Οι τρέχουσες γεωπολιτικές συνθήκες μεγάλης έντασης και προοδευτικής αστάθειας, σε συνδυασμό με το εύθραυστο πολιτικό περιβάλλον σε Αμερική και Ευρώπη, προβληματίζουν πολλαπλώς τη διεθνή και εγχώρια οικονομική κοινότητα.
Ιδιαιτέρως στους κύκλους των δραστηριοποιούμενων παγκοσμίως επιχειρηματιών περισσεύουν τούτο τον καιρό τα σενάρια δυναμικών ανακατατάξεων στη διεθνοπολιτική σκηνή εξαιτίας κυρίως των διατηρούμενων επί μακρόν πολεμικών συγκρούσεων τόσο στην Ουκρανία όσο και στη Μέση Ανατολή, αλλά και της εμφανούς πια διεκδίκησης ανακατανομής ισχύος και διεύρυνσης συμμετοχής στις διεθνείς υποθέσεις από πλήθος κρατών και δυνάμεων της Ανατολής και του νότιου ημισφαιρίου.
Δεν είναι λίγοι εκείνοι που εκτιμούν ότι παρατεινόμενες οι πολεμικές συγκρούσεις δημιουργούν εστίες επεισοδίων και ανεξέλεγκτων εντάσεων, ικανών να υπονομεύσουν μεσοπρόθεσμα το διεθνές εμπόριο και κατ’ επέκταση τη διεθνή οικονομική δραστηριότητα.
Οι περισσότεροι εξ αυτών αποδίδουν το τρέχον περιβάλλον διεθνούς ρευστότητας στην κακή διαχείριση της παγκόσμιας ισχύος από την πλευρά της παρακμάζουσας Δύσης, ιδιαιτέρως από τις ηγεμονικές Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, αλλά και από την επαναπαυμένη Ευρώπη, η οποία δεν αντέδρασε εγκαίρως στο πλήθος των αλλαγών και των ανακατατάξεων που καταγράφονται εδώ και τρεις δεκαετίες στον πλανήτη.
Από τη μονοκρατορία στον ανταγωνισμό
Κοινή είναι η πεποίθηση πια ότι ο κόσμος άλλαξε δραματικά υπό τη θετική επίδραση της ελευθερίας του διεθνούς εμπορίου, της απελευθέρωσης της κίνησης κεφαλαίων και της διάχυσης των νέων τεχνολογιών σε κάθε γωνιά του πλανήτη.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες απήλαυσαν επί μακρόν τη μονοκρατορία του δολαρίου και τα οφέλη της εκμετάλλευσης του φθηνού εργατικού δυναμικού της Ασίας, αλλά πλέον αντιμετωπίζουν ισχυρό ανταγωνισμό στην παραγωγή βιομηχανικών και τεχνολογικών αγαθών από τις άλλοτε φτωχότερες χώρες του πλανήτη. Το χειρότερο είναι ότι εσωτερικά οι ΗΠΑ φαντάζουν απόλυτα διχασμένες, το παλαιό αμερικανικό όνειρο έχει προ πολλού απομυθοποιηθεί, η αμερικανική κοινωνία τείνει να χάσει τη συνοχή της και οι μαζικές κινητοποιήσεις των αμερικανών φοιτητών θυμίζουν την κρίση του πολέμου του Βιετνάμ, θέτοντας υπό αμφισβήτηση τη διαχείριση των διεθνών υποθέσεων.
Δεν είναι τυχαίο ότι η πλήρης κάλυψη του Ισραήλ με όπλα και χρήματα διχάζει κατ’ απόλυτο βαθμό τις ΗΠΑ. Ιδιαιτέρως μετά την κατάρριψη της αρχής της αναλογικότητας με τη βίαιη ισοπέδωση της Γάζας έναντι της εισβολής της Χαμάς. Οι 1.200 νεκροί Ισραηλινοί δεν μπορούν με κανένα μέτρο να ισοσκελισθούν με τα 36.000 θύματα της Γάζας. Παραπέμπει σε άλλες εποχές και σε άλλες δυνάμεις που έχουν καταδικαστεί στην παγκόσμια συνείδηση.
Εξ αυτού του γεγονότος δοκιμάζεται και το τριπλό ηγεμονικό δόγμα των ΗΠΑ. Αυτό δηλαδή του διεθνούς αστυνόμου, του επιδιαιτητή και του εγγυητή της παγκόσμιας ασφάλειας και ειρήνης. Εμφανώς πλέον έχει κλονιστεί, δεν λειτουργεί, ούτε αποδίδει τα προσδοκώμενα. Αντιθέτως οι ΗΠΑ, εξαιτίας της ανεμπόδιστης καταστροφικής πολιτικής του Νετανιάχου, καθίστανται ολοένα και πιο ευάλωτες, πιεζόμενες πανταχόθεν.
Ανησυχία για τις εκλογές σε ΗΠΑ και Ευρώπη
Διεθνείς επιχειρηματίες δεν κρύβουν την ανησυχία τους ότι η παρακμή των Ηνωμένων Πολιτειών θα καταγραφεί με τον χειρότερο δυνατό τρόπο στις προεδρικές εκλογές του προσεχούς Νοεμβρίου. Ορισμένοι εκτιμούν ότι το αποτέλεσμα των αμερικανικών εκλογών του Νοεμβρίου θα είναι τόσο διχαστικό που θα καταστήσει τις εντάσεις και τις συγκρούσεις σχεδόν διαλυτικές. «Η εισβολή των οπαδών του Τραμπ στο Καπιτώλιο τον Ιανουάριο του 2020 θα μοιάζει αστείο γεγονός μπροστά σε όσα θα πυροδοτήσει το αποτέλεσμα του προσεχούς Νοεμβρίου» προβλέπουν οι πιο απαισιόδοξοι.
Αντιστοίχως, οι ίδιοι οικονομικοί κύκλοι δεν κρύβουν την απογοήτευσή τους για τις εξελίξεις στη Γηραιά Ηπειρο. Η επίσης προστατευμένη επί μακρόν από τις ΗΠΑ Ευρώπη, που είδε τις προηγούμενες δεκαετίες την ανταγωνιστικότητά της να εκτοξεύεται στα ύψη εκμεταλλευόμενη τις προνομιακές σχέσεις με τη Ρωσία και τις εξίσου προνομιακές τιμές των ρωσικών ενεργειακών αγαθών, βρίσκεται πλέον αντιμέτωπη με υπαρξιακού τύπου προκλήσεις.
Οπως επισημαίνουν ισχυροί και διεθνοποιημένοι επιχειρηματίες, «η Ευρώπη υπνοβατεί, η ηγεσία της, γραφειοκρατημένη όπως είναι, ακροβατεί επικίνδυνα, δεν αντιλαμβάνεται τη μεταβολή των συνθηκών και επιμένει σε δόγματα που τη βυθίζουν παραγωγικά και την ακινητοποιούν απέναντι στον εντεινόμενο διεθνή ανταγωνισμό και κοινωνικά την εκθέτουν σε καθεστώς διευρυνόμενων ανισοτήτων, που υπονομεύει το ευρωπαϊκό όραμα».
Οι πιο απαισιόδοξοι θεωρούν την Ευρώπη «τελειωμένη υπόθεση» και εκτιμούν ότι «οι επικείμενες ευρωεκλογές θα επιβεβαιώσουν του λόγου το αληθές». Αλλά και οι πιο μετριοπαθείς δεν κρύβουν την ανησυχία τους, επιμένοντας ότι «αν η Ευρώπη δεν αντιδράσει τάχιστα, αν δεν απαλλαγεί γρήγορα από το πλήθος των ιδεοληπτικών γραφειοκρατικών εμποδίων και δεν φροντίσει την παραγωγική της ανασύνταξη και ανασυγκρότηση μέσω της κινητοποίησης σημαντικού μεγέθους νέων πόρων, θα χάσει το τρένο της προόδου και της ανάπτυξης και θα βυθιστεί σε κύκλο ανυποληψίας».
Ηδη, όπως λένε, απειλούνται άλλοτε ακμάζουσες βιομηχανικές δομές, η άλλοτε πανίσχυρη αυτοκινητοβιομηχανία της δοκιμάζεται από την εισβολή των κινεζικών ηλεκτρικών αυτοκινήτων και όσο περνούν οι χρόνοι το έλλειμμα καινοτομίας αποκαλύπτεται σε πλήθος παραγωγικών τομέων.
Επικρίνεται εντόνως επίσης η ευρωπαϊκή γραφειοκρατία των Βρυξελλών ότι επιμένει ιδεοληπτικά σε θέματα ανταγωνισμού, εφευρίσκει συνεχώς κανονισμούς και ορθώνει πλήθος εμποδίων την ώρα που όλοι οι άλλοι επιδοτούν και ενισχύουν αφειδώς με κίνητρα και πόρους την εγκατάσταση επιχειρήσεων στο έδαφός τους.
Δεν είναι τυχαίο ότι τρεις από τις μεγαλύτερες εξωστρεφείς ελληνικές επιχειρήσεις σπεύδουν να εκμεταλλευτούν τα κίνητρα της κυβέρνησης Μπάιντεν για τη δημιουργία παραγωγικών μονάδων στις ΗΠΑ. Οι ίδιοι κύκλοι, παρότι δεν διαπραγματεύονται επ’ ουδενί τα αγαθά και τον δυτικό τρόπο ζωής, αισθάνονται ότι ο δογματισμός δεν μπορεί να υποκαθιστά τον ρεαλισμό στις μέρες μας. Οπως λένε χαρακτηριστικά, το θέαμα της ευρωπαϊκής γραφειοκρατίας με τα ουκρανικά σημαιάκια στο πέτο δεν ταιριάζει με την κρισιμότητα των περιστάσεων, ούτε με τη ρευστότητα της περιόδου.
Επιπλέον για τους περισσότερους των επιχειρηματιών θεωρείται μη ρεαλιστική η στόχευση που θέλει την Ουκρανία να κερδίζει τον πόλεμο με τη Ρωσία. Διερωτώνται μάλιστα μεγαλοφώνως πώς επιφανείς παράγοντες της Κομισιόν πιστεύουν ότι μπορεί να ηττηθεί στις ουκρανικές πεδιάδες μια από τις μεγαλύτερες πυρηνικές δυνάμεις του πλανήτη, επιμένοντας ότι θα περίμενε κανείς τις Βρυξέλλες να εργάζονται περισσότερο για την ειρήνη παρά για τον πόλεμο.
Η Ελλάδα απέναντι στο φάσμα των αλλαγών
Οι ίδιοι παράγοντες θεωρούν ότι αντίστοιχη μετριοπάθεια επιβάλλεται να χαρακτηρίζει και την ελληνική εξωτερική πολιτική. Κατ’ αυτούς, η χώρα μας δεν χρειάζεται να υπερακοντίζει, παρά να προετοιμάζεται για μεγάλες αλλαγές και ακόμη μεγαλύτερες μετατοπίσεις. Το ίδιο αισθάνονται ότι επιβάλλεται να επικρατήσει και στις ελληνικές επιχειρήσεις. Η περίοδος είναι μεταβατική και οι απαιτήσεις πολλαπλασιάζονται.
Οι επιχειρήσεις στις παρούσες συνθήκες διεθνούς αστάθειας οφείλουν να είναι υγιείς, να φροντίζουν τη μεγέθυνσή τους, να διεκδικούν τις φθηνότερες δυνατές χρηματοδοτήσεις και μαζί να προετοιμάζονται για την ενίσχυση της διεθνούς τους παρουσίας, εκμεταλλευόμενες τις νέες ευκαιρίες που πάντα προσφέρονται στις μεταβατικές περιόδους.
Και οι επιχειρηματίες βεβαίως να απελευθερωθούν από τα παλαιά σχήματα που ήθελαν τους ίδιους πολύ πλούσιους και τις επιχειρήσεις τους φτωχές. Σε τούτους τους καιρούς επιβάλλεται να αντιστραφούν οι όροι, οι επιχειρήσεις να είναι πολύ πλούσιες και οι επιχειρηματίες… ευκατάστατοι.