Η τεράστια αποχή στις ευρωεκλογές κατέδειξε τη σοβαρή κρίση του αντιπροσωπευτικού μας συστήματος. Το εκλογικό αποτέλεσμα προκάλεσε τριγμούς στο εσωτερικό των τριών πρώτων κομμάτων, πιο έντονους στα κόμματα της προοδευτικής αντιπολίτευσης. Οι αλλαγές προσώπων δεν αρκούν. Το μείζον πρόβλημα συνίσταται στο ότι το πολιτικό προσωπικό των προοδευτικών κομμάτων αδυνατεί να κατανοήσει τις μεταβολές που συντελέστηκαν τα τελευταία χρόνια και να αναγνώσει τις ιδιαίτερες οικονομικές, κοινωνικές και πολιτισμικές συνθήκες του παρόντος. Η θυελλώδης κρίση χρέους της δεκαετίας 2010-2019 αποτέλεσε τομή στη μεταπολιτευτική συνέχεια. Προξένησε πολιτική ρευστότητα, άλλαξε την κομματική γεωγραφία και τους συσχετισμούς πολιτικών δυνάμεων, τροποποίησε κοινωνικά πρότυπα και συμπεριφορές.
Οι πολιτικές διάσωσης της χώρας, τις οποίες άσκησαν όλοι οι κυβερνητικοί διαχειριστές των μνημονίων, προκάλεσαν υψηλό κοινωνικό και θεσμικό κόστος, καθώς απέβλεπαν στην άγρια υποβάθμιση εισοδημάτων, αξιών, περιουσιών και των δημοκρατικών κανόνων. Την έμπνευση των δανειστών για τη βίαιη εσωτερική υποτίμηση την πλήρωσαν η χώρα και οι προοδευτικοί. Οχι η Δεξιά, δηλαδή το κόμμα της χρεοκοπίας, γιατί οι πολίτες μπορούν να εννοήσουν την άσκηση σκληρών συντηρητικών πολιτικών από τη συντηρητική παράταξη, αλλά δεν αναμένουν κάτι τέτοιο από τις δυνάμεις του αντίθετου πολιτικού φάσματος. Στην αντίληψη της κοινωνίας έχασαν το νόημά τους οι ιδεολογικές σημάνσεις, αφού όλοι άσκησαν τις ίδιες πολιτικές διάσωσης. Η ειδικότερη εθνική εικόνα προστέθηκε στη γενική εικόνα των σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων, που κατέστησαν τις θέσεις τους από τα μέσα της δεκαετίας του ’90 πιο φιλικές προς τις αγορές.
Η ισοπέδωση των διαφορών και η επακόλουθη πολιτική απάθεια και αποξένωση, συνθήκες που ταιριάζουν στη μεταμοντέρνα θεώρηση του κόσμου, αποτελούν ισχυρή συντηρητική οπισθοδρόμηση. Γι’ αυτό και στην Ελλάδα δεν συντελέστηκε απλώς η επάνοδος της Δεξιάς στην εξουσία, μετακινήθηκε ταυτόχρονα ο ιδεολογικός άξονας της ελληνικής κοινωνίας δεξιότερα.
Οι προοδευτικές δυνάμεις οφείλουν να επαναφέρουν στη δημόσια συζήτηση την ιδεολογική σήμανση και για να συμβεί αυτό θα απαιτηθεί επίπονη προσπάθεια και ευρηματικό πνεύμα για τη διαμόρφωση της πολιτικής τους ταυτότητας. Αν ο νεοφιλελευθερισμός υπέταξε τη Δημοκρατία και τις κοινωνικές ανάγκες στις επιθυμίες των αγορών, η νικηφόρα επιστροφή των δημοκρατών σοσιαλιστών και αριστερών θα συντελεστεί όταν θα δείξουν προγραμματικά πως θα «διορθώσουν» τις αγορές προς όφελος των κοινωνικών αναγκών, της δικαιοσύνης και της Δημοκρατίας.
Οι προοδευτικές δυνάμεις πρέπει, ακόμη, να επεξεργαστούν μια νέα θεωρία για τις κοινωνικές συμμαχίες στις οποίες θα στηριχθούν για να γίνουν πολιτική πλειοψηφία. Συμμαχίες όχι οριζόντιες. Συμμαχίες δημιουργικών κοινωνικών δυνάμεων που αποδέχονται συγκεκριμένο πρόγραμμα προοδευτικών μεταρρυθμίσεων και αλλαγών. Μόνο έτσι θα δοθεί πολιτικό βάθος στη σχέση κοινωνίας και προοδευτικών πολιτικών φορέων.
Η ανασυγκρότηση του προοδευτικού χώρου θα συντελεστεί και μια νέα προοδευτική πλειοψηφία θα αναδειχθεί, όταν οριστεί η ταυτότητα του προοδευτικού, όταν καταστεί και πάλι δυνατή η ανάγνωση των ιδεολογικών διαφορών, όταν ηττηθούν η απάθεια και η ιδιώτευση, όταν η ιστορική μνήμη συναντηθεί με το παρόν και το φωτίσει. Είναι η στιγμή που οι προοδευτικές δυνάμεις θα βρεθούν σε συνθήκη πολιτικής συναστρίας, το φως της οποίας, διάχυτο στον ορίζοντα, θα ορίσει την έναρξη της νέας εποχής.
Ο κ. Χάρης Καστανίδης είναι πρώην υπουργός, μέλος του Πολιτικού Συμβουλίου του ΠαΣοΚ.