«Αν δεν αλλάξετε τον νόμο Κατσέλη και δεν λύσετε το πρόβλημα των τραπεζών, θα παγώσει η επιστροφή των 750 εκατομμυρίων ευρώ από τα κέρδη των ομολόγων». Το ξεκάθαρο αυτό μήνυμα έστειλε στην κυβέρνηση ο Ντέκλαν Κοστέλο, επικεφαλής των θεσμών, μετά την ολοκλήρωση του ελέγχου της οικονομίας που διεξήχθη σε κλίμα που θύμιζε ημέρες τρόικας. Το κυριότερο όμως είναι ότι έκλεισε με ενστάσεις και επιφυλάξεις από τους ξένους, καθώς διαπίστωσαν ότι τα πράγματα στην Ελλάδα, εν όψει και των εκλογών, πηγαίνουν «κούτσα-κούτσα».
Τα τρία κρίσιμα σημεία
Σύμφωνα με έγκυρες πληροφορίες, οι θεσμοί στάθηκαν σε τρία κρίσιμα σημεία – από τις 16 συνολικά υποχρεώσεις της μεταμνημονιακής ατζέντας – θεωρώντας ότι «η κυβέρνηση δεν έχει κάνει τίποτε».
Και αυτά είναι:
1. Η αντικατάσταση του νόμου Κατσέλη, στον οποίο έχουν ενταχθεί 130.000 δανειολήπτες δηλώνοντας αδυναμία να πληρώσουν στεγαστικά κυρίως δάνεια, από νέο πλαίσιο προστασίας της πρώτης κατοικίας.
Κατά τις πληροφορίες, οι θεσμοί έδωσαν στον Ευκλείδη Τσακαλώτο προθεσμία 15 ημερών να υποβάλει προς συζήτηση το σχέδιό του, διαφορετικά, όπως είπαν, θα εισηγηθούν με την έκθεσή τους, που θα δημοσιοποιηθεί στο τέλος Φεβρουαρίου, να μην καταβληθεί η δόση από τα κέρδη των ομολόγων (SMP – ANFA). Ο υπουργός δεν ήταν σε θέση να παρουσιάσει μια ολοκληρωμένη πρόταση, καθώς το νέο σχέδιο δεν είναι έτοιμο.
2. Η παρουσίαση μιας ολοκληρωμένης πρότασης για τη στήριξη των τραπεζών και τα «κόκκινα» δάνεια, η οποία στον βαθμό που προβλέπει ένα σύστημα παροχής εγγυήσεων από το Δημόσιο και τροποποιήσεις στο καθεστώς του αναβαλλόμενου φόρου για τις τράπεζες, αντανακλά στα δημοσιονομικά και επηρεάζει τις εκτιμήσεις για την πορεία του δημοσίου χρέους.
Και για τις τράπεζες το σχέδιο δεν είναι έτοιμο, καθώς στο τραπέζι υπάρχουν δύο προτάσεις, αλλά η κυβέρνηση δεν έχει καταλήξει σε κάποια.
Στις συζητήσεις μάλιστα που έγιναν για τον χρόνο που είναι κατάλληλος να βγει η Ελλάδα στις αγορές, οι θεσμοί επισήμαναν ότι «μπορείτε να τεστάρετε τις αγορές, αλλά όσο μένει ανοιχτό το ζήτημα των τραπεζών, οι συνθήκες δεν θα είναι καλές για εσάς».
3. Η προετοιμασία του διαγωνισμού παραχώρησης της Εγνατίας οδού σε ιδιώτες. Παρά το γεγονός ότι η συμφωνία για την είσοδο ιδιωτών στην Εγνατία ΑΕ εκκρεμεί από το δεύτερο μνημόνιο, στις συζητήσεις, που μάλιστα έγιναν σε ένταση με τον αρμόδιο υπουργό Χρήστο Σπίρτζη, διαπιστώθηκε «μηδενική πρόοδος»! Μάλιστα, αυτό που φάνηκε είναι ότι δεν υπάρχει καμία διάθεση από την πλευρά της κυβέρνησης να προχωρήσει στον διαγωνισμό. (Αναλυτικό ρεπορτάζ στην ΑΝΑΠΤΥΞΗ, σελ. Β7.)
Κακό μήνυμα
Οπως επισημαίνουν ευρωπαϊκές πηγές, παρά την καλή διάθεση της Επιτροπής, «αν δεν ξεκολλήσουν αυτά τα ζητήματα τότε η έκθεση προόδου θα είναι αρνητική, και αυτό θα είναι πολύ κακό μήνυμα προς τις αγορές. Και αυτό πρέπει να το αποφύγει με κάθε τρόπο η κυβέρνηση».
Στο τέλος Φεβρουαρίου θα δημοσιοποιηθεί και δεύτερη έκθεση για τις δημοσιονομικές ανισορροπίες στην Ευρώπη όπου η Ελλάδα κατατάσσεται ακόμη στη ζώνη υψηλού κινδύνου, με «υπερβολικές ανισορροπίες» μαζί με την Ιταλία λόγω του δημοσίου χρέους.
Σε χαμηλότερους τόνους, λόγω και των πολιτικών συνθηκών που επικρατούν πλέον στην Ελλάδα, μίλησε την Παρασκευή το μεσημέρι ο κ. Κοστέλο στους πρέσβεις των 27 ευρωπαϊκών χωρών στην Αθήνα για την πορεία της οικονομίας.
Η «βόμβα» των αναδρομικών
Μετά τον έλεγχο οι θεσμοί έφυγαν από την Αθήνα πιο ανήσυχοι. Γιατί στις συζητήσεις που έγιναν ετέθη και το ζήτημα του κόστους των αναδρομικών από τις δικαστικές αποφάσεις για τα δώρα των δημοσίων υπαλλήλων και τις συντάξεις, κόστος που δεν μπορεί να υπολογιστεί.
Σύμφωνα με κορυφαίες πηγές του υπουργείου Οικονομικών, συζητήθηκε με τους θεσμούς το ρίσκο που υπάρχει για κάποιες δικαστικές αποφάσεις, όπως η καταβολή δώρων στους δημοσίους υπαλλήλους ή οι αναδρομικές αυξήσεις στις συντάξεις μετά το 2015.
Ομως όπως υπογραμμίζουν «δεν ξέρουμε πόσο είναι το κόστος και δεν ξέρουμε πώς θα το αντιμετωπίσουμε. Είναι κάτι που θα τραβήξει για πολλά χρόνια. Δεν είναι κάτι που μας ανησυχεί για τους επόμενους μήνες, τον επόμενο χρόνο.
Για το εφάπαξ μπορεί να χρωστάς κάποια αναδρομικά για τρία χρόνια. Είναι ένα κόστος περί τα 100 εκατομμύρια ευρώ.
Το άλλο θέμα με τις συντάξεις είναι ένα κόστος που πρέπει να συνεχίσεις από εδώ και πέρα να το καλύπτεις, να δίνεις ένα επίδομα που θα το παίρνουν για πάντα».
Και συμπλήρωσε: «Θα δούμε, όταν και αν γίνουν αυτά και καταγραφούν, πώς αντιμετωπίζονται. Θα αντιμετωπιστούν διαφορετικά, εφάπαξ ή με μόνιμα μέτρα, εξαρτάται από το αν θα είναι μεγάλο ή μικρό το ποσό».
Γι’ αυτό το ζήτημα κάνει μετρήσεις το Γενικό Λογιστήριο, αλλά σε καμία περίπτωση, έλεγαν οι ίδιες πηγές, δεν επιβεβαιώνεται ότι η υπουργός Εργασίας Εφη Αχτσιόγλου υπολογίζει το ετήσιο κόστος για αναδρομικά σε 4,5 δισ. ευρώ τον χρόνο.