Μετωπική και σκληρή σύγκρουση με την κυβέρνηση, «της πιο σκληρής Δεξιάς από το 1974», όπως χαρακτηριστικά λένε στην ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία, είναι η στρατηγική επιλογή του Αλέξη Τσίπρα στον δρόμο για τις εκλογές του 2023.
Ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης επιστρέφει στις γνώριμες «πολιτικές συνταγές» του παρελθόντος, και ιδίως της περιόδου 2012-2015, στην προσπάθειά του να αυξήσει τη συσπείρωση της κομματικής του βάσης και, κυρίως, να υπάρξει κινητοποίηση και των κοινωνικών ομάδων που στέκονται επιφυλακτικά, διστακτικά και προβληματισμένα έναντι του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, που δεν πείθει, σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις.
Υιοθετείται η ατζέντα Πολάκη
Ακόμα και η επιλογή της επιδοκιμασίας των πρακτικών του Παύλου Πολάκη εντάσσεται στη στρατηγική περί «ολοκληρωτικού πολέμου» με τη Νέα Δημοκρατία. Εξάλλου, ακόμα και όσοι διαφωνούσαν στο παρελθόν με τον «κυνηγό σκανδάλων», όπως τον ονομάζουν στον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, αυτή την περίοδο, ειδικά μετά τις αποκαλύψεις για τον διαγραφέντα από την ΚΟ της ΝΔ Ανδρέα Πάτση και άλλες περιπτώσεις, πλέον τον εκθειάζουν.
Επί της ουσίας, ο κ. Τσίπρας πηγαίνει «αγκαζέ» με τον κ. Πολάκη, δηλαδή υιοθετεί πλήρως τη συγκεκριμένη ατζέντα και, σε διαφοροποίηση της στρατηγικής που είχε χαραχθεί μετά τη ΔΕΘ, εντάσσει στην πρώτη γραμμή υποθέσεις που τις χαρακτηρίζει «σκάνδαλα».
Επιλέγει μια συνταγή γνώριμη του παρελθόντος, όπως είχε κάνει το ΠαΣοΚ επί Ανδρέα Παπανδρέου την περίοδο της πρωθυπουργίας του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, 1990-1993. Το κρίσιμο όμως εδώ είναι ποιοι θα υπηρετήσουν αυτή τη στρατηγική, καθώς, εκτός του κ. Πολάκη που την πιστεύει και την ακολουθεί, τα περισσότερα μέλη της ΚΟ του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ είτε δεν θέλουν λόγω επιλογής (κυρίως η αριστερή τάση) είτε δεν μπορούν λόγω και της μη εκφοράς στιβαρού και τεκμηριωμένου πολιτικού λόγου.
Την ίδια στιγμή η αξιωματική αντιπολίτευση θα συντηρεί στην επικαιρότητα το σκάνδαλο των υποκλοπών, όπως φάνηκε και από την κίνηση του κ. Τσίπρα να καταθέσει και σχετική ερώτηση προς τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη.
Το στοίχημα της μετωπικής
Παράλληλα, ο κ. Τσίπρας έχει αποφασίσει να κινείται σε ιδιαίτερα υψηλούς τόνους, επιλέγοντας τη μετωπική σύγκρουση με τον Πρωθυπουργό. Μένει να φανεί κατά πόσο θα κερδίσει από αυτή την επιλογή, καθώς, αν και η κυβέρνηση δέχεται πολλαπλά πυρά από τους πολίτες που είναι αρνητικοί μαζί της σε πολύ μεγάλο βαθμό και τα ποιοτικά στοιχεία δεν είναι θετικά για σημαντικές πτυχές της πολιτικής της, ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ δεν κεφαλαιοποιεί αυτή τη φθορά.
Αυτή η κατάσταση παραμένει παγιωμένη. Φαίνεται, όπως λένε και κεντρικά στελέχη που δεν είναι στον ηγετικό πυρήνα της εξουσίας της Κουμουνδούρου, να μην ακούγεται ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ.
Ωστόσο στην ηγετική ομάδα υπάρχει άλλη λογική. Εξάλλου και η στάση του κ. Πολάκη ενισχύει το στρατηγικό θεώρημα περί «ολοκληρωτικού πολέμου» με τη ΝΔ. Υπό αυτή την οπτική, την οποία δεν ασπάζονται όλοι, ο κ. Τσίπρας ουσιαστικά ανασύρει μια παλαιότερη φράση του και με αυτή θα πορευτεί το επόμενο διάστημα: «Η κυβέρνηση της Δεξιάς δείχνει σήμερα το πραγματικό της πρόσωπο».
Τι θα επιχειρήσει να στήσει ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ; Θέλει να δημιουργηθεί ένα αντικυβερνητικό μέτωπο με αντιδεξιά χαρακτηριστικά και σε αυτό θέλει να οικοδομήσει τη στρατηγική του. Π.χ. η γενική απεργία της προσεχούς Τετάρτης θεωρείται από την ηγετική ομάδα της αξιωματικής αντιπολίτευσης ένα πρώτο βήμα για να αρχίσει να δημιουργείται μέτωπο κοινωνικό και πολιτικό κατά της κυβέρνησης με πιο σαφή και έντονα χαρακτηριστικά. «Τώρα είναι πιο εύκολη και πιο γειωμένη η προσπάθεια και πατάει πάνω σε αντικειμενικές δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι πολίτες, όπως στο πεδίο της ακρίβειας» τονίζει μιλώντας στο «Βήμα» ανώτερο κομματικό στέλεχος.
Αναβίωση άλλων εποχών
Σε αυτό το πλαίσιο όμως η σκανδαλολογία θα έχει περίοπτη θέση, όπως και οι υποκλοπές, ζήτημα το οποίο θεωρούν ότι εξακολουθεί να πλήττει την κυβέρνηση και θα έχει και συνέχεια, χωρίς όμως να μπορούν να δώσουν περαιτέρω διευκρινίσεις. Για το θέμα των υποκλοπών, ο κ. Τσίπρας με την κοινοβουλευτική του κίνηση, κατά τους συνεργάτες του, έθεσε ένα μείζον, όχι μόνο πολιτικό και ηθικό αλλά υπαρξιακό για τη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος, ερώτημα προς τον Πρωθυπουργό (με την επίκαιρη ερώτηση): «Εκλογές με ενεργό το κέντρο που διενεργεί παρακολουθήσεις πολιτικών αντιπάλων;».
Μόνο που το 2022 δεν είναι η περίοδος 1990-1993, ούτε η χώρα βρίσκεται στις δεκαετίες 1950-1960 και του μετεμφυλιακού κράτους της Δεξιάς, όπως συνήθιζαν να λένε τα στελέχη του ΠαΣοΚ, μετά τη Μεταπολίτευση.
Εάν παρατηρήσει κανείς τις κινήσεις στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ, θα διαπιστώσει προσπάθεια αναβίωσης κλίματος που θα παραπέμπει κυρίως στην περίοδο 1990-1993, και αυτό φαίνεται σε πολλά σημεία. Ακόμα και οι εκδηλώσεις που γίνονται έχουν αναφορές σε φορτισμένες πολιτικά περιόδους.
Είναι σαφές ότι είναι κεντρική επιλογή η αναβίωση και ιστορικών γεγονότων για να ενισχυθεί το αφήγημα για την «επάρατη Δεξιά» και η σύνδεση με την περίοδο 1900-1993, ξεχνώντας βέβαια τις ευθύνες και του Συνασπισμού τότε για την άνοδο της ΝΔ και την επικράτηση του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, καθώς και το κομβικό σημείο του Ειδικού Δικαστηρίου.
«Σύγκρουση δύο κόσμων»
Ο κ. Τσίπρας επιμένει ότι είναι σαφές πως υπάρχει βαθιά διαιρετική τομή σήμερα με αποκλειστική ευθύνη του Πρωθυπουργού. Παράλληλα εκτιμά ότι στην παρούσα περίοδο έχουν σχηματοποιηθεί πλήρως τα δύο αντιπαρατιθέμενα μέτωπα σε μια σύγκρουση που κατά τον ίδιο έχει σαφή ιδεολογικά χαρακτηριστικά, και αυτό φαίνεται στη σύγκριση των δύο προγραμμάτων.
Και όπως λένε στο επιτελείο του, είναι η σύγκρουση δύο κόσμων, δύο αντιλήψεων αντίθετων και εκ διαμέτρου αντίθετων κοσμοθεωριών σε μια εποχή που αλλάζουν όλα λόγο και όλοι επανατοποθετούνται.
Για τον πρώην πρωθυπουργό και το στενό επιτελείο του πλέον υφίσταται πολύ έντονα μια πολιτική αντιπαράθεση που ουσιαστικά δεν είναι αποτέλεσμα της σύγκρουσης ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ αλλά τροφοδοτείται από την ίδια την κοινωνία και εκφράζει δύο κυρίαρχα πολιτικά μέτωπα.
Και εδώ έρχεται και πάλι το 1990-1993. Επί της ουσίας στην αξιωματική αντιπολίτευση, με βάση και την πολιτική που ακολουθεί η κυβέρνηση όπως λένε, θεωρούν ότι διαμορφώνονται συνθήκες που παραπέμπουν στη σκληρή αντιπαράθεση της περιόδου 1990-1993. Και τότε, υποστηρίζουν, υπήρχε σαφής ιδεολογική σύγκρουση, με επίκεντρο κυρίως την ιδιωτικοποίηση των αστικών συγκοινωνιών, και η αντιπολίτευση μαζί με τα συνδικάτα κέρδισαν.
Ζήτημα επιβίωσης και αξιοπρέπειας
Κάτι αντίστοιχο οραματίζονται στην Κουμουνδούρου και στην παρούσα περίοδο, και μιλάνε για την ακρίβεια, η οποία μπορεί να αποτελέσει την κοινωνική καύσιμη ύλη για γενίκευση του κλίματος δυσαρέσκειας για την κυβέρνηση.
Εν μέσω της ακρίβειας σε προϊόντα και υπηρεσίες, η «γραμμή» της αξιωματικής αντιπολίτευσης είναι ότι η προσφυγή στη λαϊκή ετυμηγορία το συντομότερο αποτελεί πλέον ζήτημα επιβίωσης αλλά και αξιοπρέπειας για χιλιάδες νοικοκυριά και επιχειρήσεις, και προτείνει σειρά μέτρων που πρέπει να ληφθούν άμεσα.
«Οι ανισότητες διευρύνονται με ραγδαίους ρυθμούς ακόμα και σε περιοχές που παραδοσιακά έχουν μεσοστρώματα» είπε στα μέσα της εβδομάδας ο κ. Τσίπρας στο πλαίσιο περιοδείας του στο Χαλάνδρι. «Οταν στο Χαλάνδρι πάνω από 600 οικογένειες βρίσκονται στο κοινωνικό παντοπωλείο και εκατοντάδες άνθρωποι στο συσσίτιο, αντιλαμβανόμαστε πού έχει βρεθεί η κοινωνία μας μετά από ενάμιση χρόνο τρομακτικής ακρίβειας στο ρεύμα, στα είδη βασικής κατανάλωσης» τόνισε, για να ρίξει το ανάθεμα στον κ. Μητσοτάκη: «Οι πλούσιοι γίνονται πλουσιότεροι. Οι μεσαίοι φτωχοί και οι φτωχοί απελπισμένοι. Την ίδια στιγμή η λαίλαπα των γαλάζιων ακρίδων εφορμά στον δημόσιο πλούτο».
Επιστροφή Τζουμάκα στην πρώτη γραμμή
Επί της πολιτικής πορείας του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ προς τις εκλογές μεγάλη εσωτερική συζήτηση προκαλεί η επιλογή του κ. Τσίπρα να βάλει στην πρώτη γραμμή, στη «βιτρίνα» του κόμματος, και τον πρώην υπουργό των κυβερνήσεων του ΠαΣοΚ, επί Ανδρέα Παπανδρέου και Κώστα Σημίτη (τον οποίο υποστήριξε σθεναρά στο συνέδριο του 1996 έναντι του Ακη Τσοχατζόπουλου και του Γεράσιμου Αρσένη), τον Στέφανο Τζουμάκα.
Πλέον ο κ. Τζουμάκας που τα τελευταία χρόνια συστρατεύθηκε με τον ΣΥΡΙΖΑ, μετά την αποχώρησή του από το ΠαΣοΚ (τα τελευταία χρόνια είχε στηρίξει τον Γιώργο Παπανδρέου έναντι του Ευάγγελου Βενιζέλου), θα είναι ο επικεφαλής της Επιτροπής Πολιτικής Στρατηγικής και Ανάλυσης.
Δεν ήταν έκπληξη η επιλογή αυτή για τους μυημένους, καθώς ο κ. Τζουμάκας, με αντιδικτατορική δράση και πολυετή θητεία στο Εκτελεστικό Γραφείο του ΠαΣοΚ τις καλές εποχές του ιστορικού κόμματος, συμμετείχε τους τελευταίους μήνες σε συσκέψεις του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ.
Ο πρώην υπουργός και επί πολλά χρόνια βουλευτής του ΠαΣοΚ εξελέγη στην πρώτη εικοσάδα – με γραμμή από το προεδρικό σύστημα – στην Κεντρική Επιτροπή, αλλά για μία ψήφο έμεινε εκτός Πολιτικής Γραμματείας, και με την απόφαση αυτή ο κ. Τσίπρας τον αποκαθιστά πολιτικά και του δίνει αναβαθμισμένο ρόλο.
Οι δράσεις ανάδειξης των έξι εθνικών προτεραιοτήτων
Να αναδείξει τις βασικές προτεραιότητες του προγράμματός του θα επιχειρήσει ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ με έναν μεγάλο κύκλο ημερίδων σε κάθε Νομαρχιακή Ενότητα. Κεντρική θέση θα έχουν οι έξι εθνικές προτεραιότητες που παρουσιάστηκαν στη ΔΕΘ από τον κ. Τσίπρα και καλεσμένοι θα είναι οι τοπικοί φορείς, οι παραγωγικές δυνάμεις, οι εκπρόσωποι της κοινωνίας, αλλά και όλοι οι πολίτες σε μια συζήτηση για τις ανάγκες τους και τον τρόπο που απαντούν σε αυτές οι θέσεις της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Σε αρκετές μάλιστα από αυτές τις ημερίδες θα παρευρεθεί και θα μιλήσει και ο κ. Τσίπρας.
Οι έξι εθνικές προτεραιότητες
1. Αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης, με δραστική μείωση των λογαριασμών μέσα από διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, των τιμών στα καύσιμα και τρόφιμα.
2. Ενίσχυση του εισοδήματος και δικαιότερη φορολογία για μισθωτούς, συνταξιούχους, εμπόρους και ελεύθερους επαγγελματίες.
3. Στήριξη του κοινωνικού κράτους με την ανάκτηση της εργασίας, ένα νέο ισχυρό ΕΣΥ, νέα γερά θεμέλια στη δημόσια Παιδεία και κοινωνικές πολιτικές για ΑΜΕΑ.
4. Παραγωγική ανασυγκρότηση με ενίσχυση της εγχώριας παραγωγής και έμφαση σε ΑΠΕ, ιδιοπαραγωγή (μοντέλο prosumer), στοχευμένα προγράμματα για ΟΤΑ, μικρές επιχειρήσεις, αγρότες και βιομηχανίες, καθώς και δημόσιο πυλώνα στο τραπεζικό σύστημα.
5. Ισχυρό δημοκρατικό κράτος με μεταρρυθμίσεις στη Δικαιοσύνη και στην ΕΥΠ.
6. Απάντηση στη δημογραφική πρόκληση με στήριξη της γυναίκας στην εργασία, της μητέρας, κοινωνικές πολιτικές για το παιδί, ειδικό πρόγραμμα για την αντιμετώπιση της στεγαστικής κρίσης και πλαίσιο για την κοινωνική ένταξη των μεταναστών.