Αν συνοψίσουμε τις πρώτες αντιδράσεις από την εκλογή του Ρίσι Σούνακ στην πρωθυπουργία του Ηνωμένου Βασιλείου θα συγκρατήσουμε δύο πράγματα.

Πρώτον, ότι είναι ινδικής καταγωγής και ινδουιστής.

Δεύτερον, ότι είναι πάμπλουτος.

Στο πρώτο δεν υπάρχει αντίλογος. Υποθέτω ότι ζούμε σε κοινωνίες όπου η καταγωγή, το χρώμα της επιδερμίδας και το θρήσκευμα δεν συνιστούν κριτήρια διακρίσεων.

Για το δεύτερο θα έλεγα το ίδιο. Ούτε μια νόμιμη περιουσία αποτελεί κριτήριο διάκρισης, θετικής ή αρνητικής.

Θεωρητικά. Διότι η περιουσία ενεργοποιεί κάποιο «ταξικό πρόσημο», κάτι σαν κοινωνική μνησικακία, που υπονοεί (περίπου) ότι ένας πλούσιος δεν νομιμοποιείται να κυβερνά μη πλούσιους.

Εκπροσωπεί τους «λίγους», όχι τον «λαό».

Παρατήρησα τέτοιες αντιδράσεις και στον ελληνικό Τύπο, συνήθως αριστερής προέλευσης.

Αλλά φυσικά το «ποιος είναι για ποιον» το κρίνει τελικά ο ψηφοφόρος.

Στα Γρεβενά ας πούμε διάλεξαν Πάτση. Είναι μάλλον λιγότερο πλούσιος από τον Σούνακ αλλά δεν ξέρω αν έκαναν καλά

Κατά διαβολική σύμπτωση, η ΝΔ τον απομάκρυνε την επομένη της εκλογής του νέου βρετανού πρωθυπουργού λόγω έκνομων ή ασυμβίβαστων με το βουλευτικό αξίωμα οικονομικών δραστηριοτήτων.

Στην περίπτωσή του δεν ελέγχονται τα εισοδήματα αλλά η νομιμότητά τους.

Λογικό. Αλλο ένας πλούσιος πολιτικός κι άλλο κάποιος που κατηγορείται ότι πλούτιζε ως πολιτικός. Και γι’ αυτό άλλωστε ο Πάτσης δεν είναι Σούνακ Γρεβενών.  

Να το πούμε απλά. Ενας πολιτικός μπορεί να αποδειχθεί ικανός ή ανίκανος, έντιμος ή λαμόγιο, ανεξάρτητα αν είναι ινδουιστής ή ορθόδοξος, αν πήγε στο Στάνφορντ ή στο Πάντειο.

Αλλά κανείς δεν είναι κοινωνικά ή πολιτικά υπόλογος επειδή φέρει λάθος «ταξικό πρόσημο», ούτε επειδή έχει λεφτά. Ολοι είναι υπόλογοι για τις πράξεις τους.

Διότι θέλουμε να πιστεύουμε ότι η δημοκρατία δεν είναι φιλόπτωχο σωματείο αλλά ένα καθεστώς αιρετών και ικανών. Τελεία.

Από εκεί και πέρα μακάρι οι αιρετοί να αποδεικνύονται ικανοί. Αλλά μακάρι και οι ικανοί να εκλέγονται.