Για τους τεχνικούς της εξουσίας που κατοικοεδρεύουν στο Μέγαρο Μαξίμου όλα εξελίσσονται κατά το σχέδιο. Η οικονομία πάει καλά, οι μεταρρυθμίσεις προσθέτουν δυνάμεις και δυνατότητες, οι επενδύσεις, δημόσιες και ιδιωτικές, «τρέχουν» με ταχύτητες ζηλευτές, η επενδυτική βαθμίδα διευκολύνει τη χρηματοδότηση κράτους και ιδιωτών, οι ρυθμοί ανάπτυξης παραμένουν ισχυροί πάνω από τον μέσο ευρωπαϊκό μέσο όρο, η ανεργία κάμπτεται, οι μισθοί έστω και αργά αυξάνονται, τα δημόσια οικονομικά παραμένουν ανθηρά και ικανά να προσφέρουν συνεχώς νέους πόρους ενίσχυσης των ασθενέστερων που πληγώνονται από την ακρίβεια και μαζί η χώρα κερδίζει ολοένα και περισσότερο την εμπιστοσύνη του διεθνούς οικονομικού συστήματος, απολαμβάνει την εκτίμηση των ισχυρών συμμάχων και εταίρων, αποκτά ρόλο και συμμετοχή στο γεωπολιτικό παίγνιο, προτιμάται έναντι άλλων για αγορά νέων σύγχρονων πολεμικών αεροσκαφών, η ασφάλειά της ενισχύεται, κοινώς το μέλλον της προδιαγράφεται σπουδαίο και οι πολίτες δεν έχουν παρά να υπομένουν για να απολαύσουν εν ευθέτω χρόνω μερίδιο από τα επερχόμενα οφέλη της αναμενόμενης εθνικής αναγέννησης και ανασυγκρότησης.
Το 35% που δηλώνει ικανοποιημένο
Ειδυλλιακή η εικόνα και το δόγμα της συγκεκριμένο. Κατά τους κυβερνώντες, η χώρα έχει βρει δρόμο να διαβεί, η κυβέρνησή της είναι πρωτοφανώς σταθερή, το κόμμα του κ. Μητσοτάκη διευρύνεται προς το Κέντρο, οι αντίπαλοί του δεξιά και αριστερά ασθενούν βαρύτατα, δεν δύνανται να παρουσιάσουν αξιόπιστη εναλλακτική και έτσι όλα βαίνουν καλώς, όπως, κατά την εκτίμησή τους, θα επιβεβαιώσουν και οι ευρωεκλογές του προσεχούς Ιουνίου.
Η αλήθεια είναι ότι σχεδόν το ένα τρίτο της ελληνικής κοινωνίας αποδέχεται την κυβερνητική εκδοχή των πραγμάτων, ανέχεται, αν δεν υπερασπίζεται, το σχέδιο Μητσοτάκη και των επιτελών του Μεγάρου Μαξίμου και σε κάθε περίπτωση δεν βλέπει αξιόπιστη προοπτική από την κατακερματισμένη, ετερόκλητη και ασθενή αντιπολίτευση.
Σε όλες τις έρευνες των διαθέσεων της κοινής γνώμης καταγράφεται ένα ποσοστό της τάξης του 35% που δηλώνει ικανοποιημένο από τη φορά των πραγμάτων και συγκροτεί έναν ισχυρό κύκλο υποστηρικτών της διακυβέρνησης Μητσοτάκη. Ο συγκεκριμένος κύκλος, που κατά τους ερευνητές ζει στην πρωτεύουσα και τα μεγάλα αστικά κέντρα της περιφέρειας, ορίζεται κυρίως από δυναμικά μεσοστρώματα, τα οποία απολαμβάνουν αυξανόμενα εισοδήματα και διατηρούν ισχυρές προσδοκίες οικονομικής ευημερίας και προόδου.
Γιατροί, μηχανικοί, χημικοί, ηλεκτρολόγοι, προγραμματιστές, νέοι με δεξιότητες και αυξημένα προσόντα, σύμβουλοι και διαχειριστές των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης και των λοιπών διαρθρωτικών ταμείων, ισχυροί επιχειρηματίες, παλαιοί και νεότεροι, ιδιοκτήτες πολλών ακινήτων, εμπλεκόμενοι στο τουριστικό κύκλωμα, το πλήθος των εμπορευομένων και άλλοι που αναπτύσσουν νεωτερικές δραστηριότητες ή απλώς κερδοσκοπούν, αισθάνονται ευνοημένοι, κερδίζουν πολλά χρήματα σε τούτα τα μεταπανδημικά χρόνια και έχουν λόγους να υπερασπίζονται την τρέχουσα διακυβέρνηση.
Το απαισιόδοξο 60% που πιέζεται συνεχώς
Απέναντι σε αυτό τον δυναμικό κύκλο στέκεται προβληματισμένο και απαισιόδοξο το 60% με 65% των υπολοίπων που δεν απολαμβάνει, παρά πιέζεται από την ακρίβεια, δεν βλέπει τα εισοδήματα να αυξάνονται ταχύτερα του πληθωρισμού και γενικώς δεν αισθάνεται ότι έχει μερίδιο από την υπερπροβαλλόμενη βελτίωση της οικονομίας και την αναγέννηση των προσδοκιών.
Μισθωτοί χαμηλών ειδικεύσεων και προσόντων, χαμηλοσυνταξιούχοι, αποκλεισμένοι από τις πιστώσεις μικρομεσαίοι, υπερχρεωμένα νοικοκυριά και ελευθεροεπαγγελματίες που καταδιώκονται ανελέητα από τις εισπρακτικές και τους απρόσωπους κυνικούς servicers, αγρότες που επλήγησαν από τις φυσικές καταστροφές και την ακαρπία της κλιματικής αλλαγής και μαζί τους πάμπολλοι νέοι που υποαπασχολούνται σε δουλειές του ποδαριού, βιώνουν την απόλυτη εκμετάλλευση από σκληρούς και άκαρδους εργοδότες, φυτοζωούν στην κυριολεξία, ζουν αγωνιωδώς χωρίς χρήματα και άλλους πόρους από τις 20 κάθε μήνα.
Σε αυτόν τον ευρύτατο κύκλο, με πολλές διαβαθμίσεις, είναι αλήθεια, κυριαρχούν κατά βάση προσωπικές και συλλογικές απογοητεύσεις και επικρατούν αισθήματα αποκλεισμού και ματαίωσης. Στη σφαίρα της ευημερούσας οικονομίας του κ. Μητσοτάκη εκατοντάδες χιλιάδες, για να μην πούμε εκατομμύρια, μισθωτοί νιώθουν ότι η ευημερία των αριθμών της εθνικής οικονομίας δεν τους αφορά, δεν τους αγγίζει, ούτε δημιουργεί προσδοκίες εξέλιξης και προόδου.
Τα αισθήματα απογοήτευσης και αποκλεισμού ενισχύονται δυστυχώς και από άλλες εξελίξεις. Η υποχώρηση του Εθνικού Συστήματος Υγείας, η λειτουργική κατάρρευση των δημόσιων νοσοκομείων με τις μακρές λίστες αναμονής για χειρουργεία και λοιπές ιατρικές πράξεις επιτείνουν την κοινωνική δυσφορία και δυσαρέσκεια.
Οι οικονομικά ασθενέστεροι, πέραν των άλλων, νιώθουν και υγειονομικά ανασφαλείς και ευάλωτοι όταν οι αρρώστιες χτυπήσουν την πόρτα τους. Κοινή είναι πια η πεποίθηση ότι ρευστοποιούμενο το δημόσιο σύστημα υγείας και παραχωρώντας ολοένα και αυξανόμενο μερίδιο στον ιδιωτικό τομέα η πρόσβαση στις υπηρεσίες υγείας περιορίζεται δραματικά και εν πολλοίς εξαρτάται από το εισόδημα των ασθενών.
Ο φτωχός λαός έχει εδραία πια την πεποίθηση ότι χωρίς λεφτά δεν γιατρεύεσαι, παρά κινδυνεύεις να πεθάνεις αναμένοντας τη σειρά σου στις ατέλειωτες λίστες αναμονής των χειρουργείων στα δημόσια νοσοκομεία. Αντίστοιχες ανησυχίες τείνουν να επικρατήσουν εσχάτως και για την τύχη της δωρεάν δημόσιας εκπαίδευσης, με αφορμή την αναμενόμενη ψήφιση του νομοσχεδίου για τα ιδιωτικά μη κρατικά πανεπιστήμια.
Δεν είναι λίγοι εκείνοι που πιστεύουν ότι προϊόντος του χρόνου τα δημόσια πανεπιστήμια θα υποχωρήσουν, θα χάσουν δυνάμεις και δυνατότητες, πόρους, καθηγητές και αξιοπιστία, όπως ακριβώς συμβαίνει με τα δημόσια νοσοκομεία και εν τέλει θα υποκατασταθούν από τα ιδιωτικά, που απαιτούν δίδακτρα και έτσι θα χαθεί και η πρόσβαση των φτωχότερων στρωμάτων στην ανώτατη εκπαίδευση. Περιττό να σημειώσουμε ότι η δωρεάν δημόσια εκπαίδευση αποτέλεσε τον βασικό μηχανισμό κοινωνικής κινητικότητας στη μεταπολεμική Ελλάδα.
Το 60% της κοινωνίας βιώνει την απόλυτη εκμετάλλευση από σκληρούς και άκαρδους εργοδότες και ζει αγωνιωδώς χωρίς χρήματα και άλλους πόρους από τις 20 κάθε μήνα
Ο ευρύς κύκλος των «αποκλεισμένων»
Ολα τα παραπάνω πολλαπλασιάζουν τα αισθήματα απογοήτευσης στους φτωχότερους και ασθενέστερους και δημιουργούν την αίσθηση ότι οδεύουμε προς μιας κοινωνία τού ενός τρίτου.
Για τον ευρύ κύκλο των «αποκλεισμένων» η απομάγευση της πολιτικής έχει προ πολλού επέλθει, τα κόμματα και τα όποια σχήματα εκπροσώπησης και αντιπροσώπευσης δεν εμπνέουν, ούτε κινητοποιούν, παρά οδηγούν σε μια ιδιότυπη ιδιώτευση και παραίτηση από τα κοινά.
Οι άνθρωποι κλείνονται στην οικογενειακή τους δομή, αναζητούν προστασία εντός ή καταφεύγουν σε συνωμοσιολογικές προσεγγίσεις και απολύτως ανορθολογικές συντηρητικές εκδοχές, αντιστρατευόμενοι τα σύγχρονα ρεύματα δικαιωματισμού, τα οποία εμμονικά όπως είναι δημιουργούν τις δικές τους δυναμικές σε βάρος των σχεδόν ξεχασμένων θεμελιωδών δικαιωμάτων, η υπεράσπιση και απόδοση των οποίων μόνο δεδομένη δεν είναι σε τούτους τους καιρούς της μονομέρειας και των ενισχυόμενων ανισοτήτων.
Δεν είναι τυχαία σε αυτές τις ιδιάζουσες κοινωνικοοικονομικές συνθήκες η εμφανής πια συντηρητικοποίηση της ελληνικής κοινωνίας και η εξ αυτής ενίσχυση της θρησκόληπτης εθνολαϊκής Δεξιάς.
Το φαινόμενο δεν είναι ελληνικό, συναντάται σχεδόν σε ολόκληρο τον δυτικό κόσμο. Στις ΗΠΑ εμφανίστηκε αρχικώς στις μεσοδυτικές Πολιτείες ως αποτέλεσμα της εκεί αποβιομηχάνισης.
Πλέον οι θεωρούμενοι «αποκλεισμένοι» της παγκοσμιοποίησης συναντώνται σε όλη την Αμερική και είναι αυτοί που τροφοδοτούν το ρεύμα επανεκλογής του Ντόναλντ Τραμπ στις ΗΠΑ. Αντίστοιχα φαινόμενα τροφοδοτούν την Ακροδεξιά στην Ευρώπη και μαζί επιτρέπουν στα εδώ θρησκόληπτα, εθνικιστικά και ακροδεξιά λαϊκιστικά σχήματα να συγκεντρώνουν πάνω από το 15% των ψήφων.
Η απειλή ενός ρεύματος από τα δεξιά της ΝΔ
Οι εξελίξεις αυτές μόνο αδιάφορες δεν είναι για την πολυσυλλεκτική Νέα Δημοκρατία. Μέχρι πρότινος κατάφερνε να απορροφά και να εκμεταλλεύεται τις όποιες ακροδεξιές εξάρσεις της ελληνικής κοινωνίας. Πλέον λόγω και των αισθημάτων απογοήτευσης κινδυνεύει να χάσει τη συγκεκριμένη εκλογική δεξαμενή.
Η λογική της αυτοματοποιημένης μέσω της αγοράς ανακατανομής πόρων και εισοδημάτων μάλλον δεν στέκει, δεν δουλεύει. Αντιθέτως επιτείνει τις ανισότητες και δημιουργεί προϋποθέσεις ενίσχυσης και ενοποίησης των εθνολαϊκών σχημάτων.
Κάποια στιγμή στα δεξιά της Νέας Δημοκρατίας θα συγκροτηθεί ένα ισχυρό ρεύμα, που θα την απειλήσει πραγματικά. Και τότε θα φανεί ότι η διεύρυνση στο Κέντρο δεν θα αρκεί. Ο κ. Μητσοτάκης οφείλει ευρύτερες αναθεωρήσεις, νέο όραμα και νέα οικονομική πολιτική, αν θέλει το κόμμα του να μακροημερεύσει…