Στην τελική ευθεία προς τις εθνικές εκλογές του 2023 κομματικά επιτελεία, στελέχη και μηχανισμοί κινητοποιούνται και παράλληλα εξελίσσονται οι σχεδιασμοί και η μελέτη των μετεκλογικών σεναρίων.
Για την κυβέρνηση ο στόχος της αυτοδυναμίας αναδύεται ως η μείζων, ενδεχομένως και υπαρξιακής φύσεως πρόκληση, η αντιμετώπιση της οποίας θα κριθεί ωστόσο σε μία σύνθετη και πρωτοφανή στα μεταπολιτευτικά χρονικά διαδικασία, που περνά από τη διεξαγωγή δύο διαδοχικών εκλογικών αναμετρήσεων σε διάστημα μερικών εβδομάδων και με διαφορετικά εκλογικά συστήματα.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει ήδη περιγράψει τη στρατηγική του επιδίωξη και αναγνωρίζοντας τις πιθανές περιπλοκές, επιχειρεί να εμφυσήσει στο κόμμα, στους βουλευτές και στους ψηφοφόρους την αντίληψη ότι ο εκλογικός μαραθώνιος είναι μία ενιαία διαδικασία, σε διαδοχικά στάδια. Το ίδιο ισχύει για τα επιτελεία του ΣΥΡΙΖΑ και του ΠαΣοΚ, με διαφορετικές πάντως αφετηρίες και επιδιώξεις.
Η ανάλυση την οποία παρουσιάζει «Το Βήμα της Κυριακής» σε συνεργασία με τη Metron Analysis, εμφανίζει τις πιθανές κατανομές των εδρών στις δύο αναμετρήσεις, αρχικά με την απλή αναλογική και στη συνέχεια με το σύστημα της ενισχυμένης. Βάση για την παρουσίαση αυτή είναι τα ευρήματα της πρόσφατης έρευνας της εταιρείας και ειδικότερα η εκτίμηση ψήφου, η οποία αξιολογείται ως μία ρεαλιστική προσέγγιση του αποτελέσματος των εκλογών.
Σενάριο 1
Πιθανές και απίθανες συνεργασίες μετά την απλή αναλογική
Η σύνθεση του Κοινοβουλίου έπειτα από την πρώτη εκλογική αναμέτρηση, όπως παρουσιάζεται στην εκτίμηση της κατανομής των εδρών, φανερώνει όλες τις πιθανές περιπλοκές της απλής αναλογικής, αλλά και κάποιες δυνατότητες διεξόδου. Με βάση την εκτίμηση ψήφου για τα ποσοστά των κομμάτων (ΝΔ 36,5%, ΣΥΡΙΖΑ 26,3%, ΠαΣοΚ 14,2%, ΚΚΕ 6%, ΜέΡΑ25 4,5%, Ελληνική Λύση 4,3%), φαίνεται ότι η ΝΔ μπορεί να φτάσει έως και τις 122 έδρες, με τον ΣΥΡΙΖΑ να έχει μία δυναμική έως και οριακά κάτω από τις 90 και το ΠαΣοΚ να έχει λόγους να ελπίζει ότι θα καταλάβει έως και 48 έδρες. Υπό αυτή τη συνθήκη, διαμορφώνονται τα δύο θεωρητικά σενάρια σχηματισμού κυβέρνησης: α) από ΝΔ και ΠαΣοΚ με ευρεία κοινοβουλευτική πλειοψηφία και β) από ΣΥΡΙΖΑ, ΠαΣοΚ, ΜέΡΑ25 και ΚΚΕ.
Δεδομένου ότι αυτή τη στιγμή όλοι εμφανίζονται να απορρίπτουν τα ενδεχόμενα συνεργασιών από την πρώτη Κυριακή (με ενδεχόμενη εξαίρεση ίσως το ΠαΣοΚ, το οποίο έχει βάλει στη συζήτηση τον όρο της «προγραμματικής συμφωνίας»), γίνεται κατανοητό ότι η δυναμική της σύνθεσης του Κοινοβουλίου με την απλή αναλογική, θα διαμορφώσει και το πεδίο της πολιτικής αντιπαράθεσης εν όψει της δεύτερης αναμέτρησης, κατά την οποία το στοίχημα της αυτοδυναμίας της ΝΔ θα καθορίσει όλες τις περαιτέρω εξελίξεις, ως προς την κυβερνησιμότητα, αλλά και ως προς τους πολιτικούς συσχετισμούς εν γένει. Το μεγάλο ερωτηματικό ωστόσο – και αυτό αφορά και τις δύο αναμετρήσεις – προκύπτει από το όχι απίθανο ενδεχόμενο της εισόδου ενός ακόμη, έβδομου κόμματος στη Βουλή. Τέτοια δυναμική φαίνεται ότι μπορεί να αναπτύξει ο ακροδεξιός σχηματισμός «Ελληνες» και εφόσον αυτό συμβεί τα δεδομένα θα αλλάξουν άρδην, καθώς ο πήχης της αυτοδυναμίας θα ανέβει πάνω από το 40%.
Σενάριο 2
Ενισχυμένη αναλογική και πιθανές περιπλοκές
Αν κρατήσουμε ως υπόθεση εργασίας τα ίδια ποσοστά της εκτίμησης ψήφου, η σύνθεση του Κοινοβουλίου με το σύστημα της ενισχυμένης αναλογικής δείχνει πόσο οριακές μπορεί να αποδειχθούν οι ισορροπίες και πώς οι λεπτομέρειες της προεκλογικής περιόδου μπορεί να γίνουν καθοριστικές.
Δίχως να είναι δυνατόν να ληφθεί αυτή τη στιγμή υπόψη το περιεχόμενο της πολιτικής σύγκρουσης, η πόλωση και η ένταση της αντιπαράθεσης μεταξύ πρώτων και δεύτερων εκλογών, η ΝΔ φθάνει στα όρια της αυτοδυναμίας με το 36,5%, το οποίο μπορεί να της δώσει έως και 148 έδρες. Ωστόσο, η εκτίμηση αυτή έχει ιδιαίτερη σημασία, όχι τόσο ως προς το αν θα επαληθευτεί ή όχι, αλλά περισσότερο επειδή δείχνει πόσο καθοριστική θα είναι η επίδοση των κομμάτων στις πρώτες εκλογές της απλής αναλογικής.
Ενα ποσοστό το οποίο θα επιβεβαιώνει τη ρεαλιστική προσδοκία της αυτοδυναμίας και το εμπόδιο που θέτει σε αυτήν η απλή αναλογική, προεξοφλείται ότι θα προσφέρει την απαραίτητη δυναμική στη συνέχεια. Αντιθέτως, ένα ποσοστό του πρώτου κόμματος το οποίο θα απέχει σημαντικά από αυτά τα επίπεδα θα περιπλέξει σημαντικά την κατάσταση και θα δυσχεράνει την επίτευξη των στόχων του Κυριάκου Μητσοτάκη.
Κομβικής σημασίας παράμετρος για όλα αυτά είναι πάντως, πέραν του ποσοστού του πρώτου κόμματος, το άθροισμα των ποσοστών των κομμάτων τα οποία δεν θα πιάσουν το όριο του 3% και θα μείνουν εκτός Βουλής. Με βάση τη συγκεκριμένη εκτίμηση ψήφου, το ποσοστό αυτό είναι 8,2%. Σε περίπτωση όμως κατά την οποία μειωθεί κατά τρεις μονάδες και ένα επιπλέον κόμμα αποκτήσει κοινοβουλευτική εκπροσώπηση, όλα τα σημερινά σενάρια ανατρέπονται και τα δεδομένα της πολιτικής συζήτησης θα αλλάξουν με βεβαιότητα.
Η αυτοδυναμία θα καταστεί σε μία τέτοια περίπτωση εξαιρετικά δυσχερής και οι συνεργασίες ενδεχομένως θα εξεταστούν σε διαφορετική βάση. Την ίδια στιγμή όμως, μία τέτοια περιπλοκή προεξοφλείται ότι θα πυροδοτήσει και άλλα σενάρια, όπως αυτό μιας ενδεχόμενης τρίτης εκλογικής αναμέτρησης. Κάτι τέτοιο ωστόσο θα επιτείνει την αβεβαιότητα και την πολιτική εκκρεμότητα, δεδομένου του υψηλού ποσοστού το οποίο θα απαιτείται για την κατάκτηση των 151 εδρών, αλλά και του μετεκλογικού πολιτικού κλίματος.