Στην Ουάσιγκτον, όπου μπορείς να βρεις ειδικούς για κάθε πολιτικό θέμα, οι ευρωεκλογές και οι σχέσεις με τις Βρυξέλλες είναι μια συζήτηση που μάλλον πέρασε στα ψιλά. Αυτό είναι εντυπωσιακό εάν αναλογιστεί κανείς το πόσο νερό έχει μπει στο αυλάκι των αμερικανοευρωπαϊκών σχέσεων από την εποχή που ο Χένρι Κίσινγκερ εμφανιζόταν να απορεί σε ποιον πρέπει να τηλεφωνήσει εάν θέλει να μιλήσει με την Ευρώπη.

Σήμερα η ΕΕ διαθέτει ολόκληρη αντιπροσωπεία στην Ουάσιγκτον, ενώ πλέον υπάρχει και ένας θεσμοθετημένος διάλογος μεταξύ του Κογκρέσου και του Ευρωκοινοβουλίου. Το γεγονός όμως ότι οι Αμερικανοί έχουν πλέον με ποιον να μιλήσουν στην Ευρώπη δεν είναι ο μόνος λόγος για τον οποίο θα έπρεπε να ενδιαφέρονται για τα αποτελέσματα των ευρωεκλογών.

Αναγκαιότητα η συνεργασία

Σίγουρα η ΕΕ δεν είναι ο εταίρος που θα βγάλει τα κάστανα από τη φωτιά την κρίσιμη στιγμή. Σε μια περίοδο όμως που βλέπουμε την επανεμφάνιση του ανταγωνισμού των μεγάλων δυνάμεων αλλά και μια αμφισβήτηση των κανόνων και των αρχών της διεθνούς έννομής τάξης, η συνεργασία μεταξύ των δύο πλευρών του Ατλαντικού γίνεται όλο και περισσότερο μια επιτακτική αναγκαιότητα. Η ατζέντα των σχέσεων δεν είναι καθόλου ασήμαντη. Ξεκινάει από τη στήριξη της Ουκρανίας και την ανάγκη για τη διεθνή απομόνωση της Ρωσίας και εκτείνεται μέχρι την ενεργειακή ασφάλεια, το διεθνές εμπόριο, την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης και τη διαχείριση του ανταγωνισμού με την Κίνα.

Οπως άλλωστε εξήγησε η πρόεδρος της αντιπροσωπείας του Ευρωκοινοβουλίου για τις σχέσεις με τις ΗΠΑ, Ντανούτα Χίμπνερ, τόσο οι Βρυξέλλες όσο και η Ουάσιγκτον βλέπουν το θέμα της ασφάλειας υπό την ευρεία έννοια. «Δεν είναι μόνο η στρατιωτική ασφάλεια, αλλά και η οικονομική. Είναι επίσης και η ασφάλεια που συνδέεται με την ενέργεια και το κλίμα. Υπάρχουν πολλές προκλήσεις και μπορούμε να κάνουμε πολλά αν παραμείνουμε ενωμένοι. Αν συνομιλούμε πριν πάρουμε τις αποφάσεις και αν νομοθετούμε με τρόπο που να μην κάνει ζημιά στους εταίρους μας».

Ωστόσο, το φάντασμα της Ακροδεξιάς που πλανάται πάνω από τις κάλπες των ευρωεκλογών αποτελεί σίγουρα μια εσωτερική απειλή για τη διατλαντική συμμαχία. Τυχόν μεγάλη ενίσχυση αυτών των κομμάτων θα μπορούσε να προκαλέσει σοβαρές αρρυθμίες στο δυτικό στρατόπεδο και να καταστήσει δύσκολη τη συνεργασία με την προοδευτική κυβέρνηση του Τζο Μπάιντεν.

Το σενάριο της εκλογής Τραμπ

Η σημερινή πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν και ο αμερικανός πρόεδρος έχουν συνεργαστεί αποτελεσματικά σε πολλά θέματα. Εάν και οι δύο ηγέτες επανεκλεγούν, αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει σε μια ακόμα στενότερη συνεργασία ΗΠΑ και ΕΕ. Αντίθετα, αναλυτές στην αμερικανική πρωτεύουσα εκτιμούν ότι μια επάνοδος του Ντόναλντ Τραμπ σε συνδυασμό με την ενίσχυση των ακροδεξιών φωνών στο Ευρωκοινοβούλιο θα μπορούσε να οδηγήσει τις δύο πλευρές στο να αποκλίνουν σε σημαντικά θέματα, όπως οι εμπορικές σχέσεις και η κοινή στρατηγική για την αντιμετώπιση της Κίνας.

Πάντως ανεξαρτήτως Μπάιντεν ή Τραμπ, η ΕΕ θα πρέπει να αρχίσει να προετοιμάζεται για μια Αμερική που θα είναι πολύ περισσότερο επικεντρωμένη στην Ασία και όλο πιο απρόθυμη να πληρώσει για την ευρωπαϊκή ασφάλεια. Μια προσεκτική ματιά στο δημόσιο χρέος των ΗΠΑ αλλά και στη διαχείριση του προϋπολογισμού δείχνει ότι οι Αμερικανοί θα ήθελαν να δουν μια Ευρώπη που είναι σε θέση να σταθεί στρατηγικά στα πόδια της με τους δικούς της πόρους.

Ο Τραμπ εισήγαγε στη δημόσια συζήτηση το θέμα της μη τήρησης των δεσμεύσεων για τις αμυντικές δαπάνες των Ευρωπαίων στο ΝΑΤΟ. Πλέον το θέμα του 2% του ΑΕΠ το ακούμε και από τους αξιωματούχους του Μπάιντεν και θα συνεχίσουμε να το ακούμε και στο μέλλον ανεξαρτήτως του ποιος θα εκλεγεί στον Λευκό Οίκο.