Σε θρυαλλίδα πολιτικών και θεσμικών διεργασιών που θα προσδιορίσουν τον τελικό χρόνο των εκλογών αναδεικνύεται η εξαγγελθείσα αποχώρηση των ΑΝΕΛ από την κυβέρνηση όταν θα έλθει προς κύρωση στη Βουλή η Συμφωνία των Πρεσπών. Η δήλωση του κυβερνητικού εκπροσώπου Δημήτρη Τζανακόπουλου ότι ακόμα και αν αποχωρήσουν ο Πάνος Καμμένος και οι υπουργοί του, η κυβέρνηση θα πορευτεί ως κυβέρνηση μειοψηφίας με ψήφο ανοχής, κατά το πρότυπο άλλων ευρωπαϊκών χωρών (Ισπανία, Πορτογαλία), προσθέτει μια νέα διάσταση στο πεδίο των ρευστών εξελίξεων με πρωτόγνωρα χαρακτηριστικά, καθώς δεν υπάρχει στη χώρα μας μεταπολιτευτικά ανάλογο ιστορικό προηγούμενο κυβερνήσεων ανοχής.
Πιο κοντά οι εκλογές
Μπορεί συνταγματικά να υφίσταται ως ενδεχόμενο, ωστόσο πολιτικά δημιουργεί μείζονα ζητήματα καθώς κάτι τέτοιο θα σημαίνει ότι η κυβέρνηση δεν θα διαθέτει πλέον στην ουσία – και όχι με την τυπική έννοια, δηλαδή μέσω υπερψήφισης πρότασης δυσπιστίας της αντιπολίτευσης – την εμπιστοσύνη της Βουλής (τη δεδηλωμένη κοινοβουλευτική πλειοψηφία). Επιπλέον, μια κυβέρνηση ανοχής υπό τις παρούσες πολιτικές συνθήκες πόλωσης δύσκολα θα «σταθεί» πολιτικά αλλά και νομοθετικά, αφού, όπως επισημαίνουν συνταγματολόγοι, θα είναι «κοινοβουλευτικά ανάπηρη και ηθικά διάτρητη». Σε κάθε περίπτωση, όπως εκτιμάται, ένα τέτοιο ενδεχόμενο φέρνει τις εκλογές πιο κοντά.
Στο Μέγαρο Μαξίμου «ποντάρουν» στο ότι τυχόν υποβολή πρότασης δυσπιστίας εκ μέρους της αξιωματικής αντιπολίτευσης κατά της κυβέρνησης δεν θα ευδοκιμήσει καθώς πρέπει να συγκεντρώσει 151 ψήφους, πράγμα δύσκολο χωρίς τις ψήφους των ΑΝΕΛ, οι οποίοι έχουν δηλώσει ότι δεν αίρουν την εμπιστοσύνη τους προς την κυβέρνηση. Ακόμα και αν παραμείνει το ΚΚΕ στην ψηφοφορία σε μια τέτοια περίπτωση (τον περασμένο Ιούνιο είχε αποχωρήσει, ενώ ο Δημήτρης Κουτσούμπας χαρακτήρισε προ ημερών «γελοιότητα» τις προτάσεις δυσπιστίας λίγους μήνες πριν από τις εκλογές, προδιαγράφοντας έτσι τη στάση του κόμματός του εάν τεθεί τέτοιο ζήτημα), οι ψήφοι που συγκεντρώνονται δεν επαρκούν – ΝΔ, ΔΗΣΥ, Χρυσή Αυγή, ΚΚΕ, Ποτάμι, Ενωση Κεντρώων και Ανεξάρτητοι συγκεντρώνουν όλοι μαζί 148 ψήφους. Χρειάζονται δηλαδή άλλοι τρεις τουλάχιστον βουλευτές (από την ΚΟ των ΑΝΕΛ) για να προκύψει το συνταγματικά προβλεπόμενο 151, πράγμα μάλλον αδύνατον.
Αλλά ακόμα και αν η κυβέρνηση ζητήσει την ψήφο εμπιστοσύνης της Βουλής ή μετατρέψει ενδεχόμενη πρόταση δυσπιστίας της ΝΔ σε πρόταση εμπιστοσύνης, το Σύνταγμα προβλέπει (άρθρο 85, παρ. 6) ότι αυτή δεν μπορεί να γίνει δεκτή αν δεν εγκριθεί από την απόλυτη πλειοψηφία των παρόντων βουλευτών, η οποία όμως δεν επιτρέπεται να είναι κατώτερη από τα δύο πέμπτα του όλου αριθμού των βουλευτών, δηλαδή 120 βουλευτές, σε αντίθεση με την πρόταση δυσπιστίας που γίνεται δεκτή μόνο αν εγκριθεί από την απόλυτη πλειοψηφία του όλου αριθμού των βουλευτών, δηλαδή 151 βουλευτές.
Διευκόλυνση του νομοθέτη
Αυτή η διαφορετική συνταγματική προσέγγιση εδράζεται στη μέριμνα του συνταγματικού νομοθέτη για την κυβερνητική σταθερότητα. Ετσι διευκολύνει την αποδοχή της πρότασης εμπιστοσύνης και δυσχεραίνει την αποδοχή της πρότασης δυσπιστίας. Η διευκόλυνση που παρέχει προς την εκάστοτε κυβέρνηση το Σύνταγμα όσον αφορά την πρόταση εμπιστοσύνης αφήνει τα περιθώρια δημιουργίας κυβερνήσεων μειοψηφίας/ανοχής, που αποκτούν την εμπιστοσύνη της Βουλής «επειδή ένας αριθμός βουλευτών απέχει από την κρίσιμη ψηφοφορία δηλώνοντας, με τη στάση τους αυτή, την ανοχή απλώς και όχι τη θετική υποστήριξή τους προς την κυβέρνηση, η οποία πάντως συγκεντρώνει τυπικά την εμπιστοσύνη της πλειοψηφίας της Βουλής» όπως αναφέρει ο Ευάγγελος Βενιζέλος στα «Μαθήματα Συνταγματικού Δικαίου» (2008).
Αυτό σημαίνει ότι ναι μεν η κυβέρνηση μπορεί να λάβει την ψήφο εμπιστοσύνης ανοχής της Βουλής με λιγότερους από 151 βουλευτές και μέχρι 120, αλλά αυτό προϋποθέτει ότι ένας συγκεκριμένος αριθμός βουλευτών θα απέχει από την ψηφοφορία. Αυτό πρακτικά σημαίνει, αφού πρόκειται για απόλυτη πλειοψηφία επί των παρόντων, ότι για να σταθεί τυπικά στα πόδια της μια κυβέρνηση με 120 ψήφους θα πρέπει να συμμετέχουν στην ψηφοφορία 239 βουλευτές και 61 να απέχουν. Εν προκειμένω, έχοντας ο ΣΥΡΙΖΑ τις 145 ψήφους των βουλευτών του, για να λάβει ψήφο εμπιστοσύνης ανοχής θα πρέπει να είναι παρόντες στην ψηφοφορία 289 και να απέχουν 11 βουλευτές, οι οποίοι μάλιστα θα πρέπει να έχουν γνωστοποιήσει εκ των προτέρων την πρόθεσή τους αυτή. Σε άλλη περίπτωση, αν παρέμεναν στη διαδικασία δηλώνοντας «παρών», αυτό θα ισοδυναμούσε με καταψήφιση της πρότασης εμπιστοσύνης.
Οι θετικές ψήφοι
Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, ερωτηθείς αν η κυβέρνηση εξετάζει το ενδεχόμενο να ζητήσει ψήφο εμπιστοσύνης, είπε ότι «δεν εξετάζουμε κανένα απολύτως ενδεχόμενο, δεν προκύπτει ότι θα υπάρξει κατά κανέναν τρόπο απώλεια, ο κ. Καμμένος έχει δηλώσει ότι θα αποχωρήσει από την κυβέρνηση, ωστόσο δεν θα υπερψηφίσει ποτέ μια πρόταση δυσπιστίας. Με αυτή την έννοια θα έχουμε μια κυβέρνηση όπως και σε πολλές άλλες χώρες της Ευρώπης, στην Ισπανία, στην Πορτογαλία – θα λειτουργεί με τη λεγόμενη ανοχή» δήλωσε, ωστόσο η προσέγγιση αυτή έρχεται αντιμέτωπη με την αισιοδοξία έως και σιγουριά πολλών παραγόντων του ΣΥΡΙΖΑ ότι η κυβέρνηση μπορεί να διασφαλίσει στη Βουλή την ψήφο εμπιστοσύνης της απόλυτης πλειοψηφίας των 151. Είναι το σενάριο που εδράζεται στις θετικές ψήφους της υφυπουργού Προστασίας του Πολίτη Κατερίνας Παπακώστα, του Κώστα Ζουράρι (έχει δηλώσει ότι καταψηφίζει τη συμφωνία των Πρεσπών αλλά δεν θα ρίξει την κυβέρνηση), του Αθανάσιου Παπαχριστόπουλου (θα ψηφίσει τη συμφωνία και αν παραδώσει την έδρα του θα την καταλάβει ο υφυπουργός Εξωτερικών Τέρενς Κουίκ που έχει διαγραφεί από τους ΑΝΕΛ), της υπουργού Τουρισμού Ελενας Κουντουρά, που εικάζεται ότι θα στηρίξει τη συμφωνία, του βουλευτή του Ποταμιού Σπύρου Δανέλλη, ο οποίος έχει ταχθεί υπέρ της συμφωνίας και υπέρ των προοδευτικών συγκλίσεων, και του βουλευτή της Ενωσης Κεντρώων Ιωάννη Σαρίδη, ο οποίος ψήφισε τον προϋπολογισμό.
Κώστας Χρυσόγονος: Κοινοβουλευτικά ανάπηρη και ηθικά διάτρητη
«Από νομική άποψη η προαναγγελία αποχώρησης των ΑΝΕΛ δεν φαίνεται να προκαλεί υπαρξιακό πρόβλημα για την κυβέρνηση Τσίπρα, αφού το άρθρο 84 του Συντάγματος απαιτεί την απόλυτη πλειοψηφία του όλου αριθμού των βουλευτών, δηλαδή 151 ψήφους, για να γίνει δεκτή πρόταση δυσπιστίας. Εάν οι 15 βουλευτές του ΚΚΕ απουσιάσουν στην ψηφοφορία για πρόταση που θα μπορούσε να υποβάλει η ΝΔ, όπως έπραξαν και τον Ιούνιο του 2018, και βέβαια την καταψηφίσουν οι 145 βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ, τότε η πρόταση θα απορριφθεί ανεξάρτητα από το ποια στάση θα κρατήσουν οι υπόλοιποι. Από πολιτική άποψη ωστόσο μια κυβέρνηση ανοχής θα ήταν κοινοβουλευτικά ανάπηρη, ιδίως ως προς το νομοθετικό της έργο, και ηθικά διάτρητη, ιδίως αν ληφθεί υπ’ όψιν ότι με βάση όλα τα δημοσκοπικά ευρήματα ο ΣΥΡΙΖΑ έχει χάσει την υποστήριξη μεγάλου μέρους των ψηφοφόρων του των εκλογών του 2015. Σημειωτέον εξάλλου ότι δεν υπάρχει ιστορικό προηγούμενο κυβέρνησης ανοχής μετά το 1974. Κάτω από τα δεδομένα αυτά καθίσταται αρκετά πιθανή η προσφυγή σε πρόωρες εκλογές, το αργότερο ταυτόχρονα με τις ευρωεκλογές του Μαΐου, προκειμένου το κυβερνών κόμμα να περιορίσει την έκταση της προδιαγραφόμενης ήττας του».