Ενα νέο στοιχείο στη συζήτηση για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις αναδύεται έπειτα από τη συνάντηση του Κυριάκου Μητσοτάκη με τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν. Είναι ο τρόπος με τον οποίο η ελληνική κυβέρνηση προσεγγίζει πλέον το ζήτημα της προσφυγής στη Χάγη.

«Ο μεγάλος στόχος είναι να λύσουμε τον πυρήνα της διαφοράς. Η μεγάλη μας διαφορά εξακολουθεί να είναι η οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών (…). Σκοπός μου είναι να μπούμε στον πυρήνα της βασικής μας διαφοράς, εφόσον καταφέρουμε να συμφωνήσουμε να πάμε στη Χάγη, δεν είναι μια απλή υπόθεση» ανέφερε ο Πρωθυπουργός την Πέμπτη το βράδυ (Σκάι).

Σημαντικότερη όμως ήταν η επόμενη επισήμανσή του: «Οποιαδήποτε συμφωνία αυτού του τύπου μπορεί να συνεπάγεται κάποιες υποχωρήσεις από κάποιες θέσεις που μπορεί να αποτελούν την αφετηρία της διαπραγμάτευσης. Είμαστε μακριά από αυτό το σενάριο και θα είχαν ρόλο και η Βουλή και τα κόμματα».

Το ζήτημα που εγείρεται αφορά κατ’ αρχάς τα χρονοδιαγράμματα. Κατά τα όσα εκτιμούν έμπειρα περί τα διπλωματικά ζητήματα στελέχη, μια διαδικασία σε αυτή την κατεύθυνση, υπό κανονικές συνθήκες, δεν θα μπορούσε να εξελιχθεί σε διάστημα συντομότερο των δύο-τριών ετών.

Η απάντηση βρίσκεται στο Καστελλόριζο

Κρισιμότερο όμως είναι το σε τι ακριβώς μπορεί να συνίστανται οι υποχωρήσεις της ελληνικής πλευράς για τις οποίες μίλησε ο Πρωθυπουργός.

Οι ίδιες πηγές, υπό καθεστώς ανωνυμίας, μιλούν συγκεκριμένα: «Σήμερα εμείς θεωρούμε ότι έχουμε υφαλοκρηπίδα από το Καστελλόριζο έως την Κύπρο. Πιστεύει κανείς ότι κάτι τέτοιο μπορεί να γίνει διεθνώς αποδεκτό;».

Με βάση αυτά, αναμένεται ότι η ελληνική κυβέρνηση θα επιδιώξει να κινηθεί στη λογική ότι «σήμερα δεν έχουμε διεθνώς αναγνωρισμένο τίποτα και ό,τι μας δοθεί θα είναι κέρδος».

Γίνεται όμως την ίδια στιγμή κατανοητό ότι σε αυτή τη βάση θα είναι εξαιρετικά δύσκολο να διαμορφωθούν πολιτικές συναινέσεις και ομολογείται ότι «αν χρειαστεί, η ΝΔ μπορεί να προχωρήσει και μόνη της, στα πρότυπα της Συμφωνίας των Πρεσπών».

Αναγνωρίζεται πάντως και υπό αυτό το πρίσμα ότι θα πρέπει να αναμένονται και σοβαρές εσωτερικές αντιδράσεις, είτε από την πλευρά Σαμαρά είτε και από άλλα πρόσωπα.