Αστρονόμοι, καίσαρες, αυτοκράτορες, Πάπες, Πατριάρχες και Αρχιεπίσκοποι «πρωταγωνιστούν» εδώ και σχεδόν 2.000 χρόνια σε μια ιδιότυπη διαμάχη που εξακολουθεί να διαιρεί τους χριστιανούς. Ιησουίτες, αλεξανδρινοί, ρωμαίοι, έλληνες, γερμανοί και ιταλοί μελετητές του Σύμπαντος και της θεολογίας μπλεγμένοι στο ίδιο ζητούμενο, τον εορτασμό του Πάσχα.
«Αποτελεί σκάνδαλον ο χωριστός εορτασμός του μοναδικού γεγονότος της μιας Αναστάσεως του Ενός Κυρίου» δήλωσε την περασμένη εβδομάδα ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαίος και ευχήθηκε του χρόνου να μην είναι απλώς «σύμπτωση» η κοινή ημερομηνία με τον εορτασμό των ορθοδόξων, αλλά να γίνει η αφορμή να καθιερωθεί ο ενιαίος εορτασμός μεταξύ των δύο Εκκλησιών.
Ακριβώς 1.699 χρόνια μετά την Α’ Οικουμενική Σύνοδο, η οποία αποφάσισε στη Νίκαια της Βιθυνίας τον εορτασμό του Πάσχα, οι χριστιανοί δεν μπορούν ακόμη να βρουν τον βηματισμό εκείνον που θα τους επιτρέψει να προχωρήσουν σε έναν κοινό εορτασμό. Παράλληλα, το θέμα του ημερολογίου (στο οποίο βασίζεται ο συνήθως διαφορετικός εορτασμός του Πάσχα) τραυμάτισε βαθύτατα την Ορθόδοξη Εκκλησία και ιδιαίτερα την Ελλάδα, καθώς ακόμη και σήμερα, σχεδόν 100 χρόνια μετά την αλλαγή του, η διαίρεση που προκάλεσαν οι λάτρεις του παλαιού ημερολογίου παραμένει ισχυρή.
«Ολες οι Εκκλησίες θα μπορούσαν να αναθέσουν στην επιστήμη να καθορίσει με απόλυτη ακρίβεια την ημέρα χωρίς εκκλησιαστικές προϋποθέσεις και απαιτήσεις»
Η απόφαση της Νίκαιας
Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Το 325 μ.Χ. συνέρχεται στη Νίκαια της Βιθυνίας η Α’ Οικουμενική Σύνοδος. Τότε, 318 πατέρες της Εκκλησίας από όλα τα μήκη και τα πλάτη του κόσμου, υπό την προεδρία του Μεγάλου Κωνσταντίνου, συντάσσουν το Σύμβολο της Πίστεως, καταδικάζουν τον αρειανισμό και ορίζουν την ημερομηνία του εορτασμού της Αναστάσεως με βάση τον εβραϊκό μήνα Νισάν, το πέρασμα των Εβραίων, την εαρινή ισημερία και βεβαίως τη Σταύρωση, όπως περιγράφεται από τα βιβλικά κείμενα, προσαρμόζοντας τα γεγονότα στο ιουλιανό ημερολόγιο που ίσχυε στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία.
Εφέτος, 1.699 χρόνια μετά, οι χριστιανοί, διαιρεμένοι σε ορθοδόξους, ρωμαιοκαθολικούς και προτεστάντες, δεν εόρτασαν μαζί το Πάσχα, όπως συμβαίνει συνήθως, καθώς οι (περισσότερες) Ορθόδοξες Εκκλησίες υπολογίζουν τον εορτασμό με βάση το ιουλιανό ημερολόγιο και οι υπόλοιπες με βάση το γρηγοριανό. Το 2025, όμως, οι χριστιανοί θα καθίσουν όλοι μαζί στο πασχάλιο τραπέζι και το Οικουμενικό Πατριαρχείο θα γιορτάσει με πανηγυρικό τρόπο τη συμπλήρωση 1.700 χρόνων από την Α’ Οικουμενική Σύνοδο.
Η γνώμη των ειδικών
Οπως δηλώνει στο «Βήμα» ο αναπληρωτής καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών Ιωάννης Παναγιωτόπουλος, «η Α’ Οικουμενική Σύνοδος αποφάσισε όλοι οι χριστιανοί να εορτάζουν το Πάσχα την πρώτη Κυριακή μετά την πρώτη πανσέληνο, μετά την εαρινή ισημερία, θέτοντας τέλος στην παράδοση ορισμένων Εκκλησιών, κυρίως της Μικράς Ασίας, να εορτάζουν το Πάσχα την 14η του εβραϊκού μήνα Νισάν. Το πρόβλημα επανήλθε όταν ο Πάπας Γρηγόριος ΙΓ’ αποφάσισε (σ.σ. το 1582) τη διόρθωση του ισχύοντος μέχρι τότε ιουλιανού ημερολογίου. Οι Ανατολικές Εκκλησίες αποφάσισαν, ακόμη και όσες διόρθωσαν το ημερολόγιο, να εορτάζουν το Πάσχα υπολογίζοντάς το με το ιουλιανό ημερολόγιο, προκειμένου όλοι οι ορθόδοξοι να εορτάζουν το Πάσχα μαζί».
Οπως τονίζει ο ομότιμος καθηγητής Θεολογίας του Πανεπιστημίου του Γκρατς Γρηγόριος Λαρεντζάκης, «όλες οι Εκκλησίες θα μπορούσαν να αναθέσουν στη σύγχρονη επιστήμη να ερευνήσει και να καθορίσει με απόλυτη ακρίβεια την Κυριακή μετά την πανσέληνο της εαρινής ισημερίας χωρίς ομολογιακές, εκκλησιαστικές προϋποθέσεις και απαιτήσεις».
Ο κοινός εορτασμός έχει συζητηθεί πολλές φορές μεταξύ του Οικουμενικού Πατριάρχη κ.κ. Βαρθολομαίου και του Πάπα Φραγκίσκου, μια συζήτηση που ξεκίνησε το 2014 κατά τη διάρκεια της συνάντησης που είχαν στην Ιερουσαλήμ.
Οι παλαιοημερολογίτες
Η εφαρμογή του νέου ημερολογίου καθυστέρησε στον ελλαδικό χώρο επί σχεδόν 400 χρόνια και πραγματοποιήθηκε, όσον αφορά την Εκκλησία, στις 10 Μαρτίου 1924, η οποία χαρακτηρίστηκε ως 23η ημέρα του μήνα (στο ελληνικό κράτος το νέο ημερολόγιο είχε υιοθετηθεί 22 ημέρες νωρίτερα).
Βέβαια, το γεγονός ότι ένας Πάπας πρωτοστάτησε στη διόρθωση του ημερολογίου δεν κατέστησε τόσο ομαλή την εφαρμογή του από τους ορθοδόξους. Χαρακτηριστικά ήταν τα επεισόδια του 1927, όταν, σύμφωνα με δημοσιεύματα της εποχής, ο φανατισμένος όχλος «…δεν σεβάστηκε ούτε τον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών Χρυσόστομο! Ενώ πήγαινε να ιερουργήσει του επετέθησαν και με μια ψαλίδα του εκόψαν τα γένια και θα τον σκότωναν, αν δεν μεσολαβούσε ο γιγαντόσωμος αείμνηστος Μητροπολίτης Γρεβενών Θεόκλητος».
Το 1935 ήταν η χρονιά-ορόσημο για τη δημιουργία του παλαιοημερολογητικού ζητήματος. Ενώ το 1924 όλη η Ιεραρχία της Εκκλησίας της Ελλάδος είχε αποδεχθεί την αλλαγή του ημερολογίου, 11 ολόκληρα χρόνια μετά τρεις μητροπολίτες αποχώρησαν και δημιούργησαν νέες Εκκλησίες υπεραμυνόμενες της ορθόδοξης πίστης… Του αποκαλούμενου και «πάτριου» ημερολογίου.
«Μη σκανδαλίζεσθε εκ των ψευδών λόγων, οίτινες υπό το πρόσχημα της υπερασπίσεως των ιερών και οσίων εκτοξεύονται κατά της Εκκλησίας και στρέφονται κατά αυτής της ιεράς και αμωμήτου ημάς θρησκείας προκαλούσα δε διχόνοιας και έριδας» τονίζει σε εγκύκλιό του προς του πιστούς ο Αρχιεπίσκοπος Χρυσόστομος Παπαδόπουλος.
Μένει να δούμε αν η αρχική προσέγγιση Βαρθολομαίου – Φραγκίσκου, όσον αφορά τον εορτασμό του Πάσχα, σημάνει και την άμβλυνση και των σύγχρονων «διχονοιών και ερίδων» μεταξύ Ορθόδοξης και Καθολικής Εκκλησίας…