Η 27χρονη Μανισέ, από το Αφγανιστάν, ζει εδώ και επτά ημέρες μαζί με τον άντρα και τα δύο παιδιά τους κάτω από μια μουριά στο κάτω μέρος της πλατείας Βικτωρίας. Ο πεντάχρονος γιος της – τον κρατά αγκαλιά – αρρώστησε από το κρύο. Η μικρή κόρη κοιμάται βαθιά – «δεν μπορούμε να κοιμηθούμε το βράδυ, έχει θόρυβο». Ηρθαν και κάποιοι («Αλί Μπάμπα» λέει για να μας δώσει να καταλάβουμε) να αρπάξουν τα υπάρχοντά τους. Δεν φοβάστε τον κορωνοϊό; ρωτάμε. Απαντά πως τους έκαναν τεστ πριν από δύο ημέρες. Μας συστήνει στους «γείτονες»: μια μεγαλύτερη γυναίκα, επίσης από το Αφγανιστάν, με τον γιο της. Εκείνος θα είναι 17 ετών. Με σπαστά αγγλικά και πολλές χειρονομίες προσπαθούμε να συνεννοηθούμε. Υστερα από πέντε μήνες στη Μόρια, όπως λένε, τους είπαν να φύγουν – πριν από τη φωτιά. Υποστηρίζουν πως πήραν χαρτιά, και κάνουν τη χαρακτηριστική κίνηση σαν να σφραγίζουν κάτι. Η Μανισέ δεν θυμάται σε ποιο καμπ πήγαν και ύστερα από δύο μήνες ήρθαν εδώ. Οι «γείτονες» έζησαν για έναν μήνα στο σπίτι συγγενούς τους αλλά δεν μπορούσαν πια να τους φιλοξενήσουν. Ζουν εδώ όλο το 24ωρο μαζί με περίπου 20-30 άτομα. «Νο μάνεϊ, νο χάουζ» λένε. Τους βοηθούν πότε-πότε άνθρωποι από την περιοχή, όπως μας λένε περίοικοι, αγοράζοντας ένα γάλα, ένα ψωμί, πάμπερς.
Περιεχόμενο για συνδρομητές
Έχετε ήδη συνδρομή;Μπορείτε να συνδεθείτε από εδω
Είσοδος