Η ανακοίνωση των επίσημων εκλογικών αποτελεσμάτων το βράδυ της Κυριακής θα τερματίσει τις θεωρητικές αναζητήσεις και συζητήσεις των τελευταίων μηνών. Στο τραπέζι θα βρίσκονται πλέον συγκεκριμένα δεδομένα, τα οποία και θα καθορίσουν τις εξελίξεις της επόμενης περιόδου.
Οι επιδιώξεις των τριών πρώτων κομμάτων είναι γνωστές και έχουν εκδηλωθεί με περισσότερη ή λιγότερη σαφήνεια. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης και η ΝΔ επιδιώκουν την αυτοδυναμία και υπό αυτή την έννοια οι εκλογές της απλής αναλογικής είναι απλώς ένα στάδιο προς την επίτευξη του στόχου σε μια δεύτερη αναμέτρηση.
Ο Αλέξης Τσίπρας και ο ΣΥΡΙΖΑ έχουν περιγράψει όλες τις πιθανές και απίθανες εκδοχές για τον σχηματισμό κυβέρνησης και μένει να φανεί αν θα υπάρχουν τα αριθμητικά και πολιτικά δεδομένα για την υλοποίηση έστω κάποιου από τα σενάρια στο πλαίσιο της διερευνητικής εντολής που θα λάβει.
Ο Νίκος Ανδρουλάκης ήταν αυτός που έθεσε την ατζέντα με την επιλογή του «ούτε Μητσοτάκης ούτε Τσίπρας». Από σήμερα το βράδυ θα κληθεί να φανερώσει και τι εννοούσε με την αινιγματική διαβεβαίωση ότι θα υπάρχει κυβέρνηση από τις πρώτες εκλογές. Ολα τα μυστήρια θα λυθούν με τον έναν ή τον άλλον τρόπο τις αμέσως επόμενες ημέρες και ο τρόπος με τον οποίο θα συμβεί αυτό είναι συνάρτηση μιας πολύ συγκεκριμένης παραμέτρου: της εκλογικής και κοινοβουλευτικής δύναμης των κομμάτων.
Θα καταθέσει την εντολή με το βλέμμα στην αυτοδυναμία
Με την επισημοποίηση των οριστικών εκλογικών αποτελεσμάτων και εφόσον αυτά επιβεβαιώσουν τις δημοσκοπήσεις της προηγούμενης περιόδου, ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα λάβει την πρώτη διερευνητική εντολή για τον σχηματισμό κυβέρνησης από την Πρόεδρο της Δημοκρατίας Κατερίνα Σακελλαροπούλου. Το πώς θα τη διαχειριστεί είναι σε μεγάλο βαθμό συναρτημένο από το ίδιο το εκλογικό αποτέλεσμα.
Είναι γνωστό και έχει αποσαφηνιστεί εμφατικά τις τελευταίες εβδομάδες ότι ο Πρωθυπουργός δεν επιθυμεί ούτε και επιδιώκει τον σχηματισμό μιας κυβέρνησης συνεργασίας. Στρατηγικός του στόχος είναι η αυτοδυναμία και η εκλογική διαδικασία της Κυριακής είναι υπό αυτή την έννοια ένα μεγάλο βήμα σε αυτή την κατεύθυνση.
Αν λοιπόν η ΝΔ συγκεντρώσει ένα ποσοστό το οποίο θα επαληθεύει τις προσδοκίες και θα κινείται στα επίπεδα του 35%-36%, το πιθανότερο είναι ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν θα κωλυσιεργήσει επί τριήμερο και θα καταθέσει την εντολή, δικαιολογώντας με κάποιον τρόπο τη διαπίστωση ότι δεν υπάρχουν δυνατότητες σχηματισμού κυβέρνησης.
Είναι ξεκάθαρο ότι με τον Αλέξη Τσίπρα δεν πρόκειται να γίνει κάποια συνάντηση ή συζήτηση, ο ίδιος ο Πρωθυπουργός έχει απορρίψει και οποιοδήποτε σχετικό ενδεχόμενο για επικοινωνία με τον Κυριάκο Βελόπουλο και το μόνο ζήτημα προς εξέταση είναι αν θα επιδιώξει κάποια επαφή με τον Νίκο Ανδρουλάκη και με ποιον στόχο.
Το πιθανότερο είναι ότι ακόμη και αν συμβεί κάτι τέτοιο, θα ενταχθεί στη στρατηγική που οδηγεί στις δεύτερες εκλογές και στην ανάδειξη της αδιέξοδης στρατηγικής του προέδρου του ΠαΣοΚ και ειδικότερα της απόρριψης του αρχηγού του πρώτου κόμματος για τη θέση του πρωθυπουργού.
Η κρίσιμη λεπτομέρεια εν προκειμένω και η παράμετρος η οποία θα καθορίσει πολλά σε αυτή τη διαδικασία είναι το ποσοστό που θα λάβει το ΠαΣοΚ. Αν από αυτό και από το αντίστοιχο της ΝΔ δεν διαμορφώνεται ένα άθροισμα εδρών, το οποίο μαθηματικά τουλάχιστον θα μπορούσε να οδηγήσει στον σχηματισμό κυβέρνησης συνεργασίας, η οποιαδήποτε συνάντηση και συζήτηση Μητσοτάκη – Ανδρουλάκη δεν θα έχει απολύτως κανένα νόημα.
Αν αντιθέτως προκύψει ένα τέτοιο άθροισμα και η ΝΔ κινείται εντός των εκλογικών της στόχων, η επιδίωξη του Κυριάκου Μητσοτάκη θα εξακολουθεί να είναι η ανάδειξη της αυτοδυναμίας ως μοναδικής ρεαλιστικής επιλογής διακυβέρνησης.
Αν το ποσοστό της ΝΔ είναι χαμηλότερο των προσδοκιών, η συζήτηση μοιραία θα έχει εντελώς διαφορετικό περιεχόμενο.
Βασική επιδίωξη η συγκρότηση προοδευτικής κυβέρνησης
Στα μέσα της εβδομάδας ο Αλέξης Τσίπρας αναμένεται, εκτός απρόοπτου, αν δεν αλλάξει κάτι δραματικά, να λάβει και αυτός, μετά τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη, διερευνητική εντολή. Το ρολόι του χρόνου θα γυρίσει 11 χρόνια πίσω.
Ηταν Μάιος του 2012, όταν ο κ. Τσίπρας για πρώτη φορά λάμβανε τη διερευνητική εντολή για να σχηματίσει κυβέρνηση. Μόνο που αυτή τη φορά δεν θα έχει ως δυνητικό σύμμαχο τον Πάνο Καμμένο των Ανεξάρτητων Ελλήνων, αλλά κοιτάζει προς τα αριστερά και στο κέντρο.
Και όπως λένε οι στενοί του συνεργάτες, θα αξιοποιήσει την εντολή που θα λάβει, όπως ορίζει το Σύνταγμα από την Πρόεδρο της Δημοκρατίας, προσπαθώντας να λύσει μια εν πολλοίς άλυτη εξίσωση: να συμφωνήσει με το ΠαΣοΚ, το ΚΚΕ και το ΜέΡΑ25 κατά πόσο μπορεί να σχηματιστεί κυβέρνηση με προοδευτική κατεύθυνση.
Σύμφωνα με πληροφορίες του «Βήματος» ο Αλ. Τσίπρας είναι προφανές, με βάση όσα λέει σε συνομιλητές του, ότι θα προσπαθήσει με το χαρτί των διερευνητικών εντολών να παίξει το δικό του πολιτικό παιχνίδι, ανεξάρτητα εάν θα του βγει ή όχι.
Βασικός του στόχος είναι να εκφράσει το σύνολο του αντιμητσοτακικού (αυτόν τον όρο χρησιμοποιεί κυρίως και όχι αντικυβερνητικού) μετώπου, θέλοντας να προκαλέσει το ΠαΣοΚ, το ΚΚΕ και το ΜέΡΑ25 που όμως έχουν άλλες στοχεύσεις. Και εάν δεν πετύχει, που όπως φαίνεται αυτό θα συμβεί με βάση τις σημερινές τους θέσεις, τον στόχο του θα επιδιώξει τη διαμόρφωση καλύτερων συνθηκών για τη δεύτερη εκλογική αναμέτρηση.
Πολλά θα κριθούν για τον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ και την επόμενη μέρα από το τελικό αποτέλεσμα των εκλογών. Ο κ. Τσίπρας μιλάει για νίκη, όπως λέει με ένταση και στις τελευταίες του συγκεντρώσεις, αλλά η αριθμητική είναι δεδομένη. Ενα ποσοστό της τάξεως του 30-31,5% θα είναι θετικό αποτέλεσμα για τον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ και του δίνει ελπίδες για τη δεύτερη Κυριακή. Εάν όμως υπάρξει ποσοστό κάτω από το 30%, μεταξύ 27-30%, δύναται να δημιουργήσει σοβαρές αναταράξεις στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ. Οποιοδήποτε ποσοστό πάνω από το 31,5% του 2019 που αυτόματα οδηγεί και σε συμπίεση των ποσοστών της ΝΔ πέριξ της ζώνης του 35% δημιουργεί συνθήκες πρωτιάς για τον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ και ελπίδες για τη δεύτερη Κυριακή.
Η βασική όμως επιδίωξη του κ. Τσίπρα είναι να μπορέσει να επιδιώξει τη συγκρότηση κυβέρνησης με τις άλλες δυνάμεις και κυρίως με το ΠαΣοΚ.
Με διψήφιο ποσοστό έχει ρόλο, με μονοψήφιο μένει στην αντιπολίτευση
Τα σενάρια της επόμενης μέρας μετά την κάλπη, τα περιθώρια κινήσεων που θα αφήσει στο ΠαΣοΚ το εκλογικό αποτέλεσμα, έχουν γραφτεί και ξαναγραφτεί από τους επιτελείς της Χαριλάου Τρικούπη. Η πορεία, από την εκλογή του Ν. Ανδρουλάκη στην ηγεσία του κόμματος μέχρι την προκήρυξη των εκλογών, είχε αρκετά σκαμπανεβάσματα. Στην τελευταία στροφή πριν τις κάλπες η δημοσκοπική εικόνα δείχνει το ΠαΣοΚ να βρίσκεται στο όριο του διψήφιου ποσοστού, ωστόσο οι προσδοκίες της ηγεσίας και της βάσης του εξακολουθούν να είναι υψηλότερες.
Η δυσμενέστερη εκδοχή για το ΠαΣοΚ, είναι την Κυριακή να έχει ένα ποσοστό κάτω από το 10% ακόμα και αν αυτό, όπως λέγεται, είναι 9,5%. Οχι μόνο γιατί θα έχει αποτύχει να κατακτήσει τον στόχο του διψήφιου, αλλά και γιατί μια τέτοια επίδοση σημαίνει υψηλά ποσοστά για τον ΣΥΡΙΖΑ.
Αν μάλιστα η διαφορά μεταξύ των δύο πρώτων κομμάτων αφήνει ανοιχτό το παιχνίδι των εκλογών του Ιουλίου τότε το ΠαΣοΚ θα έχει πρόβλημα. Θα δεχθεί πιέσεις και από τον ΣΥΡΙΖΑ και από τη ΝΔ. Το ΠαΣοΚ με μονοψήφιο ποσοστό θα μείνει στην αντιπολίτευση. Αν, όμως, το μονοψήφιο ποσοστό είναι κοντά στην εκλογική επίδοση του 2019 τότε η Χαριλάου Τρικούπη θα έλθει αντιμέτωπη με σοβαρές αναταράξεις.
Το σενάριο που θεωρείται «πιο κοντά στην πραγματικότητα», είναι αυτό της κατάκτησης του διψήφιου ποσοστού. Στην περίπτωση αυτή, καθώς οι δεύτερες εκλογές θεωρούνται σχεδόν δεδομένες, έχουν σημασία και δύο άλλα «αν».
Αν το ποσοστό της ΝΔ είναι κοντά στην αυτοδυναμία. Και αν η διαφορά μεταξύ των δύο πρώτων κομμάτων κινηθεί σε υψηλά ποσοστά αφήνοντας τον Αλέξη Τσίπρα χωρίς «αφήγημα νίκης» στις εκλογές του Ιουλίου. Τότε, όπως εκτιμάται, στην πορεία προς τις δεύτερες κάλπες θα υπάρξει μεν πίεση και απώλειες προς τα δεξιά στην προσπάθεια του κ. Μητσοτάκη να πάρει την αυτοδυναμία, αλλά είναι αβέβαιο πόση πίεση μπορεί να ασκήσει ο ΣΥΡΙΖΑ. Το ΠαΣοΚ, λοιπόν, μπορεί να κρατήσει τις δυνάμεις του.
Αν η ΝΔ στις δεύτερες εκλογές λάβει την αυτοδυναμία και το ΠαΣοΚ μείνει σε διψήφια ποσοστά, τότε ο δρόμος είναι μάλλον εύκολος. Θα υπάρξει, όπως εκτιμάται, έδαφος να περάσει το μήνυμα ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι αντιπολίτευση αλλά χορηγός της ΝΔ και να τον ροκανίσει. Αν η ΝΔ δεν καταφέρει να έχει την αυτοδυναμία στις δεύτερες κάλπες, το σκηνικό περιπλέκεται. Αλλά τότε, όπως λέγεται, θα χρειαστεί πολλοί να βάλουν νερό στο κρασί τους.