Μια από τα ίδια ήταν και τα εφετινά «πόθεν έσχες» (για τη χρήση 2019) που δόθηκαν εν μέσω καλοκαιρινού καύσωνα στη δημοσιότητα. Το διαχρονικό πρόβλημα είναι ότι η όλη διαδικασία δεν πείθει τους πολίτες, οι οποίοι διατηρούν τις επιφυλάξεις τους έναντι των «εχόντων» πολιτικών ως προς την προέλευση βασικά των περιουσιακών τους στοιχείων. Βλέπεις, με τον τρόπο που ελέγχονται τα «πόθεν έσχες» μαθαίνουμε για το «έσχες», όχι όμως για το «πόθεν», που είναι και το βασικό ζητούμενο για να διαπιστώσουμε τελικά αν κάποιος πλούτισε ή όχι μπαίνοντας στην πολιτική. Σε κάθε περίπτωση επιβεβαιώθηκε για άλλη μια φορά αυτό που έχουμε δει και στο παρελθόν: καλά τα λόγια από του βήματος της Βουλής στο όνομα του λαού και των συμφερόντων του, αλλά ακόμα καλύτερη η περιουσία, η οποία σε ορισμένες περιπτώσεις αφήνει άναυδους τους πολίτες.


  Οπως και στην κοινωνία έτσι και στη Βουλή υπάρχουν πλούσιοι και φτωχοί, βουλευτές με σημαντικά περιουσιακά στοιχεία και βουλευτές με πενιχρή οικονομική επιφάνεια. Υπάρχουν πολιτικοί που οι καταθέσεις τους ή τα χαρτοφυλάκια που διαθέτουν και η ακίνητη περιουσία τους «ζαλίζουν», και υπάρχουν πολιτικοί που δεν τους λες και ευκατάστατους – οι τραπεζικές καταθέσεις τους είναι πενιχρές, δεν διαθέτουν μετοχές ή άλλα επενδυτικά προϊόντα, δεν έχουν ακίνητα. Το ερώτημα είναι αν υπάρχουν και κάποιοι που ενώ διαθέτουν περιουσία καταφέρνουν να μη φαίνεται. Είναι κάτι που οφείλει ο έλεγχος των «πόθεν έσχες» να εντοπίζει, αν και δεν είναι εύκολο – χρειάζεται άνοιγμα λογαριασμών εντός ή εκτός Ελλάδας κ.λπ. Θυμίζω ότι υπήρξαν πολιτικοί οι οποίοι βάσει του ελέγχου των δηλώσεων της περιουσιακής τους κατάστασης εμφανίζονταν ως «λευκές περιστερές» αλλά μόνο έτσι δεν ήταν. Αρα υπάρχει ένα πρόβλημα ως προς τη διαδικασία του ελέγχου που θεσπίστηκε εδώ και δεκαετίες.