Στην πρόσφατη επίσημη επίσκεψή της στο Βερολίνο η Πρόεδρος της Δημοκρατίας κυρία Κατερίνα Σακελλαροπούλου έμεινε έκπληκτη όταν ο ομόλογός της γερμανός πρόεδρος κ. Φρανκ Βάλτερ Σταϊνμάγερ άρχισε να ρωτά λεπτομέρειες για τη διαδικασία των διερευνητικών εντολών και τον ρόλο της σε αυτές, αν μετά τις επερχόμενες ελληνικές εκλογές δεν προκύψουν πλειοψηφίες ικανές να επιτρέψουν τον σχηματισμό αυτοδύναμης κυβέρνησης.
Εχοντας υπ’ όψιν προφανώς τις δικές του εμπειρίες από τις μακρές διαδικασίες σχηματισμού τριπλής συμμαχικής κυβέρνησης στη Γερμανία και γνωρίζοντας τις περιπλοκές της απλής αναλογικής και τη δυσκολία συγκρότησης πλειοψηφιών ήθελε να διερευνήσει τη δυνατότητα σχηματισμού συμμαχικής κυβέρνησης στην Αθήνα. Η κυρία Σακελλαροπούλου αφού ξεπέρασε γρήγορα την έκπληξή της, εξήγησε στον κ. Σταϊνμάγερ ότι η ίδια δεν έχει, εκ των αρμοδιοτήτων της που πηγάζουν από το Σύνταγμα, δυνατότητες παρέμβασης στις όποιες συνομιλίες μεταξύ των κομμάτων.
Φέρεται μάλιστα να μετέφερε στον γερμανό πρόεδρο ότι εκείνη το μόνο που μπορεί να κάνει είναι να εγγυηθεί τις διαδικασίες των διερευνητικών εντολών. Οτιδήποτε άλλο δεν της επιτρέπεται, η όποια διαβούλευση είναι αποκλειστικά έργο των πολιτικών δυνάμεων και μόνο αυτών.
Οι παραινέσεις Βενιζέλου και οι συμμαχικές κυβερνήσεις
Λίγες ημέρες αργότερα άκουγε τον φίλο της, πολιτικό και διακεκριμένο συνταγματολόγο, κ. Ευάγγελο Βενιζέλο, να την προτρέπει να επιχειρήσει, στο πλαίσιο πάντα των αρμοδιοτήτων της, προπαρασκευαστικές επαφές με τα κόμματα προκειμένου να αμβλυνθούν οι εντάσεις και οι τοξικότητες της περιόδου και να υπάρξουν καλύτερες προϋποθέσεις συγκρότησης συμμαχικών κυβερνήσεων.
Είπε χαρακτηριστικά ότι «νομίζω πως εν όψει του προεκλογικού κλίματος, της όξυνσης, της πόλωσης και της τοξικότητας που εκχέεται, η Πρόεδρος της Δημοκρατίας να πάρει την πρωτοβουλία να καλέσει διαδοχικά σε ακρόαση τους αρχηγούς των κομμάτων. Να συζητήσει μαζί τους για το τι σημαίνει θεσμικός και πολιτικός πολιτισμός της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, τι σημαίνει συνταγματική νομιμότητα, τι σημαίνει συνταγματική δεοντολογία. Βεβαίως, δεν υποδεικνύω τίποτε. Η ίδια έχει την αρμοδιότητα, αλλά και την απόλυτη ικανότητα να κάνει, με τη σοβαρότητα και την αυτοσυγκράτηση που τη διακρίνει, την καλύτερη επιλογή. Αλλά θεωρώ ότι είναι η στιγμή για μια ρυθμιστικού χαρακτήρα πρωτοβουλία».
Προς ενίσχυση μάλιστα της πρότασής του έσπευσε να υπενθυμίσει ότι στη διάρκεια της προηγούμενης μεγάλης οικονομικής κρίσης τις κρισιμότερες των αποφάσεων έλαβαν συμμαχικές κυβερνήσεις. Δήλωσε χαρακτηριστικά ότι «ενοχλούμαι όταν ταυτίζεται η ακυβερνησία με τις κυβερνήσεις συνεργασίας». Και επέμεινε ότι το πολιτικό σύστημα είναι απαραίτητο στις τρέχουσες δύσκολες εσωτερικές και διεθνείς συνθήκες να απεγκλωβιστεί από τον κύκλο των αυτοδύναμων κυβερνήσεων και να συμφιλιωθεί με την ιδέα συμμαχικών, όπως συμβαίνει στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες.
«Δεν ανήκει στη σφαίρα των αρμοδιοτήτων μου»
Η Πρόεδρος της Δημοκρατίας όταν ερωτάται για την προτροπή Βενιζέλου δεν αφήνει κανένα περιθώριο τέτοιων πρωτοβουλιών. «Δεν ανήκει στη σφαίρα των αρμοδιοτήτων μου» λέει και ξαναλέει στους συνομιλητές της, «δεν μπορώ και δεν μου επιτρέπεται να γίνω νταντά των κομμάτων, θα ήταν πέραν των άλλων και προσβλητικό για τις ηγεσίες τους». «Και αν ο κ. Βενιζέλος το είχε συζητήσει προηγουμένως μαζί μου θα συμφωνούσε με αυτό που λέω».
«Το μόνο που μπορώ να κάνω – διευκρινίζει – είναι να εγγυηθώ θεσμικά την αρτιότητα των διαδικασιών στη διάρκεια των διερευνητικών εντολών, το έργο μου και οι εκπηγάζουσες εκ του Συντάγματος αρμοδιότητες τελειώνουν εκεί» ξεκαθαρίζει, μην αφήνοντας κανένα περιθώριο παρερμηνειών. Με άλλα λόγια, η Πρόεδρος της Δημοκρατίας, όπως και η μέχρι τώρα δημόσια παρουσία της δηλώνει, κινείται αυστηρά εντός των συνταγματικών πλαισίων και δεν πρόκειται επ’ ουδενί λόγω να τις υπερβεί.
Οπως και να έχει πάντως, ανεξαρτήτως των συνταγματικών ορίων της κυρίας Σακελλαροπούλου, το ενδεχόμενο των συμμαχικών κυβερνήσεων στην Ελλάδα απασχολεί τους πάντες και πλέον αποτελεί αντικείμενο συζητήσεων και εκτός της χώρας. Η αλήθεια είναι ότι το εκλογικό σύστημα της απλής αναλογικής δεν αφήνει πολλά περιθώρια, αλλά ούτε το λιγότερο αναλογικό σύστημα με το οποίο θα διεξαχθούν οι δεύτερες εκλογές, εγγυάται την αυτοδυναμία και αποκλείει την αναζήτηση συγκλίσεων και συμμαχικών λύσεων.
Η «ψευδής συναίνεση» και οι συγγενείς πολιτικές δυνάμεις
Το ερώτημα ως εκ τούτου που τίθεται είναι ποιες μπορεί να είναι οι πιθανότερες σε τούτες τις συνθήκες πολιτικής έντασης και όξυνσης. Μέχρι το περασμένο καλοκαίρι πολλοί υπολόγιζαν σε μια πιθανή συνεργασία Νέας Δημοκρατίας – ΠαΣοΚ, επειδή υπήρχε το προηγούμενο των κυβερνήσεων Παπαδήμου και της ακολουθήσασας Σαμαρά – Βενιζέλου. Το σκάνδαλο των υποκλοπών ωστόσο σχεδόν κατέρριψε τις όποιες δυνατότητες.
Η παρακολούθηση Ανδρουλάκη έκλεισε τις «πόρτες» ή τα «παράθυρα» συνεννόησης και τελευταία η εκπορευόμενη από νεοδημοκρατικούς κύκλους σπερμολογία περί άρσης της ασυλίας του προέδρου του ΠαΣοΚ από το Ευρωκοινοβούλιο τις «σφράγισε» στην κυριολεξία. Τώρα στον κύκλο του κ. Ανδρουλάκη επικρατεί η καθαρή και εδώ και χρόνια διατυπωμένη άποψη του Κώστα Λαλιώτη, που θέλει τις όποιες συνεργασίες να εξαντλούνται μεταξύ συγγενών πολιτικών δυνάμεων. «Ο κ. Μητσοτάκης μπορεί να αναζητήσει κυβερνητικές συνεργασίες εντός του κύκλου της Δεξιάς» λέει χαρακτηριστικά. «Να σχηματίσει κυβέρνηση με τον Βελόπουλο, με τον επανακάμψαντα εσχάτως Καρατζαφέρη, με τον Φαήλο και τον Τζήμερο αν μπορεί. Αν ψάχνει λύσεις εκτός του συγγενούς δεξιού πολιτικού κύκλου, δεν θα βρει» τονίζει με ένταση, χωρίς να κρύβει την απέχθειά του στις πολλές εκκλήσεις συναίνεσης άλλοτε συντρόφων του, οι οποίες κατ’ αυτόν «είναι κενές περιεχομένου, οδηγούν στην ομοιομορφία των κομμάτων που σκοτώνει τη Δημοκρατία».
Κατά τον άλλοτε θεωρητικό του ΠαΣοΚ «η διεκδικούμενη από πολλούς συναίνεση είναι ψευδής γιατί απλούστατα δεν αίρει τις υπαρκτές κοινωνικές αντιθέσεις, ούτε αποτρέπει τις συγκρούσεις συμφερόντων που ενυπάρχουν εντός των οικονομιών και των κοινωνιών». «Αν κερδίσει την πρωτιά, να κυβερνήσει με τη Δεξιά ο κ. Μητσοτάκης, με γεια του και χαρά του» λέει ο κ. Λαλιώτης. Ο ίδιος ωστόσο δεν βλέπει εύκολες συνεργασίες από την άλλη πλευρά, γιατί, όπως λέει, ο Αλέξης Τσίπρας πολιτεύεται με ζαριές, δεν έχει ξεκάθαρη στρατηγική, δεν μπορεί να προτάξει θεμελιώδη θέματα και προβλήματα, που θα επέτρεπαν συγκλίσεις και συνεργασίες βάθους και προοπτικής.
Παρασκηνιακές διαβουλεύσεις με τη «Νέα Δεξιά»
Δεν γνωρίζουμε αν ο κ. Λαλιώτης γνωρίζει κάτι παραπάνω, αλλά είναι ακριβές ότι το περασμένο καλοκαίρι, πριν «σκάσει» ακόμη το σκάνδαλο των υποκλοπών, στο κυβερνητικό στρατόπεδο έδειχναν άνετοι, θεωρώντας ότι έχουν έτοιμες λύσεις στο τσεπάκι. Σε συγγενείς μάλιστα προς τη Νέα Δημοκρατία επιχειρηματικούς κύκλους η σύμπραξη με τον κ. Βελόπουλο φάνταζε εύκολη, για να μην πούμε βέβαιη.
Και τώρα επίσης που αναμένεται ο αποκλεισμός του κόμματος Κασιδιάρη, υπάρχουν παρασκηνιακές διαβουλεύσεις με παράγοντες της «Νέας Δεξιάς» του Φαήλου Κρανιδιώτη και του Θάνου Τζήμερου. Οι ίδιοι διεκδικούν την είσοδό τους στη Βουλή και στον βαθμό που ο στόχος επιτευχθεί, δεν είναι απίθανο να προσέλθουν σε σχετικές συζητήσεις και διαπραγματεύσεις με τη Νέα Δημοκρατία. Ο Φαήλος Κρανιδιώτης όταν ερωτάται δεν κρύβει τη θετική εκτίμηση που έχει διαμορφώσει για τον κ. Μητσοτάκη, όπως και δεν κρύβει την ιδεολογική και πολιτική συνάφεια που διατηρεί με ανώτερα νεοδημοκρατικά στελέχη, όπως με τον κ. Βορίδη και άλλους. Παρά ταύτα, όπως λέει, στην περίπτωση αυτή το κόμμα του θα απαιτήσει δεσμεύσεις π.χ. για την πανεπιστημιακή Αστυνομία, την τάξη και ασφάλεια, όπως και για άλλα επίμαχα θέματα, όπως αυτά του οικογενειακού δικαίου.
Οπως και να έχει, η απλή αναλογική «ανοίγει» το παιχνίδι, αλλά και οι τρέχουσες πολιτικές και κοινωνικές συνθήκες το «κλείνουν», περιορίζουν το εύρος και το βάθος των κινήσεων και συγκλίσεων. Τα περισσότερα θα κριθούν από το αποτέλεσμα της πρώτης κάλπης. Εξ αυτού θα προκύψουν και οι ανάγκες και οι δυνατότητες κάθε σχήματος. Το σίγουρο είναι ότι δεν θα πλήξουμε. Υπό αυτές τις συνθήκες, το πολιτικό πρόβλημα της χώρας θα φανερωθεί.