Η υπόθεση της «μικρής Μαρίας» είχε όλα τα στοιχεία που χρειάζονταν για να δοκιμάσει τα ανθρωπιστικά μας αντανακλαστικά. Σκληρούς διακινητές. Μετανάστες που έπειτα από χιλιάδες χιλιόμετρα μιας δύσκολης πορείας βρέθηκαν μόνοι και απροστάτευτοι. Μια no man’s land βραχονησίδα στη μέση του πουθενά. Κυβερνήσεις που παρέπαιαν ανάμεσα στην κυνική αδιαφορία και στη διπλωματική αμηχανία. Μη κυβερνητικές οργανώσεις που πάλευαν για την τύχη των συνανθρώπων μας. Αλλά και το πιο αθώο από όλα τα «αθώα θύματα» του κόσμου: ένα κορίτσι που, αλίμονο, θα πέθαινε αβοήθητο από το τσίμπημα ενός σκορπιού.
Αν ο δικαιωματισμός είχε μια τέλεια συνταγή, θα ήταν ακριβώς αυτή. Και πράγματι. Τα υλικά της συνταγής ήταν τα υλικά ενός θριάμβου. Οσο η υπόθεση «έτρεχε», θριάμβευαν η ανέξοδη καταγγελία, η πλειοδοσία στην ευαισθησία, η ερευνητική δημοσιογραφία λειτουργών της ενημέρωσης που θεωρούνταν υπεράνω πάσης υποψίας. Το «Spiegel», ας πούμε, το γερμανικό περιοδικό που πρωτοστάτησε στην αποκάλυψη της υπόθεσης με μια έρευνα από εκείνες που στοιχίζουν σε χρόνο, διασταύρωση στοιχείων, χρήμα και επιτόπιο ρεπορτάζ, ήταν αυτό που σημαίνει το όνομά του. Ενας καθρέφτης όχι μόνο τόσο καθαρός για να βλέπει κανείς το είδωλό του, αλλά και τόσο διάφανος. Ο μηχανισμός δεν είχε μόνο έναν ρεπόρτερ που πήγε και είδε ό,τι είδε. Είχε αίθουσες σύνταξης που επικουρούσαν, αρχισυντάκτες που κατηύθυναν, fact checkers που ήλεγχαν, αξιόπιστες πηγές που μετέδιδαν πληροφορίες από τα τέσσερα σημεία του ορίζοντα. Οσο οι 38 μετανάστες κινδύνευαν σε μια ποταμίσια βραχονησίδα, το «Spiegel» έπλεε σε μια θάλασσα αναντίρρητης εγκυρότητας και ακόμη πιο αδιαμφισβήτητων αποκαλύψεων.
Η ιστορία της μικρής Μαρίας δεν είναι παρά μία ακόμη ιστορία εργαλειοποίησης του Μεταναστευτικού. Και το παιχνίδι παίζεται πάντα με τους ίδιους όρους και τους ίδιους ρόλους
Ιστορίες με μέικ απ
Αλλά μετά; Τι έμεινε όταν αποκαλύφθηκε πως μια από τις πιο συγκλονιστικές ιστορίες συνόρων είχε όχι μόνο σεναριογράφο και σκηνοθέτη, αλλά και μακιγιέζ για τη φωτογράφιση; Υπάρχει κάτι να μετρήσουμε, πέρα από τα ανθρωπιστικά μας αντανακλαστικά, τώρα που αποδείχθηκε πως η ιστορία ήταν στημένη από μια influencer σε ρόλο ενορχηστρωτή; Πώς δεν υπάρχει. Θα μπορούσαμε να μετρήσουμε, στο πεδίο του ανθρωπισμού, την ποσότητα της υποκρισίας που χωράει στην ευαισθησία. Και σε εκείνο της πολιτικής, τον όγκο της σκοπιμότητας.
Είναι μια «μέτρηση» που μπορεί να γίνει μακριά από τα σύνορα, αλλά όχι έξω από αυτά. Δεν έχει και πολύ νόημα να μετρήσει κανείς μια influencer που υποδυόταν τη δυστυχισμένη μετανάστρια, ενώ ζει τη μισή ζωή της στη Γερμανία και την άλλη μισή στα σόσιαλ μίντια. Εκανε μια δουλειά και προφανώς την έκανε για κάποιον, αλλά αυτό δεν αφορά ούτε τις δικές μας ανθρώπινες ευαισθησίες ούτε τις πολιτικές μας σκοπιμότητες. Η «μέτρηση», επομένως, πρέπει να γίνει εδώ, στο δικό μας σύμπαν. Και αξίζει να αναρωτηθεί κανείς πώς μια ιστορία για την οποία κανένας δεν ήταν σίγουρος δημιούργησε ένα τόσο συμπαγές υλικό βεβαιοτήτων.
Η κινούμενη άμμος
Είναι ακόμη πιο περίεργο εάν σκεφτεί κανείς πως δεν ήμασταν βέβαιοι ούτε σε ποιον ανήκει η βραχονησίδα – πόσω μάλλον εάν ζούσε ή είχε πεθάνει η μικρή Μαρία για την οποία, παρεμπιπτόντως, δεν ξέραμε καν εάν υπάρχει. Κι όμως. Πάνω σε αυτή την κινούμενη άμμο, φτιαγμένη από τα πιο αγνά υλικά της άγνοιας, στήθηκε ένα παιχνίδι πολιτικών σκοπιμοτήτων. Ενας θρίαμβος και μια γιορτή μαζί. Αλλά στην κινούμενη άμμο βούλιαξε. Και εκεί που πάνω από την πολιτική ζωή πλανιόταν το φάντασμα ενός νεκρού κοριτσιού, τώρα πλανιέται το φάντασμα μιας συγγνώμης – της συγγνώμης που ζητούν οι πρώην κατηγορούμενοι από τους πρώην κατηγόρους τους, αλλά έως σήμερα παραμένει ανύπαρκτη όπως ακριβώς και η μικρή Μαρία. Τίποτε σε όλα αυτά δεν είναι ακριβώς καινούργιο. Η ιστορία της μικρής Μαρίας δεν είναι παρά μία ακόμη ιστορία εργαλειοποίησης του Μεταναστευτικού. Και το παιχνίδι της εργαλειοποίησης του Μεταναστευτικού παίζεται πάντα με τους ίδιους όρους και τους ίδιους ρόλους. Με εκείνους που έχουν εξ ορισμού το ηθικό πλεονέκτημα για να μη βαρύνονται με καμία σκιά στη μεταναστευτική τους πολιτική και την πολιτική φύλαξης των συνόρων και εκείνους που λεκιάζονται ως σκληροί συνοριοφύλακες.
Λεκέδες και σκιές
Στην πραγματικότητα, η ιστορία του Μεταναστευτικού είναι γεμάτη και με λεκέδες και με σκιές. Με ανθρωπιστικούς όρους, είναι η ιστορία μιας υπεράνθρωπης διαχείρισης από δυτικές πολιτείες που, πολλές φορές, δεν έχουν πού να παρκάρουν την ανθρώπινη δυστυχία. Είναι μια ιστορία εισροών και πόνου, ανέχειας και πολέμων, push backs, ακατάλληλων καταυλισμών και ενός φράκτη που δεν έφυγε ούτε επί των ημερών του ηθικού πλεονεκτήματος, ενώ επί των ημερών του ηθικού πλεονεκτήματος ήταν που ο καταυλισμός της Μόριας ανακηρύχθηκε «ντροπή της Ευρώπης» από τα υπεράνω πάσης υποψίας μίντια και ήταν το ηθικό πλεονέκτημα που διαπραγματεύτηκε την τύχη των τούρκων ικετών με τον διώκτη τους.
Αν διαφέρει σε κάτι η ιστορία της μικρής Μαρίας είναι πως για πρώτη φορά η εργαλειοποίηση του Μεταναστευτικού ενσαρκώθηκε σε ένα ανήλικο κορίτσι. Είναι πως απέκτησε όνομα και με τη φαντασία μας να του δίνει ακόμη και πρόσωπο. Και μολονότι το κορίτσι δεν υπήρξε ποτέ, τα πολιτικά αποτελέσματα εξακολουθούν να παράγονται. Μπορεί να είναι επειδή ούτε η συγγνώμη υπήρξε. Μόλις προχθές, πάντως, ο αρμόδιος υπουργός κατηγόρησε την αντιπολίτευση ότι στελέχη της συνδέονται με ύποπτες μη κυβερνητικές οργανώσεις, που και αυτές, θα μπορούσε να υποθέσει κανείς, θα συνδέονται με διακινητές, που και αυτοί με τη σειρά τους θα συνδέονται με διάφορους τύπους που για διάφορους λόγους προσλαμβάνουν influencers για να στήσουν κρίσεις στα σύνορα.
Μελό και φιλμ νουάρ
Ποιοι μπορεί να είναι αυτοί; Ενδεχομένως, θα το ερευνά ήδη το «Spiegel». Το βέβαιο είναι πως, όποιοι και να είναι, δύσκολα θα μπορέσουν να στήσουν ακόμη μια μελό ιστορία με μικρά κορίτσια που τα κεντρίζουν οι σκορπιοί σε βραχονησίδες. Από την άλλη, όμως, μπορούν να διατηρήσουν την αισιοδοξία τους. Μπορούν να είναι σίγουροι πως εδώ θα βουτηχτούμε στην ίδια λάσπη και στην ίδια κινούμενη άμμο των πολιτικών σκοπιμοτήτων, ακόμη και αν στήσουν το πιο απίθανο φιλμ νουάρ με καπαρντίνες, ρεβόλβερ και ρεπούμπλικες στις καλαμιές του Εβρου.