Από τον 12ο αιώνα, όταν το πρώτο κονκορδάτο (διμερής συμφωνία μεταξύ του Πάπα αφενός και του ηγεμόνα ή της κυβέρνησης χώρας αφετέρου) μεταξύ της Αγίας Εδρας και των ισχυρών βασιλέων της Δυτικής Ευρώπης έκανε την εμφάνισή του, οι συμφωνίες αυτές αποτέλεσαν αντικείμενο μελέτης, αντεγκλήσεων και συγκλήσεων. Στη μικρή Ελλάδα και στη στοχοπροσηλωμένη στην παράδοση Εκκλησία, τα κονκορδάτα είναι αδιανόητα. Ωστόσο μόλις στα μέσα της εβδομάδας ο Πρωθυπουργός και ο Αρχιεπίσκοπος εμφάνισαν ένα κείμενο 15 σημείων προς υπογραφή που ομοιάζει με εκείνα της Δύσης. Και ενώ όλοι κάνουν λόγο για όλα, αναλυτές μιλούν για ένα ιστορικό βήμα, αφού οι κληρικοί για πρώτη φορά ύστερα από 73 χρόνια θα σταματήσουν να πληρώνονται από το Δημόσιο· έστω και αν το κράτος τελικά θα δίνει τα χρήματα της μισθοδοσίας, οι πρώτες αντιδράσεις άρχισαν.
Οι πρώτες αντιδράσεις
Στο Οικουμενικό Πατριαρχείο η ανακοίνωση ακούστηκε σαν κεραυνός εν αιθρία αφού αφού δεν υπήρξε σχετική ενημέρωση. Σύμφωνα με πληροφορίες ως πρώτη αντίδραση ήταν η συνάντηση, το πρωί της Παρασκευής στο Φανάρι, του κ.κ. Βαρθολομαίου με τη γενική πρόξενο της Ελλάδας στην Κωνσταντινούπολη, μετά από πρόσκληση του Οικουμενικού Πατριάρχη. Ο κ.κ. Βαρθολομαίος βλέπει τα προβλήματα που ανακύπτουν για τους κληρικούς που υπάγονται στη δική του δικαιοδοσία και μέχρι στιγμής δεν έχει αποσαφηνιστεί εάν και κατά πόσον η Εκκλησία της Ελλάδος θα αποστέλλει τα χρήματα στους ιερείς της Κρήτης και της Δωδεκανήσου, γεγονός που θα ισχυροποιούσε τον εκάστοτε Αρχιεπίσκοπο και τις υπηρεσίες του. Μάλιστα το πρωί του Σαββάτου συνεδρίασε εκτάκτως η επαρχιακή συνόδος της ημιαυτονόμου Εκκλησίας της Κρήτης που υπάγεται στη διακαιοδοσία του. Οπως τόνιζε ο ίδιος ο αρχιεπίσκοπος Κρήτης κ. Ειρηναίος σε συνεργάτες του, δεν είναι ευχαριστημένος για τη συμφωνία για την οποία δεν είχε ενημερωθεί.
Στην Εκκλησία της Ελλάδος οι μητροπολίτες αντιδρούν διότι αφενός δεν γνώριζαν τίποτε και αφετέρου διότι εγείρουν συγκεκριμένα ζητήματα: η θρησκευτική ουδετερότητα που θα επιβάλλεται με το υπό αναθεώρηση άρθρο 3 του Συντάγματος και η μισθοδοσία την οποία θα χειρίζεται η κεντρική υπηρεσία – ενώ μέχρι σήμερα υπάγεται στις ΔΟΥ – επί της ουσίας ισχυροποιούν τον εκάστοτε Αρχιεπίσκοπο και τους συνεργάτες του. Εκδηλη είναι η αγωνία τους για το ενδεχόμενο ύστερα από μερικά χρόνια να καταπέσει η συμφωνία και μια άλλη κυβέρνηση να καταργήσει και αυτήν ακόμα την καταβολή των 220 εκατ. ευρώ στα εκκλησιαστικά ταμεία.
Οι κληρικοί ανησυχούν διότι μέχρι σήμερα γνώριζαν ότι θα λαμβάνουν τη μισθοδοσία τους από το Δημόσιο, στους κόλπους του οποίου αισθάνονται πιο ασφαλείς από τις τυχόν αυθαιρεσίες των μητροπολιτών και των οικονομικών υπηρεσιών. Ολα όμως θα ξεκαθαρίσουν στη Σύνοδο της Ιεραρχίας που αναμένεται να συγκληθεί στις 16 Νοεμβρίου.
Εθελοντική συμμετοχή
Ο χάρτης της Εκκλησίας της Ελλάδος παρουσιάζει πολλές ιδιομορφίες στις εκκλησιαστικές δικαιοδοσίες εκτός από το Αγιον Ορος, που είναι αυτοδιοικούμενο και υπάγεται στον Οικουμενικό Πατριάρχη.
Ταυτόχρονα, ουδείς γνωρίζει τι θα γίνει με τις θεσμοθετημένες θέσεις ιερέων οι οποίες σήμερα είναι κενές εξαιτίας της δυσκολίας ανεύρεσης κληρικών.
Οσον αφορά την περιουσία, σύμφωνα με τον 13ο όρο της συμφωνίας η συμμετοχή στο Ταμείο αξιοποίησής της θα είναι εθελοντική. Και αυτό διότι ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος – που γνωρίζει όσο ελάχιστοι το θέμα – δεν θα μπορούσε ποτέ να υποχρεώσει τις μητροπόλεις να ενταχθούν στο σχέδιο. Τα όσα συνέβησαν τη δεκαετία του ’80 – μετά τα νομοθετήματα Τρίτση, όταν οι μονές υποχρεώθηκαν να ενταχθούν στην τότε συμφωνία Ανδρέα Παπανδρέου και Αρχιεπισκόπου Σεραφείμ – αποτελούν παράδειγμα προς αποφυγήν.
Στις 3 Νοεμβρίου 1987 υπογράφηκε προσχέδιο συμφωνίας ανάμεσα στον τότε πρωθυπουργό και τον τότε Αρχιεπίσκοπο, πάνω στο οποίο βασίστηκε και η μετέπειτα σύμβαση παραχώρησης της μοναστηριακής περιουσίας που υπογράφηκε το 1988 από τον Γεώργιο Πέτσο, τότε υπουργό Οικονομικών, τον μακαριστό Αρχιεπίσκοπο Σεραφείμ, τον μητροπολίτη τότε Αλεξανδρουπόλεως και σήμερα Θεσσαλονίκης Ανθιμο και τον μακαριστό μητροπολίτη Κοζάνης Διονύσιο. Η σύμβαση αυτή υπήρξε η βάση του Ν. 1811/1988, στον οποίο ως σήμερα έχουν προσχωρήσει για τη ρύθμιση των περιουσιακών τους στοιχείων 149 μονές. Ωστόσο δεν έχουν συσταθεί αντίστοιχα οι επιτροπές οι οποίες προβλέπονταν από τον νόμο για την καταγραφή και τον διαχωρισμό της περιουσίας της παραχωρηθείσας προς το κράτος και της προοριζομένης για τη ζωή και τη διαβίωση των μοναχών. Επί της ουσίας ο νόμος κατέρρευσε εξαιτίας της σθεναρής στάσης τριών μητροπολιτών: του σημερινού Αρχιεπισκόπου Ιερωνύμου, Μητροπολίτη Θηβών και Λεβαδείας τότε, του μακαριστού πλέον Μητροπολίτη τότε Δημητριάδος και μετέπειτα Αρχιεπισκόπου Αθηνών Χριστοδούλου και του Μητροπολίτη Καλαβρύτων Αμβροσίου. Το 1990 η Μονή Μεγάλου Σπηλαίου της Μητρόπολης Καλαβρύτων και η Μονή Οσίου Λουκά της Μητρόπολης Θηβών και Λεβαδείας κέρδισαν την υπόθεση στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.
Οι ιεράρχες κραδαίνουν τις… πατερίτσες
Οι ιεράρχες της Εκκλησίας της Ελλάδος μετά την ανακοίνωση της συμφωνίας διασταυρώνουν τις… πατερίτσες τους με τον Αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο. Από την πρώτη στιγμή οι μητροπολίτες Πειραιώς Σεραφείμ, Δημητριάδος Ιγνάτιος, Μεσσηνίας Χρυσόστομος, Φθιώτιδος Νικόλαος και Θεσσαλονίκης Ανθιμος είτε εναντιώθηκαν στη συμφωνία είτε εξέφρασαν τον έντονο προβληματισμό τους.
Σε συνέντευξή του ο Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης δήλωσε: «Κόστισε πάρα πολύ στον Μακαριότατο αυτή η κίνηση. Λυπάμαι που εκτέθηκε και αποδοκιμάζεται ο Αρχιεπίσκοπος για μια συναλλαγή την οποία επιχείρησε με τον κ. Πρωθυπουργό». Και πρόσθεσε: «Λυπούμαι γι’ αυτό, γιατί ανήκουμε στην ίδια γενιά και δεν θέλουμε ένας Αρχιεπίσκοπος – και για το αξίωμά του και για τα όσα έχει προσφέρει στην Εκκλησία – σε μια στιγμή να εκτίθεται και να αποδοκιμάζεται για μια συναλλαγή την οποία επιχείρησε να κάνει μαζί με τον κ. Πρωθυπουργό. Αυτό δεν είναι ωραίο πράγμα, γιατί όλοι οι πολίτες – άνδρες, γυναίκες, αλλά ιδιαίτερα εκείνοι που ασκούν μεγάλα και βαριά λειτουργήματα – δεν πρέπει ποτέ να πέφτουν στη συνείδηση των πολιτών, διότι αυτό κάνει ζημιά στην ίδια την κοινωνία μας».
Ο Μητροπολίτης Δημητριάδος Ιγνάτιος με ανακοίνωσή του δήλωσε ότι «το ανακοινωθέν δεν συνάδει με τις περιγραφείσες αρχές και την ιστορική εμπειρία, ενώ υπάρχει ο κίνδυνος να οδηγήσει σε ακόμα μεγαλύτερη υποδούλωση της Εκκλησίας στο κράτος, και μάλιστα με όρους επαιτείας εξαιτίας της αιωρούμενης αβεβαιότητας ως προς την
τακτική της συμφωνηθείσας ετήσιας επιχορήγησης».
Ο Μητροπολίτης Πειραιώς έβαλε κατά της ουδετερότητας που επιδιώκει η κυβέρνηση. «Το κράτος είναι θρησκευτικά ασφαλώς ουδέτερο, αλλά το έθνος δεν είναι ομόθρησκο, είναι κατά μεγάλη πλειοψηφία ορθόδοξοι» επισήμανε χαρακτηριστικά ο κ. Σεραφείμ.
Αντίστοιχες δηλώσεις έκαναν οι μητροπολίτες Μεσσηνίας Χρυσόστομος και Φθιώτιδος Νικόλαος.
Εντυπωσιακές είναι οι αντιδράσεις των στελεχών του Ιερού Συνδέσμου Κληρικών Ελλάδος που αποτελεί τη συνδικαλιστική έκφραση των ιερέων της χώρας. «Με λύπη παρακολουθήσαμε τον Αρχιεπίσκοπο να σέρνεται πίσω από τις ανακοινώσεις της Πολιτείας» είπε ο πρωτοπρεσβύτερος Γεώργιος Κωνσταντίνου, εκπρόσωπος Τύπου του ΙΣΚΕ. «Στοχοποιείται», πρόσθεσε, «ο ιερός κλήρος, σαν να είναι εκείνος υπεύθυνος για την οικονομική κρίση της χώρας. Στοχοποιείται ο ιερός κλήρος που έχει υποστεί τα πάνδεινα, που από την πρώτη ημέρα της κρίσης συμπάσχει με τον λαό, που ταΐζει τον λαό, που ταΐζει ολόκληρες οικογένειες, που στηρίζει το έθνος στις δύσκολες στιγμές». Μάλιστα έφθασε στο σημείο να πει: «Αν δεν μπορεί να σεβαστεί το γεγονός λόγω της ηλικίας του, να παραδώσει τη σκυτάλη σε νεότερους».