Mε θεαματικό τρόπο – ο οποίος έχει ήδη προκαλέσει έντονες αντιδράσεις – ο Ταγίπ Ερντογάν επιβεβαίωσε την αντιδυτική στροφή του συμμετέχοντας στη Σύνοδο Κορυφής του Οργανισμού Συνεργασίας της Σανγκάης, που έχει χαρακτηριστεί ως η πιο σημαντική προσπάθεια της Κίνας να διευρύνει την επιρροή της στις χώρες της Κεντρικής και Νότιας Ασίας. Μια προσπάθεια στην οποία μετέχει και η Ρωσία, με την προσδοκία ότι έτσι θα αντιταχθεί στην αμερικανική εξωτερική πολιτική στην ευρύτερη αυτή περιοχή. Ενώ τώρα συμμετέχει και το Ιράν, τη στιγμή που ιδιαίτερη προσοχή προκάλεσαν οι ξεχωριστές κατ’ ιδίαν συναντήσεις του Ερντογάν με το Σι και τον Πούτιν, ο οποίος επιδιώκει, καθώς υφίσταται τις πρώτες σημαντικές απώλειες στον πόλεμο κατά της Ουκρανίας, να ενισχύσει τα ερείσματά του.
Και ενώ η συνάντηση Πούτιν – Σι, παρά τη γενικόλογη υποστήριξη που έδωσε ο κινέζος ηγέτης, δεν ικανοποίησε απόλυτα τον αρχηγό του Κρεμλίνου, ο οποίος επείγεται να εξασφαλίσει στρατιωτική βοήθεια, ο Ερντογάν αντίθετα πέτυχε αυτό που ήθελε. Να εκβιάσει δηλαδή τους Αμερικανούς για τη γνωστή ιστορία με την αποστολή των στρατιωτικών αεροσκαφών και τους Ευρωπαίους για τη στήριξη που παρέχουν στην Ελλάδα και την άρνησή τους να προχωρήσουν τις ενταξιακές διαπραγματεύσεις. Και είναι χαρακτηριστικό ότι δήλωσε ότι εφόσον δεν τον θέλουν στην ΕΕ, αυτός προτιμά «να είμαστε μαζί με τις χώρες που έχουμε κοινή κουλτούρα». Βοηθάει έτσι στη δημιουργία μιας αντινατοϊκής συμμαχίας, υπονομεύοντας ταυτόχρονα εκ των έσω το ίδιο το ΝΑΤΟ, με τη συνεχιζόμενη συμμετοχή του σε αυτό, γνωρίζοντας ότι λόγω της γεωστρατηγικής θέσης που κατέχει η χώρα του κανείς δεν πρόκειται να τον διώξει.
Οπως και κανείς δεν φαίνεται να μπορεί να τον σταματήσει (αν και οι Αμερικανοί είναι οι μόνοι που μπορούν να το κάνουν) από το να συνεχίζει το ντελίριο των καθημερινών, εκτός κάθε ορίου, πολεμικών απειλών κατά της Ελλάδας, που είναι άγνωστο πού μπορεί να οδηγήσει. Διότι δεν χρειάζεται να υπάρξει μια ανοιχτή στρατιωτική επιθετική ενέργεια για να ανοίξει ο ασκός του Αιόλου, αλλά αρκεί ένα ατύχημα κατά τη διάρκεια όλων αυτών των αμέτρητων παραβιάσεων. Και τούτο παρά το παράθυρο για διάλογο που άνοιξε με την ομιλία του στη Θεσσαλονίκη ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Μια σοβαρή προοπτική ιδιαίτερα την περίοδο αυτή, καθώς οι δυο πρωθυπουργοί θα συμπέσουν χρονικά στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ στη Νέα Υόρκη και στις 6 Οκτωβρίου στην Πράγα, στη Σύνοδο της Ευρωπαϊκής Πολιτικής Κοινότητας. Εχοντας καλύψει τις περασμένες δεκαετίες το διπλωματικό ρεπορτάζ του «Βήματος», θυμάμαι ότι, παρά τα γνωστά σκαμπανεβάσματα στις ελληνουρκικές σχέσεις, στις ανάλογες διεθνείς συναντήσεις σχεδόν πάντοτε δινόταν η ευκαιρία για μια κατ’ ιδίαν ελληνοτουρκική συνάντηση, που πρόσφερε την ευκαιρία να πέσουν τουλάχιστον οι τόνοι. Και σήμερα οι τόνοι αυτοί έχουν ανέβει σε ιδιαίτερα επικίνδυνο σημείο.