Την «επόμενη μέρα» στο ΠαΣοΚ αναμένει ο Κυριάκος Μητσοτάκης προκειμένου να διαπιστώσει αν θα συνεχιστεί η ασύμμετρη συνθήκη της απουσίας αντιπολιτευτικής απειλής ή αν θα υπάρξουν ανατροπές. Με βάση αυτά αναμένεται ότι θα αξιολογήσει τη δική του στρατηγική και θα αναπροσαρμόσει τις πολιτικές του προτεραιότητες στη νέα περίοδο.
Η αναμέτρηση Νίκου Ανδρουλάκη – Χάρη Δούκα στον δεύτερο γύρο της εσωκομματικής εκλογής ήδη προσφέρει στον Πρωθυπουργό κάποια στοιχεία, τα οποία, αναλόγως και της τελικής έκβασης της εσωκομματικής αναμέτρησης, θα διαμορφώσουν τα δεδομένα στο παιχνίδι των πολιτικών συσχετισμών, με ορίζοντα ορισμένα ορόσημα του προσεχούς διαστήματος και τελικό σταθμό τις εθνικές εκλογές.
Το ζητούμενο για τον Κυριάκο Μητσοτάκη και τους συνεργάτες του είναι αν και κατά πόσο η ανάδειξη ηγεσίας στο ΠαΣοΚ, σε συνδυασμό και με την καλπάζουσα απαξίωση του ΣΥΡΙΖΑ, θα αναδείξει κάποια νέα δημοσκοπική δυναμική για τη διαμόρφωση ενός νέου διπόλου ή αν απλώς θα παρατείνει την πολιτική ιδιομορφία της τελευταίας πενταετίας, με την κυβέρνηση να κυριαρχεί, έστω τραυματισμένη και με εσωτερικές αναταράξεις, ενώ καμία πολιτική δύναμη δεν δείχνει ικανή να την απειλήσει.
Στο Μέγαρο Μαξίμου τείνουν να προεξοφλήσουν ότι δεν είναι ορατή κάποια ανατροπή σε αυτή τη συνθήκη, όποιος και αν εκλεγεί πρόεδρος στο ΠαΣοΚ την Κυριακή το βράδυ. Εκτιμούν ότι με δεδομένες τις δύο υποψηφιότητες του β’ γύρου εξακολουθεί να μην απειλείται η κυριαρχία στο χώρο του Κέντρου και, ταυτόχρονα, ότι εκλείπει κάθε προοπτική συνεργασιών και συνεννοήσεων.
Ορισμένοι πάντως επιμένουν ότι το βασικό πρόβλημα της κυβέρνησης εντοπίζεται στην επαναπροσέγγιση των εκατοντάδων χιλιάδων ψηφοφόρων, οι οποίοι απείχαν στις πρόσφατες ευρωεκλογές. Κατά μείζονα λόγο φάνηκε ότι αυτοί προέρχονται από τον συγκεκριμένο πολιτικό χώρο, όμως υπάρχει και το δεδομένο των δυσαρεστημένων της δεξιάς πτέρυγας. Και ο συνδυασμός συνθέτει μια παρατεταμένη πολιτική ρευστότητα.
Υπό αυτή την έννοια και εν αναμονή των εξελίξεων στον ΣΥΡΙΖΑ τις ερχόμενες εβδομάδες, στο στενό κυβερνητικό επιτελείο αναμένουν τις πρώτες αξιόπιστες μετρήσεις για την αξιολόγηση του νέου πολιτικού τοπίου. Αυτές τοποθετούνται στο διάστημα μεταξύ των τελευταίων ημερών του Νοεμβρίου και των πρώτων του Δεκεμβρίου, οπότε και θα έχουν υπάρξει δείγματα γραφής της νέας ηγεσίας του ΠαΣοΚ, όπως και των δυνατοτήτων του ΣΥΡΙΖΑ να παραμείνει στα έδρανα της αξιωματικής αντιπολίτευσης ή όχι.
Ευνοείται η εσωτερική αντιπολίτευση
Παρά ταύτα, η μέχρι νεωτέρας φαινομενική στασιμότητα στο κεντροαριστερό αντιπολιτευτικό φάσμα προξενεί και προβληματισμό στο επιτελείο του Πρωθυπουργού. Εκτιμάται, σε σημαντικό βαθμό βεβαιότητας, ότι η απουσία αξιόμαχης αντιπολιτευτικής δύναμης, η οποία θα μπορούσε να απειλήσει πολιτικά και εκλογικά την κυβέρνηση και συνεπώς να επιβάλει την επανασυσπείρωση της ΝΔ προ ενός απειλητικού αντιπάλου, θα ενισχύσει και θα διευκολύνει την εσωκομματική αντιπολίτευση, η οποία ούτως ή άλλως έχει αρχίσει να εκδηλώνεται με ομαδοποιήσεις, συναντήσεις, συζητήσεις και κοινοβουλευτικές παρεμβάσεις.
Από την προηγούμενη Παρασκευή έχει επιβεβαιωθεί με ηχηρό τρόπο η νέα εσωκομματική συνθήκη, η οποία ορίστηκε από τις απουσίες των Κώστα Καραμανλή και Αντώνη Σαμαρά από την επετειακή εκδήλωση της οδού Ρηγίλλης για τα 50χρονα της ΝΔ. Το περιστατικό επιχειρήθηκε να εξωραϊστεί, να ερμηνευτεί ή και να υποβαθμιστεί από κυβερνητικά στελέχη, όμως κανείς δεν έχει πλέον αυταπάτες: Οι δύο πρώην πρωθυπουργοί βρίσκονται σε ασύμπτωτη τροχιά με τον Κυριάκο Μητσοτάκη και αναμένεται ότι θα εκδηλώνουν την πολιτική τους αποδοκιμασία με κάθε ευκαιρία και αφορμή.
Δεν αποκλείεται ακόμα και η ρήξη
Η διάθεση αποδοκιμασίας, ειδικά από την πλευρά του Αντώνη Σαμαρά, επιβεβαιώνεται από τα όσα μεταφέρουν παλαιοί και πιο πρόσφατοι συνομιλητές του. Οπως σημειώνουν, ο πρώην πρωθυπουργός αναμένει τις πρώτες χειμερινές δημοσκοπήσεις προκειμένου να επαληθευτούν οι εκτιμήσεις του για ανεπίστρεπτη κάμψη της ΝΔ και να εκδηλώσει εκ νέου την αποδοκιμασία του για τις στρατηγικές επιλογές του Κυριάκου Μητσοτάκη. Στην αιχμή της κριτικής του βρίσκεται πάντα η δυσαρέσκεια για τους χειρισμούς στα ελληνοτουρκικά αλλά και για τη στροφή της ΝΔ προς το Κέντρο και τον πολιτικό φιλελευθερισμό.
Το ενδεχόμενο μιας ρήξης με τον Αντώνη Σαμαρά και την ολιγομελή ομάδα του στη Βουλή δεν μπορεί να αποκλειστεί, σύμφωνα με κυβερνητικά στελέχη.
Τα υπό διερεύνηση στοιχεία πάντως είναι μέχρι ποιου σημείου θα μπορούσαν ο πρώην πρωθυπουργός και η ολιγομελής ομάδα του στη Βουλή να εκδηλώσουν την αποδοκιμασία τους και ποια εξέλιξη θα μπορούσε να προκαλέσει μια τέτοια τακτική. Κατά τις εκτιμήσεις κυβερνητικών στελεχών, το ενδεχόμενο μιας ρήξης δεν θα πρέπει να αποκλειστεί.
Το ζήτημα είναι με ποιον τρόπο θα μπορούσε αυτή να εκδηλωθεί και ποια θα ήταν η αντίδραση του Πρωθυπουργού σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο. Πάντως, ήδη πολιτικά στελέχη σημειώνουν ότι υπό αυτές τις συνθήκες, και εφόσον η αντιπολίτευση εξακολουθεί να μη βρίσκει βηματισμό και δημοσκοπική δυναμική, το χαρτί της πρόωρης προσφυγής σε εκλογές θα αξιολογηθεί διαφορετικά στο προσεχές διάστημα.
Σημεία τριβής για το Μαξίμου
Κυβερνητικά στελέχη εφιστούν την προσοχή σε δύο προγραμματισμένες πολιτικές διαδικασίες, αναλόγως και των όσων θα έχουν μεσολαβήσει, ειδικά στο πεδίο των ελληνοτουρκικών, που περιγράφεται ως το βασικό σημείο τριβής ανάμεσα στον πρώην και τον σημερινό Πρωθυπουργό.
Η πρώτη είναι η ψήφιση του προϋπολογισμού του 2025 εντός του Δεκεμβρίου. Δεδομένης της ατμόσφαιρας που έχει διαμορφωθεί και των εκδηλώσεων δυσαρέσκειας από ομάδες βουλευτών για τις επιλογές της κυβέρνησης, ορισμένες πηγές επιμένουν ότι η εφετινή διαδικασία, η οποία ως γνωστόν ισοδυναμεί με ανανέωση ψήφου εμπιστοσύνης προς την κυβέρνηση, ενδέχεται να μην είναι τόσο αδιάφορη όσο οι προηγούμενες.
Ειδικώς για τον Αντώνη Σαμαρά εκφράζονται αμφιβολίες ως προς το αν θα ανανεώσει τη στήριξή του προς την κυβέρνηση, με πιθανότερο ενδεχόμενο να απουσιάσει από την ψηφοφορία, εκτός αν κάτι άλλο δικαιολογήσει μια πιο δυναμική αποστασιοποίησή του.
Η δεύτερη διαδικασία, η οποία εκτιμάται ότι θα μπορούσε να δώσει αφορμές για πολιτικές διαφοροποιήσεις και επιβεβαιώσεις του χάσματος στο εσωτερικό της ΝΔ, είναι η εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας.
Το ότι ο Αντώνης Σαμαράς και η ολιγομελής ομάδα των βουλευτών οι οποίοι εμφανίζονται να ταυτίζονται μαζί του, όπως και η αντίστοιχη ομάδα των καραμανλικών, δεν πρόκειται να ψηφίσουν υπέρ της επανεκλογής της Κατερίνας Σακελλαροπούλου είναι ένα από τα δεδομένα της πολιτικής συγκυρίας. Αγνωστο είναι ποια θα είναι η τελική επιλογή του Κυριάκου Μητσοτάκη και αν αυτή θα κάμψει τις αντιδράσεις ή αν θα οριστικοποιηθεί το ρήγμα.