστεί το έργο του. Ο Ιερώνυμος τον άκουγε υπομονετικά και στο τέλος του είπε: «Απλά πριν φύγω θέλω να λύσω το θέμα της εκκλησιαστικής περιουσίας», δηλαδή ένα θέμα που θα συζητείται και μετά τη Δευτέρα Παρουσία.
Μόνο τότε κατάλαβε ο συνομιλητής την ειρωνεία και φώναζε ωρυόμενος στους διαδρόμους της Αρχιεπισκοπής «Τι είναι αυτά που μου είπε; Τι δεν καταλαβαίνει επιτέλους;», κάνοντας έτσι και τρίτα πρόσωπα κοινωνούς της συνομιλίας.
Ο Ιερώνυμος είναι πολύ ισχυρός στην Ιερά Σύνοδο καθώς ελέγχει τα 50 από τα 82 μέλη της. Αν ήθελε θα μπορούσε να ελέγξει τη διαδοχή του, αλλά όσοι τον ξέρουν λένε ότι «είναι κατά βάθος παπάς», δηλαδή πιστεύει ότι η διαδοχή είναι θέμα της Ιεράς Συνόδου (και του Αγίου Πνεύματος). Θεωρητικά προηγείται ο Μεσσηνίας, ο οποίος διαθέτει ισχυρή προσωπικότητα, αλλά ο Ιερώνυμος ανέδειξε αρκετούς νέους Μητροπολίτες, όπως ο Νέας Ιωνίας, ο Φθιώτιδος, ο Θεσσαλονίκης, και όσο περισσότερα χρόνια ζει τόσο θα μεγαλώνουν τα δικά του παιδιά, καθιστώντας όλο και πιο σύνθετο το παιχνίδι της διαδοχής του.