Ανταπόκριση από το Παρίσι
To κίνημα των Κίτρινων Γιλέκων, που συνεχίζεται για τέταρτη εβδομάδα, προβάλλει δίκαια αιτήματα. Αλλά, η ψυχολογία του (ένα είδος αυτο-δηλητηρίασης μαζί με εκδικητικότητα), οι μέθοδοι και οι συγγένειές του επηρεάζονται από τη συγκυρία του λαϊκισμού και του οπορτουνισμού.
Στις γραμμές των Κίτρινων Γιλέκων έχουν συρρεύσει εξοργισμένοι νοικοκυραίοι, ακροαριστεροί, αναρχικοί, ισλαμιστές κουκουλοφόροι σε ταυτοτικό παραλήρημα και ακροδεξιοί που έχουν αποκοπεί από τον αστικό συντηρητισμό της Δεξιάς. Η σύγκλιση ετερόκλητων ομάδων είναι σύγκλιση μορφών «ριζοσπαστικοποίησης», μια έννοια που έχει αποκτήσει αρνητική συνήχηση. Η στάση του Ζαν-Λυκ Μελανσόν έχει συμβάλει σε αυτή τη σύγκλιση: ο Μελανσόν εκμεταλλεύεται το χάρισμά του – ελκυστικό «ανατρεπτικό» προφίλ και λεξιλόγιο – για να αναμοχλεύσει παλιά πάθη και να δημιουργήσει καινούργια υποβιβάζοντας συστηματικά τον πολιτικό πολιτισμό στη Γαλλία. Το ίδιο κάνει η Μαρίν Λεπέν – οι οπαδοί των δύο αυτών παρατάξεων μοιάζουν στα αιτήματα (ριζική αλλαγή του οικονομικού μοντέλου), στις μεθόδους και στο ήθος· στην ασέβεια προς τους νόμους της δημοκρατίας.
Τα οικολογικά οράματα δεν πείθουν τους Γάλλους
Η επιλογή της περιμέτρου των διαδηλώσεων είναι εύγλωττη: περιλαμβάνει τα Ηλύσια Πεδία, την πρωθυπουργική έδρα και την Εθνοσυνέλευση· την καρδιά του κράτους, όπως έλεγαν τα μέλη των Ερυθρών Ταξιαρχιών στη δεκαετία του 1970. Πρόκειται για διαμαρτυρία που άρχισε από την αύξηση της φορολογίας των πετρελαιοειδών και εξελίχθηκε σε συνολική αμφισβήτηση του φορολογικού συστήματος και του συστήματος αναδιανομής του πλούτου. Σύμφωνα με μελέτη του περασμένου Σεπτεμβρίου, η φοροδιαφυγή και η φοροαποφυγή φτάνουν τα 100 δισ. ετησίως: αν ισχύει αυτό το ιλιγγιώδες νούμερο (μάλλον ισχύει ως προς τη φοροαποφυγή), μπορεί, θεωρητικά, να λυθεί το οικονομικό πρόβλημα των πιο εύθραυστων στρωμάτων – του 20% του πληθυσμού. Αλλά ακόμη και τα οικονομικά προβλήματα δεν λύνονται με το να τους ρίχνουμε λεφτά. Ούτε είναι εύκολο: για να διατηρούν το δυναμικό τους οι μεγάλες επιχειρήσεις, για να μην αυξάνεται η ανεργία και η εργασιακή επισφάλεια, οι φορολογικές διευκολύνσεις είναι αναπόφευκτες. (It’s capitalism stupid!) Οσο για τη φορολογική δικαιοσύνη είναι, εν πολλοίς, θεσμοθετημένη: το 10% των πλουσιοτέρων επιβαρύνονται το 70% των άμεσων φόρων.
Το ευρύτερο συμφέρον, το σχετικό με το περιβάλλον, φαίνεται σαν πολυτέλεια. Η απελευθέρωση από το πετρέλαιο θα κοστίσει στις κοινωνίες πολύ περισσότερο από την υψηλή φορολογία: θα χρειαστεί να επιδοτηθούν τα καθαρότερα καύσιμα και η τεχνολογία που τα συνοδεύει. Και να τεθούν προτεραιότητες: άραγε, θα υιοθετήσουμε την αιολική και την ηλιακή ενέργεια μολονότι βλάπτουν την αισθητική του τοπίου; Οι Γάλλοι απεχθάνονται τα αιολικά πάρκα· στις πόλεις απαγορεύουν την τοποθέτηση θερμοσυσσωρευτών σε εμφανές σημείο της στέγης… Παραλλήλως, οι αυτοκινητοβιομηχανίες χρειάζονται χρόνο για να αντικαταστήσουν τα βενζινοκίνητα οχήματα με τα ηλεκτρικά· χρειάζεται χρόνος για να προσαρμοστούν και οι πολίτες. Και πάει λέγοντας. Οι περισσότεροι Γάλλοι δεν μοιράζονται τα οικολογικά οράματα όταν νιώθουν ότι αυτά επιβαρύνουν την τσέπη τους: ήδη, στην τιμή πολλών προϊόντων προστίθεται «οικολογική συνεισφορά» (9%)· δεν είναι λίγο αλλά ούτε επαρκεί για τον οικολογικό ορίζοντα. Η προστασία του περιβάλλοντος, εφόσον έχουμε καθυστερήσει πολύ, έχει ακριβύνει υπερβολικά.
Η γαλλική ιστορία προχωρεί με ρήξεις
Η εξάμηνη αναστολή της αύξησης των φόρων στα πετρελαιοειδή δεν ικανοποιεί τα Κίτρινα Γιλέκα: απαιτούν αναίρεση του μέτρου και ευρύτερες μεταρρυθμίσεις υπέρ των λαϊκών στρωμάτων προκειμένου να αυξηθεί το καθαρό εισόδημα. Επίσης, ζητούν το κεφάλι του Μακρόν σε μια φαντασιακή λαιμητόμο. Την εβδομάδα που πέρασε o γάλλος πρόεδρος σιώπησε· άφησε τον πρωθυπουργό Εντουάρ Φιλίπ να ανακοινώσει την υποχώρηση. Καλύτερα: ήταν ικανός να ξεστομίσει «Είστε άξιοι της τύχης σας, Γαλάτες!». Ο Μακρόν αδυνατεί να προλάβει τις αντιδράσεις· επιτρέπει στα πράγματα να συμβούν. Τα μειονεκτήματά του – oι ευσεβείς του πόθοι, η επικοινωνιακή του αδεξιότητα, το στυλ glamour, ο κεντρισμός που ιστορικά οδηγεί σε επαναστάσεις «δυσαρέσκειας» (ας θυμηθούμε τον Κερένσκι) οξύνουν τις συγκρούσεις: η γαλλική ιστορία, από τα βάθη του Μεσαίωνα μέχρι την Πέμπτη Δημοκρατία, προχωρεί με ρήξεις· αν όχι με αιματοχυσία, σίγουρα με ξήλωμα πεζοδρομίων. Από το 1968 ο καθαγιασμός της λαϊκής οργής έχει επεκταθεί στα σχολεία· αλλά, αν τα σχολεία συνεχίσουν να παράγουν αγράμματους κι ανόητους, η Γαλλία και η Ευρώπη θα είναι άξιες της τύχης τους. Και δεν θα είναι καλή τύχη. Αυτές τις μέρες, είμαστε, για μία ακόμα φορά, θεατές ενός από τα πιο θλιβερά θεάματα στον σύγχρονο κόσμο: δεκαπεντάχρονα με ντουντούκες.
Ολα τα κοινωνικά κινήματα έχουν τη σκοτεινή τους πλευρά· όλα εμφορούνται, εν μέρει τουλάχιστον, από φθόνο και μίσος. Τα Κίτρινα Γιλέκα και τα αναδυόμενα σχολικά κινήματα στη Γαλλία είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα: οι διαδηλωτές θέλουν, λένε, να ορμήσουν στο προεδρικό μέγαρο, στα Χειμερινά Ανάκτορα. Οι ταξικοί αγώνες έχουν χάσει την ταξικότητά τους· έχουμε επιστρέψει σε παλιότερες αντιθέσεις: μεταξύ πλουσίων και φτωχών, μεταξύ κατοίκων του άστεως και «χωρικών», μεταξύ ενηλίκων και ανηλίκων. Αναβιώνει το μίσος για το Παλαιό Καθεστώς: στη φαντασία των Γάλλων η λιμουζίνα του Μακρόν φαντάζει σαν τη χρυσαφένια άμαξα του Λουδοβίκου στη Βαρέν.
Η θλιβερή στάση της αντιπολίτευσης
Η αντιπολίτευση είναι πιο αξιολύπητη από την προεδρία: οι κομματικοί ηγέτες έφτασαν στο πρωθυπουργικό μέγαρο για να συζητήσουν με την κυβέρνηση αποφασισμένοι να στηρίξουν το κίνημα. Από πού κι ως πού ο Λοράν Βοκιέ, εκπρόσωπος της Δεξιάς παλαιού τύπου, στηρίζει τον δρόμο; Δεν είναι μόνο οπορτουνιστής (ζητεί δημοψήφισμα για τους φόρους)· είναι λαϊκιστής σαν εκείνους που αρχίζουν να κυριαρχούν παντού. Μέχρι πρότινος, ο Βοκιέ μιλούσε για τον «καρκίνο των κοινωνικών παροχών»· για τα οκνηρά λαϊκά στρώματα. Τώρα παριστάνει το παιδί του λαού επινοώντας μια βιογραφία που τον συνδέει με τη βαθιά επαρχία, τα δημόσια σχολεία και τους βιοπαλαιστές (όλα ψέματα). Ομως, προς το παρόν, τα Κίτρινα Γιλέκα δεν ακούνε ούτε τα κόμματα, ούτε τα συνδικάτα: επικρατεί το σύνθημα «στα τσακίδια όλοι σας!» που, αν και ακούγεται εύλογο, υπονομεύει ή και καταργεί τον δημόσιο διάλογο.
Τις διαφορετικές ιδεολογικές ομάδες – ακροαριστερούς, ακροδεξιούς, ισλαμιστές, μπαχαλάκηδες αναρχικούς – ενώνει η πρόθεση για κοινωνική ανάφλεξη, για »χάος». Να ποια είναι η σκοτεινή πλευρά: άνθρωποι και ομάδες που δεν έχουν τίποτα κοινό συνεργάζονται ευκαιριακά εναντίον του επιλεγόμενου Συστήματος, εκδηλώνοντας μίσος χωρίς συμπλέγματα. Οι ιδεολόγοι της άκρας Δεξιάς συνδέουν το «λευκό» προλεταριάτο με τους Αραβες εναντίον των Εβραίων, των ομοφυλοφίλων (και των μασόνων!), ενώ οι ιδεολόγοι της άκρας Αριστεράς συνεργάζονται με καμιά πενηνταριά χιλιάδες σαλαφιστές που προπαγανδίζουν την επιστροφή σε ένα μυθικό παρελθόν επιβάλλοντας έναν τρόπο ζωής θεμελιωμένο στην κουλτούρα του πολεμοχαρούς θύματος. Σε αυτούς προστίθεται το κίνημα εναντίον της αποικιοκρατίας που εξελίχθηκε στο κίνημα εναντίον του ρατσισμού το οποίο στη συνέχεια εκφυλίστηκε στη σύγχρονη μορφή του αντι-λευκού ρατσισμού και του αντισημιτισμού.
Η αντιδραστική ριζοσπαστικοποίηση
Είναι τα Κίτρινα Γιλέκα η καινούργια μορφή της αντιδραστικής ριζοσπαστικοποίησης; Και ναι και όχι, μιας και το κίνημα είναι το προαναφερθέν συνονθύλευμα. Το σίγουρο είναι ότι η αντιδραστική ριζοσπαστικοποίηση διαχέεται στην ισλαμοαριστερά και στους ορκισμένους εχθρούς της: εθνικισμός και εθνοάρνηση καταλήγουν σε παρόμοια ενστικτώδη πολιτική συμπεριφορά η οποία ανθίζει στο Διαδίκτυο και εκφράζεται στον δρόμο. Οι κινητοποιήσεις είναι εύκολες, οι υπογραφές κειμένων ακόμα ευκολότερες· η συνωμοσιολογία και η παραπληροφόρηση οργιάζουν (στην περίπτωση των Κίτρινων Γιλέκων κυκλοφόρησε η ιδέα ότι η αύξηση της τιμής των πετρελαιοειδών οφείλεται σε ανατίμηση που καταλήγει στην τσέπη των επιχειρήσεων πετρελαίου).
Η ριζοσπαστικοποίηση σχετίζεται με τη γεωπολιτική: σήμερα η απειλή για την επιδείνωση των κοινωνικών συγκρούσεων είναι το κατ’ εξοχήν όπλο της soft power αυταρχικών ηγετών όπως ο Πούτιν και ο Ερντογάν οι οποίοι χρηματοδοτούν νεφελώδη μέσα ενημέρωσης (RT News και Sputnik για τα «λευκά» λαϊκά στρώματα, Medyaturk και πρακτορείο Anatolia για τους μουσουλμάνους). Κι ενώ η «τυχαία» εγκληματικότητα (φόνοι, ένοπλες ληστείες) μειώνεται, η εγκληματικότητα στους κόλπους των κινημάτων αυξάνεται εκθετικά: ξεκινά από τη βίαιη, αλλά αναίμακτη, αντιπαράθεση στα ηλεκτρονικά κοινωνικά δίκτυα και επιδεινώνεται στον δημόσιο χώρο. Ρόλο παίζει, όπως πάντοτε, το πανεπιστήμιο, κυρίως οι σχολές μεταμοντέρνων ανθρωπιστικών σπουδών: μια ματιά στις διατριβές των φοιτητών στα πανεπιστήμια αρκεί για να δώσει μια εικόνα της σύγχρονης «ριζοσπαστικοποίησης» ως προς την τάξη, το φύλο, τη θρησκεία, τη φυλή – θυματολογικός και επιθετικός φεμινισμός, θυματολογικός και επιθετικός ισλαμισμός, θυματολογικός και επιθετικός ταυτοτισμός. Μερικοί τίτλοι διατριβών ακούγονται σαν φάρσα: «Οι γυναίκες από άχυρο ή η ηγεσία μετ’ εμποδίων. Τα διακυβεύματα της αναγνώρισης στην ταυτοτική δόμηση και στην ταυτοτική τοποθέτηση των μαύρων πτυχιούχων γυναικών στην επαγγελματική τους σταδιοδρομία στη Γαλλία». Ελεος δηλαδή… Να πώς η ριζοσπαστικοποίηση καταλήγει να σημαίνει έγκλημα, βία, βλακεία, τύφλωση.
Τα σημερινά κινήματα επηρεάζονται, ανεπίγνωστα, από αυτή την περιρρέουσα ατμόσφαιρα. Ακόμα κι όταν έχουν δίκιο ― και συχνά έχουν ― η πολιτική τους συμπεριφορά εκφυλίζεται. Αλλά ένα από τα χαρακτηριστικά των ημερών είναι ότι κάθε πράξη, κάθε αίτημα έχει τους ιδεολόγους του, τους θεωρητικούς του· μολονότι, όπως συμβαίνει και με όσους πήραν την πρωτοβουλία στα Κίτρινα Γιλέκα, η πολιτική ταυτότητα είναι πια ρευστή. Για παράδειγμα, το 2014, ο 25χρονος Τομά Μιράιγ από το Περπινιάν συμμετείχε στο ψηφοδέλτιο της Μαρίν Λεπέν για τον μικρό δήμο του Κανέ, αλλά σήμερα θεωρεί αυτή τη συμμετοχή «νεανικό λάθος»· ο 26χρονος Ζαζόν Ερμπέρ από την Ανγκουλέμ είναι μέλος του συνδικάτου των δημοσιογράφων που πρόσκεινται στο Σοσιαλιστικό Κόμμα.
Οι αιτίες της οργής και η αντιμετώπιση
Τι πρέπει να γίνει. Θα συμφωνήσουμε όλοι στο χρόνιο πρόβλημα της φοροαποφυγής· όπως και για το ότι πρέπει να βρεθούν λύσεις για την εκτόνωση της φορολογικής πίεσης: δεν είναι τυχαίο ότι το κίνημα φούντωσε το φθινόπωρο, την εποχή όπου οι Γάλλοι πληρώνουν δημοτικούς φόρους και ΕΝΦΙΑ, ενώ έχει προηγηθεί ο φόρος εισοδήματος. Η αγοραστική δύναμη είναι περίπου στάσιμη εδώ και δέκα χρόνια: τη ροκανίζουν οι φόροι στα προϊόντα καπνού, στα πετρελαιοειδή και στα οινοπνευματώδη. Παραλλήλως, πρέπει να καταλάβουμε πως οι υποδομές και το κράτος προνοίας συνεπάγονται υψηλή φορολογία – αν και πράγματι, όπως στις περισσότερες χώρες, υπάρχει πρόβλημα διαχείρισης του δημόσιου χρήματος: απαράδεκτες σπατάλες τόσο στην κορυφή (τελετές, ανέσεις, κυβερνητικά θεάματα, στρατιωτικές δαπάνες, συμμετοχές σε διεθνείς οργανισμούς), όσο και στη βάση (επιδόματα, βοηθήματα σε κοινωνικά παράσιτα κ.τ.λ.), αλλά προπάντων στη διοχέτευση των πόρων.
Εξαιτίας της γραφειοκρατίας, μερικές από τις σπατάλες προσβάλλουν την κοινή λογική: τα παραδείγματα είναι άπειρα· ας πούμε, συνοπτικά, ότι στη Γαλλία είμαστε ακριβοί στη ζάχαρη και φτηνοί στο μέλι. Ενα σημείο στο οποίο υπάρχουν διαφωνίες είναι η ανάγκη για ενεργητική συμμετοχή όλων, η φορολόγηση όλων σύμφωνα με τις δυνατότητές τους μαζί με κίνητρα για να ενισχύσουν αυτές τις δυνατότητες. Τέλος, θα συμφωνήσουμε όλοι ότι η καταστροφή δημόσιας και ιδιωτικής περιουσίας δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί παρά μόνο με βαριές ποινές· άλλος τρόπος δεν υπάρχει. Ηδη μερικοί βάνδαλοι καταδικάστηκαν στο αυτόφωρο σε επτά χρόνια κάθειρξη: σε έναν χρόνο θα είναι έξω.
Οι σχέσεις των πραγμάτων μεταξύ τους είναι υπερβολικά περίπλοκες: για παράδειγμα, μεσοπρόθεσμα, είναι πιθανό τα μέτρα που παίρνει η κυβέρνηση Μακρόν για το περιβάλλον να πλήξουν τη γαλλική αυτοκινητοβιομηχανία. Ισως η γαλλική αυτοκινητοβιομηχανία βαλθεί να κάνει εξαγωγές σε εκατομμύρια Κινέζους με αποτέλεσμα ένα δισεκατομμύριο Κινέζοι να οδηγούν Peugeot και το οικολογικό όραμα να πάει περίπατο. Αλλά, φυσικά, δεν είναι αυτά τα ζητήματα που απασχολούν τους γάλλους αγανακτισμένους: εκτός από τα αιτήματά τους, τους απασχολεί η εσωτερική τους διάσπαση – ήδη οι πιο εξτρεμιστές κατηγορούν για προδοσία όσους θέλουν να διαπραγματευτούν. («Ξέρουμε πού μένεις, ρουφιάνε!»)
Πέρα από τα Κίτρινα Γιλέκα πρέπει, νομίζω, να αποτιμήσουμε τον πολιτικό διάλογο στη Γαλλία – χαμηλού επιπέδου – και την περιφερειακή πολιτική που χρειάζεται αναθεώρηση και αναζωογόνηση. Αν δούμε τα Κίτρινα Γιλέκα ως σύμβολο της αντίθεσης πόλης-χωριού, το κίνημα έχει δίκιο: ο ανεπτυγμένος καπιταλισμός είχε υποσχεθεί την εξάλειψή της. Μία ακόμα υπόσχεση που αθέτησε.